Οι πόλεμοι του βαθέως κράτους των ΗΠΑ βασίζονται σε ψεύδη
Αυτό που δεν μπορούν να δουν οι περισσότεροι απλοί πολίτες είναι το γιατί η Ουάσιγκτον ενεργεί έτσι όπως ενεργεί.
Ετικέτες: Κράτος
Άρθρο της Karen Kwiatkowski, δημοσιευμένο στις 30/08/2024. Η Karen Kwiatkowski είναι εκπαιδευτικός και απόστρατη αντισυνταγματάρχης της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ.
[Από το τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου του The Misesian.]
Οι Αμερικανοί είναι ολοένα και πιο ανήσυχοι για την «εθνική» τους ασφάλεια και ανησυχούν όλο και περισσότερο ότι ο πόλεμος γυροφέρνει τις ακτές μας. Αντί να μειώνει τον κίνδυνο να υποστεί πλήγμα η Αμερική και τα συμφέροντά μας, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον φαίνεται να τον επιδιώκει, να επενδύει σε αυτόν, να τον τροφοδοτεί και να ψεύδεται σχετικά μ’ αυτόν.
Το Κογκρέσο μιλά ανοιχτά για την καταπολέμηση των πολέμων, ενώ τους χρηματοδοτεί σταθερά, και μπορούμε εύκολα να επαληθεύσουμε ότι έχει συσσωρεύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε αυτό το συγκεκριμένο καλάθι δαπανών. Αυτό που δεν μπορούμε να δούμε είναι το γιατί η Ουάσιγκτον ενεργεί όπως ενεργεί. Το «γιατί;» συχνά καταστέλλεται και το υποκείμενο σκεπτικό για τη συνεχιζόμενη επένδυση στον πόλεμο συγκαλύπτεται. Αντίθετα, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης και οι πολιτικοί μας μηρυκάζουν συνεχώς ότι η Ουάσιγκτον υπερασπίζεται την ελευθερία και βοηθά τα μικρά κράτη να αντισταθούν στους καταπιεστές τους.
Αυτές οι φήμες της αμερικανικής πολεμικής προπαγάνδας δεν θα εξαφανιστούν στην περίπτωση των βάναυσων κρεατομηχανών στην Ουκρανία και το Ισραήλ. Η ελευθερία —είτε σε ατομική είτε σε κρατική μορφή— βασίζεται όχι στα λόγια αλλά στην ιδιωτική ιδιοκτησία του εαυτού μας και της ιδιοκτησίας μας, και στην κρατική προστασία αυτών των ατομικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Εάν δεν πρόκειται για υπεράσπιση της ελευθερίας, οι ΗΠΑ βοηθούν άραγε ένα μικρό ανεξάρτητο κράτος να σταθεί ενάντια στους μεγαλύτερους και πιο πλούσιους καταπιεστές του; Κανένα από αυτά τα υποτιθέμενα κίνητρα για την αμερικανική επέμβαση στο εξωτερικό δεν ισχύει για το τι κάνουν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία ή το Ισραήλ. Γιατί λοιπόν η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι τόσο αφοσιωμένη στο να χρηματοδοτεί, να διεξάγει και να επεκτείνει αυτούς τους πολέμους; Η απάντηση είναι ότι ο πόλεμος βοηθά το κράτος να υφαρπάξει την περιουσία και την ελευθερία μας. Η απάντηση είναι ότι ο πόλεμος είναι πραγματικά η υγεία του κράτους.
