Ο δρόμος προς τον απο-πολιτισμό: Ο πληθωρισμός και η ηθική διάβρωση της κοινωνίας
Ο πληθωρισμός δεν είναι απλώς ένα οικονομικό φαινόμενο. Υπονομεύει επίσης τα θεμέλια ενός πολιτισμού, οδηγώντας στην κατάρρευση της ίδιας της κοινωνίας.
Ετικέτες: Αυστριακή Σχολή, Κεντρικές Τράπεζες, Πληθωρισμός, Φιλοσοφία, Ιδιοκτησιακά δικαιώματα, Πολιτισμός
Άρθρο του Michael Matulef, δημοσιευμένο στις 16/11/2025.
Μπορείτε να ακούσετε το παρακάτω κείμενο μέσω της εφαρμογής του Substack.
Κάθε μεγάλη οικονομική ψευδαίσθηση ξεκινά με τη παραφθορά μιας λέξης. Ο πληθωρισμός κάποτε σήμαινε ευρέως αυτό που εξακολουθεί να σημαίνει στην πραγματικότητα - την τεχνητή διόγκωση του χρήματος και της πίστωσης. Αλλά, με την πάροδο του χρόνου, έχει επαναπροσδιοριστεί για να περιγράψει τη συνέπειά του και όχι την αιτία του. Αυτή η σκόπιμη αντιστροφή της γλώσσας εξυπηρετεί έναν πολιτικό σκοπό: μεταθέτει την ευθύνη από εκείνους που δημιουργούν χρήματα σε εκείνους που απλώς τα ξοδεύουν, μετατρέποντας μια πράξη νομισματικής απάτης σε ένα απλό στατιστικό «φαινόμενο». Το αποτέλεσμα είναι άκρως σοβαρό. Επαναπροσδιορίζοντας τον πληθωρισμό, οι κυβερνήσεις έχουν συσκοτίσει την φύση του, οι οικονομολόγοι έχουν χάσει το νόημά του, κι οι πολίτες έχουν καταλήξει να αποδέχονται τη σταδιακή τους φτωχοποίηση σαν ένα αναπόφευκτο γεγονός της ζωής. Η αυστριακή παράδοση -περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη- επιδιώκει να αποκαταστήσει αυτή τη χαμένη σαφήνεια: να λέει τα πράγματα με το όνομά τους και να μας υπενθυμίζει ότι ο πληθωρισμός δεν είναι σύμπτωμα της αποτυχίας του καπιταλισμού, αλλά της επίθεσης του κράτους στο ίδιο το χρήμα.
Η φύση του πληθωρισμού
Ο πληθωρισμός, όπως τον κατανοεί η Αυστριακή Σχολή, δεν είναι μια γενική αύξηση των τιμών, αλλά μια τεχνητή επέκταση της προσφοράς του χρήματος. Όλα τα άλλα πηγάζουν από αυτή τη βασική αιτία. Οι τιμές δεν αυξάνονται ομοιόμορφα, ούτε αυξάνονται αυθόρμητα. Υπάρχουν λόγοι προσφοράς και ζήτησης για τους οποίους οι τιμές μπορούν να αυξηθούν. Ωστόσο, οι τιμές αυξάνονται σε μεγάλο βαθμό προς το παρόν, επειδή εισέρχονται πρόσθετες νομισματικές μονάδες στην οικονομία, αλλοιώνοντας τη δομή της παραγωγής και διαστρεβλώνοντας εξ αρχής τον οικονομικό υπολογισμό.
Όπως επέμεινε ο Λούντβιχ φον Μίζες στο βιβλίο του «Οικονομική Ελευθερία και Παρεμβατισμός» :
Στις μέρες μας υπάρχει μια πολύ κατακριτέα, και μάλιστα επικίνδυνη, σημασιολογική σύγχυση, που καθιστά εξαιρετικά δύσκολο για τον μη ειδικό να κατανοήσει την πραγματική κατάσταση των πραγμάτων. Ο πληθωρισμός, όπως αυτός ο όρος χρησιμοποιείτο πάντοτε και παντού, και ιδιαίτερα σε αυτή τη χώρα [τις Ηνωμένες Πολιτείες], σημαίνει αύξηση της ποσότητας των χρημάτων και χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία και της ποσότητας των τραπεζικών καταθέσεων που υπόκεινται σε έλεγχο. Αλλά οι άνθρωποι σήμερα χρησιμοποιούν τον όρο «πληθωρισμός» για να αναφερθούν στο φαινόμενο που είναι η αναπόφευκτη συνέπεια του πληθωρισμού, δηλαδή η τάση όλων των τιμών και των μισθών να αυξάνονται. Το αποτέλεσμα αυτής της αξιοθρήνητης σύγχυσης είναι ότι δεν έχει απομείνει κανένας όρος για να δηλώνει την αιτία αυτής της αύξησης των τιμών και των μισθών. Δεν υπάρχει πλέον καμία διαθέσιμη λέξη για να δηλώσει το φαινόμενο που μέχρι τώρα ονομαζόταν πληθωρισμός. Συνεπώς, κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον πληθωρισμό με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Όπως δεν μπορείς να μιλήσεις για κάτι που δεν έχει όνομα, έτσι δεν μπορείς ούτε να το καταπολεμήσεις. Όσοι προσποιούνται ότι καταπολεμούν τον πληθωρισμό, στην πραγματικότητα καταπολεμούν μόνο αυτό που είναι η αναπόφευκτη συνέπεια του πληθωρισμού, η αύξηση των τιμών. Οι προσπάθειές τους είναι καταδικασμένες σε αποτυχία επειδή δεν επιτίθενται στη ρίζα του κακού.