Ο πόλεμος στο Ισραήλ
Στο Ισραήλ πάνω από το 90% του συνόλου της γης ανήκει στο κράτος. Σε άτομα και εταιρείες δίνονται μακροχρόνιες μισθώσεις για να το χρησιμοποιήσουν. Η γη, η περιουσία και οι άνθρωποι στα αμφισβητούμενα κατεχόμενα εδάφη θεωρούνται ότι ανήκουν στον ισραηλινό στρατό. Η πρόσφατη συζήτηση στο Ισραήλ σχετικά με ένα σχέδιο μεταφοράς του διοικητικού ελέγχου της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης από την Ισραηλινή Αμυντική Δύναμη στην Πολιτική Διοίκηση Εποικισμού δείχνει τη σημασία τόσο της στρατιωτικής γης, όσο και της μη στρατιωτικής κρατικής γης. Υπογραμμίζει επίσης τη θεμελιώδη στάση του κράτους του Ισραήλ ότι όλη η περιουσία είναι κρατική ιδιοκτησία. Η έννοια της ιδιοκτησίας του ισραηλινού κράτους μοιάζει με αυτήν της Σοβιετικής Ένωσης, παρά με οτιδήποτε θα αποδέχονταν ή θα υπερασπίζονταν οι Αμερικανοί. Η υπεράσπιση του Ισραήλ είναι κυριολεκτικά υπεράσπιση της κρατικής περιουσίας.
Το κράτος του Ισραήλ έχει καλλιεργήσει μια πολύ περίεργη πολιτική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία όχι μόνο εγγυάται την κορυφαία πολιτική κάλυψη στον ΟΗΕ και στο Κογκρέσο για όλες τις ενέργειες του Ισραήλ, αλλά παρέχει επίσης στο Ισραήλ πρόσβαση 24/7 στο Κογκρέσο και τις εκτελεστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ. Από το 1948, αυτή η περίεργη σχέση έχει αποφέρει πάνω από 300 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσια στρατιωτική βοήθεια και οικονομικές μεταβιβάσεις προς το Ισραήλ, άνευ όρων. Σε περιόδους ενεργών συγκρούσεων, αυτή η βοήθεια διπλασιάζεται και τριπλασιάζεται γρήγορα με τη συντριπτική, δικομματική υποστήριξη από το Κογκρέσο και τον Πρόεδρο. Όπως θέλουν να μας υπενθυμίζουν οι υποστηρικτές αυτής της βοήθειας, κάποια από αυτά τα δολάρια της φορολόγησης δαπανώνται στο εσωτερικό, από το κράτος μας, για να στηρίξουν τις δικές μας αμυντικές βιομηχανίες.
Η κρατική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Ισραήλ είναι αναμφίβολα πραγματικές, αλλά καμία απ’ τις δύο δεν είναι πραγματικά απαραίτητη.
Το Ισραήλ — που έχει το μέγεθος του Βερμόντ και τον πληθυσμό του Νιου Τζέρσεϊ, αλλά κατατάσσεται ως η οικονομία με την 4η καλύτερη επίδοση στον κόσμο από τον Οργανισμό Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) το 2022 — είναι μια στρατιωτικοποιημένη κοινωνία με κορυφαίους τομείς άμυνας και τεχνολογίας. Είναι πυρηνικά ικανό κράτος και οι αμυντικές του ικανότητες είναι πανίσχυρες, απαράμιλλες σε σύγκριση με την ισχύ οποιουδήποτε καταπιεστή. Το Ισραήλ δεν χρειάζεται τις ΗΠΑ να το «υπερασπίζονται». Το σιωνιστικό κράτος αναμφίβολα εξελίσσεται και παραμένει τόπος εσωτερικών και διεθνών συγκρούσεων. Αλλά μόνο γι’ αστείο μπορεί να περιγραφεί σαν «ανεξάρτητο αουτσάιντερ».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Το 1991, η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε και η Ουκρανία άρχισε να απομακρύνεται από την κρατική ιδιοκτησία γης και περιουσίας. Όμως η Ουκρανία κινήθηκε προς την φρασεολογία της ιδιωτικής ιδιοκτησίας με πολύ λίγα απτά παραδείγματα από την πραγματικότητα. Η ουκρανική γη σήμερα βρίσκεται κυρίως στα χέρια πολιτικά συνδεδεμένων εγχώριων και διεθνών εταιρειών, και οι μεγάλες εμπορικές φάρμες κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος της γεωργικής της γης μέσω μισθώσεων, σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Όκλαντ. Για δεκαετίες, η Ουκρανία θεωρείτο το πιο διεφθαρμένο έθνος στην Ευρώπη. Τα δυσθεώρητα επίπεδα κρατικών, και κρατικά διαπλεκόμενων, μισθώσεων παρέμειναν κατά τη μετάβαση από τη σοβιετική δημοκρατία σε επίδοξο μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Καθώς ο συγκεντρωτισμός και ο κρατικός έλεγχος των μέσων παραγωγής συνεχιζόταν στην Ουκρανία — τώρα με την ενθάρρυνση της Δύσης — η ιδιωτική οικονομία και η κοινωνία των πολιτών δεν κατάφεραν να ανθίσουν.