Μόνο αργότερα, όπως το απαιτούσε η πολιτική σκοπιμότητα, ο ορισμός διαστρεβλώθηκε ώστε να σημαίνει «γενική αύξηση των τιμών». Αυτή η σημασιολογική ταχυδακτυλουργία επέτρεψε στα κράτη να ισχυρίζονται ότι είναι αθώα, ενώ διέπρατταν ακριβώς την πράξη που είχαν επαναπροσδιορίσει.
Ο Murray Rothbard ώθησε την άποψη του Mises στο λογικό της συμπέρασμα στο βιβλίο του The Case Against the Fed :
Ο αποκλειστικά υπεύθυνος για τον πληθωρισμό, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, ασχολείται συνεχώς με το να προκαλεί σάλο σχετικά με τον «πληθωρισμό», για τον οποίο φαίνεται να ευθύνονται σχεδόν όλοι οι άλλοι στην κοινωνία. Αυτό που βλέπουμε είναι το παλιό τέχνασμα του ληστή που αρχίζει να φωνάζει «Σταματήστε, κλέφτης!» και τρέχει στον δρόμο δείχνοντας μπροστά τους άλλους. Αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε γιατί ήταν πάντα σημαντικό για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, και για τις άλλες Κεντρικές Τράπεζες, να επενδύονται με μια αύρα σοβαρότητας και μυστηρίου. Γιατί, αν ο λαός γνώριζε τι συνέβαινε, αν μπορούσε να ανοίξει την κουρτίνα που κάλυπτε τον ανεξιχνίαστο Μάγο του Οζ, σύντομα θα ανακάλυπτε ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα, αντί να είναι η απαραίτητη λύση στο πρόβλημα του πληθωρισμού, είναι η ίδια η καρδιά και η αιτία του προβλήματος.
Κάθε επέκταση, υποστήριξε ο Ρόθμπαρντ, αποτελεί μια μορφή νομιμοποιημένης παραχάραξης που «στερεί αξία από όλους τους κατόχους χρημάτων», αναδιανέμοντας τον πλούτο από τους αποταμιευτές και τους παραγωγούς προς εκείνους που βρίσκονται πλησιέστερα στα σημεία εισόδου του νέου χρήματος. Οι τιμές προσαρμόζονται άνισα, επειδή το νέο χρήμα δεν εισέρχεται σε όλες τις τσέπες ταυτόχρονα. Ρέει - πρώτα στους δανειολήπτες, τις τράπεζες και τους κρατικούς εργολάβους - πριν διασκορπιστεί στην ευρύτερη οικονομία. Αυτό το «φαινόμενο Cantillon» είναι κεντρικό στην αυστριακή αντίληψη: το νέο χρήμα αλλάζει τις τιμές, οι οποίες δημιουργούν άλλες ευκαιρίες, μέσα από τα σημεία της διοχέτευσής του. Ο πληθωρισμός ωφελεί όσους λαμβάνουν το νέο χρήμα πρώτοι και τιμωρεί όσους το λαμβάνουν τελευταίοι.
Όπως καταδεικνύει ο Jörg Guido Hülsmann στο βιβλίο του «Πώς ο πληθωρισμός καταστρέφει τον πολιτισμό», ο πληθωρισμός πηγάζει «από την παραβίαση των θεμελιωδών κανόνων της κοινωνίας», μετατρέποντας αυτό που θα έπρεπε να είναι μια ειλικρινής οικονομική συναλλαγή σε συστηματική απάτη. Ο πληθωρισμός δεν είναι απλώς μια νομισματική στρέβλωση, αλλά ένας ηθικός κίνδυνος που διαφθείρει την ίδια τη γλώσσα της οικονομικής επικοινωνίας. Όταν ο fiat (τεχνητός) πληθωρισμός «μετατρέπει τον ηθικό κίνδυνο και την ανευθυνότητα σε θεσμό», καταστρέφει την ικανότητα του συστήματος τιμολόγησης να μεταφέρει την αλήθεια. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου «όλα είναι όπως ονομάζονται», τότε είναι δύσκολο να εξηγηθεί η διαφορά μεταξύ αλήθειας και ψέματος», οι τιμές παύουν να λειτουργούν ως αξιόπιστα σήματα που συντονίζουν τις οικονομικές αποφάσεις. Ο πληθωρισμός «βάζει σε πειρασμό τους ανθρώπους να ψεύδονται για τα προϊόντα τους και ο διαρκής πληθωρισμός ενθαρρύνει τη συνήθεια των συστηματικών ψεμάτων», διαδίδοντας αυτή τη διαφθορά «σαν καρκίνο στην υπόλοιπη οικονομία». Το αποτέλεσμα είναι μια κοινωνία όπου το ίδιο το μέσο του οικονομικού συντονισμού έχει παραποιηθεί στην πηγή του, αφήνοντας τους επιχειρηματίες να πλοηγούνται με συστηματικά παραμορφωμένα σήματα, που καθιστούν αδύνατο τον βιώσιμο οικονομικό υπολογισμό.
Αλλά η ζημιά εκτείνεται πολύ πέρα από τα παραποιημένα σήματα τιμών, στον ηθικό ιστό του ίδιου του πολιτισμού. Ο πληθωρισμός «μειώνει συνεχώς την αγοραστική δύναμη του χρήματος» και «η συνέπεια είναι η απελπισία και η εξάλειψη των ηθικών και κοινωνικών προτύπων». Μέσω πολιτικών που βασίζονται στο χρέος , «οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν ωθήσει τους πολίτες τους σε μια κατάσταση οικονομικής εξάρτησης άγνωστη σε οποιαδήποτε προηγούμενη γενιά». Αυτή η εξάρτηση διαβρώνει τον χαρακτήρα:
Τα τεράστια χρέη είναι ασυμβίβαστα με την οικονομική αυτονομία κι έτσι τείνουν να αποδυναμώνουν την αυτονομία και σε όλους τους άλλους τομείς. Το άτομο που έχει καταρρακωθεί από τα χρέη τελικά υιοθετεί τη συνήθεια να στρέφεται σε άλλους για βοήθεια, αντί να ωριμάσει στο οικονομικό και ηθικό αγκυροβόλιο της οικογένειάς του και της ευρύτερης κοινότητάς του. Οι ευσεβείς πόθοι και η υποτέλεια αντικαθιστούν τη νηφαλιότητα και την ανεξάρτητη κρίση.
Ακόμα χειρότερα , «ο πληθωρισμός καθιστά την κοινωνία υλιστική. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι επιδιώκουν το χρηματικό εισόδημα εις βάρος της προσωπικής ευτυχίας». Αυτό που προκύπτει είναι μια κουλτούρα όπου «ο fiat πληθωρισμός αφήνει ένα χαρακτηριστικό πολιτιστικό και πνευματικό στίγμα στην ανθρώπινη κοινωνία» - ένα στίγμα που μετατρέπει τους ανεξάρτητους πολίτες σε εξαρτημένα υποκείμενα, διαβρώνει τα πρότυπα που στηρίζουν τον πολιτισμό και τελικά αποκαλύπτει τον πληθωρισμό ως «μια δύναμη κοινωνικής, οικονομικής, πολιτιστικής και πνευματικής καταστροφής».
Ο πληθωρισμός ως βιωματική εμπειρία
Το πραγματικό πεδίο δράσης του πληθωρισμού δεν είναι τα υπολογιστικά φύλλα, αλλά το σπίτι. Η ζημιά είναι προσωπική — γίνεται αισθητή όχι στα οικονομικά μεγέθη αλλά στις αδιόρατες επαναξιολογήσεις της καθημερινής ζωής. Ο πληθωρισμός λειτουργεί ως ο πιο σκληρός και απερίσκεπτος φόρος, γιατί χτυπά αόρατα, διαβρώνοντας την αγοραστική δύναμη των ανθρώπων που είναι λιγότερο εξοπλισμένοι για να τον αντιμετωπίσουν. Καταστρέφει τη σύνδεση μεταξύ προσπάθειας και ανταμοιβής, μεταξύ σύνεσης και ασφάλειας.
Ο πληθωρισμός τιμωρεί την λιτότητα και ανταμείβει το χρέος. Όσοι αποταμιεύουν χάνουν. Όσοι δανείζονται κερδίζουν, τουλάχιστον προσωρινά. Η αρετή του αποταμιευτή γίνεται ανοησία και η απερισκεψία του κερδοσκόπου γίνεται προσόν. Με την πάροδο του χρόνου, ολόκληρες κοινωνίες μεταβάλλουν τις χρονικές τους προτιμήσεις - η ανυπομονησία αντικαθιστά την επιμέλεια, η κατανάλωση αντικαθιστά την παραγωγή και την αποταμίευση. Μόλις το χρηματικό σήμα διαφθαρεί, η κοινωνία χάνει την αίσθηση του μελλοντικού προσανατολισμού της. Ο πληθωρισμός απο-πολιτίζει τους ανθρώπους διδάσκοντάς τους να ζουν για το παρόν. Αυτή είναι η πολιτισμική παρακμή.
Στην καθημερινή ζωή, αυτό εκδηλώνεται σταδιακά. Η οικογένεια της μεσαίας τάξης που κάποτε έτρωγε έξω κάθε εβδομάδα, τώρα τρώει στο σπίτι. Ο νεαρός εργαζόμενος που έκανε οικονομίες για ένα σπίτι ανακαλύπτει ότι το όνειρο ξεμακραίνει κάθε χρόνο. Ο συνταξιούχος, στον οποίο υποσχέθηκαν ασφάλεια μέσω «σταθερών» επενδύσεων, συνειδητοποιεί ότι η σταθερότητα είχε τιμολογηθεί σε ονομαστικούς και όχι σε πραγματικούς όρους. Όλοι προσαρμόζονται - οικονομικά, ψυχολογικά, ηθικά. Η ζημιά είναι αργή, εξατομικευμένη και σωρευτική.
Ο Αυστριακός οικονομολόγος βλέπει τον πληθωρισμό όχι ως στατιστικό στοιχείο αλλά ως μια ιστορία διαστρέβλωσης - μια ιστορία ηθικής αντιστροφής, κακής κατανομής και προοδευτικής κοινωνικής αποθάρρυνσης. Η καταστροφή δεν είναι απλώς οι υψηλότερες τιμές, αλλά οι συγκεχυμένες αξίες και οι διαστρεβλωμένες επιλογές. Ο πληθωρισμός είναι, στην ουσία, ένα ψέμα ενάντια στον χρόνο και την αξία και, όπως όλα τα ψέματα, τελικά καταρρέει κάτω από τις δικές του αντιφάσεις.
Συμπέρασμα: Το υγιές χρήμα ως θεμέλιο του πολιτισμού
Η πορεία προς τα εμπρός δεν αποτελεί μυστήριο. Είναι μια επιλογή. Οι κοινωνίες που επιθυμούν να ανακάμψουν από τα ηθικά και οικονομικά συντρίμμια του πληθωρισμού πρέπει να ξεκινήσουν από εκεί που ξεκίνησε η διαφθορά: από το ίδιο το χρήμα. Η αυστριακή θεραπεία απαιτεί την αποκατάσταση του έντιμου χρήματος - του χρήματος που δεν μπορεί να διογκωθεί κατά βούληση, που διατηρεί την αξία του στο πέρασμα του χρόνου και που επανασυνδέει την προσπάθεια με την ανταμοιβή.
Το να ζητάμε υγιές χρήμα ισοδυναμεί με το να απαιτούμε την αποκατάσταση της αλήθειας ως θεμελίου της οικονομικής ζωής. Ο πληθωρισμός είναι πρώτα και κύρια ένα ψέμα - ένα ψέμα ενσωματωμένο στο ίδιο το μέσο που χρησιμοποιούμε για να μεταδώσουμε την αξία. Όταν αυτό το μέσο διαφθείρεται, η ηθική αρχιτεκτονική της κοινωνίας καταρρέει μαζί του. Η αποκατάσταση του υγιούς χρήματος σημαίνει αποκατάσταση των συνθηκών υπό τις οποίες ο πολιτισμός μπορεί να ανθίσει: όπου οι αποταμιεύσεις συσσωρεύονται αντί να αποσυντίθενται, όπου ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός αντικαθιστά τη βραχυπρόθεσμη απελπισία και όπου το νόμισμα γίνεται σύμμαχος της αρετής και όχι μηχανισμός της κακίας.
Ο πληθωρισμός που φτωχοποιεί και αποθαρρύνει συνεχίζεται, όχι από οικονομική αναγκαιότητα, αλλά λόγω πολιτικής βούλησης και δημόσιας συναίνεσης. Η ιστορία δεν προσφέρει καμία παρηγοριά σε όσους αγνοούν επ’ αόριστον τον οικονομικό νόμο. Το να επιλέγεις το υγιές χρήμα ισοδυναμεί με το να επιλέγεις τον πολιτισμό αντί της παρακμής. Η Αυστριακή Σχολή δεν προσφέρει ουτοπικές υποσχέσεις, μόνο απόλυτη σαφήνεια: το υγιές χρήμα είναι η προϋπόθεση για μια ελεύθερη και πολιτισμένη κοινωνία, και η απουσία του είναι η προϋπόθεση για την βαρβαρότητα.
[Πηγή άρθρου: The Road to De-Civilization: Inflation and the Moral Erosion of Society]