Νεο-συντηρητικοί με εμμονή με τη Ρωσία, όπως η καριερίστρια του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Βικτόρια Νούλαντ - ανακυκλώθηκαν αθόρυβα από την κυβέρνηση Μπους στις κυβερνήσεις Ομπάμα και Μπάιντεν - μοίρασαν ευχές και χαμόγελα, γνωρίζοντας ότι οι ελεύθεροι σκοπευτές που είχαν προσλάβει έκαναν καλή δουλειά βοηθώντας να υποδαυλιστεί η «πολύχρωμη επανάσταση» του Μαϊντάν το 2014, για την εδραίωση της επιρροής των ΗΠΑ στην Ουκρανία. Αυτό δεν έγινε για να προωθηθεί η Ουκρανία ως ελεύθερη χώρα, αλλά για να διασφαλιστεί ως πηγή πόρων και να εργαλειοποιηθεί.
Εν μέρει λόγω της παρότρυνσης των πρόθυμων Ουκρανών και των δυτικών αξιωματούχων και των ακολούθων τους, η Ουκρανία υιοθετεί τώρα τις ιδιαιτερότητες του, αλα Binder, εθνικοσοσιαλισμού ενώ εξακολουθεί να παλεύει με τις συνέπειες του παλιού σοβιετισμού, με τη διαφθορά, το έγκλημα και τη δημόσια ανεντιμότητα. Η περίπτωση της Burisma Holdings και τα οφέλη της κρατικής διαφθοράς στο εσωτερικό και στο εξωτερικό μπορεί να έχουν συζητηθεί και απορριφθεί. Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε τη σκληρή αλήθεια των πρόσφατων δηλώσεων του γερουσιαστή Lindsey Graham για τα ορυκτά και τους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας ύψους 10 έως 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, τους οποίους το κράτος των ΗΠΑ θέλει να ελέγξει: «Είναι ένα χρυσωρυχείο» — όχι για τον λαό της Ουκρανίας, αλλά για μια κυβέρνηση των ΗΠΑ που αγωνίζεται για έναν συνεχώς διευρυνόμενο έλεγχο, πέρα από τα σύνορά της. Όπως συμβαίνει με όλους τους πολέμους που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ, η αμερικανική κυβέρνηση επιδιώκει το δικό της όφελος, κάτι που είναι εντελώς ασύμβατο με την αναγνώριση και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και με την ελευθερία γενικότερα.
Μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε την Ουκρανία ένα ανεξάρτητο αουτσάιντερ, όπως επιμένουν οι πολιτικοί των ΗΠΑ; Η Ουκρανία είναι μια τεράστια ευρωπαϊκή δύναμη φυσικών πόρων, γεωγραφίας, φθηνού εργατικού δυναμικού και φθηνότερων πολιτικών. Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο η φυσική του μετάβαση από τη σοβιετική κυριαρχία σε μια κλασική φιλελεύθερη δημοκρατία δεν μπορεί ποτέ να επιτραπεί. Πάρα πολλά ενδιαφερόμενα μέρη, για πάρα πολλούς διαφορετικούς λόγους, θέλουν να διαμορφώσουν την εξέλιξη της Ουκρανίας, μεταξύ αυτών και ο αρχηγός του κράτους των ΗΠΑ. Η Ουκρανία όχι μόνο δεν είναι ανεξάρτητη, αλλά η εξάρτησή της σχεδιάστηκε προσεκτικά από τα δυτικά συμφέροντα πριν από το πραξικόπημα του 2014 και έχει σχεδιαστεί για να παραμείνει πολύ καιρό μετά τη χάραξη των νέων συνόρων μεταξύ της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας, της Πολωνίας, της Λιθουανίας και φυσικά της Ρωσίας. Η Ουκρανία, όπως και το σύγχρονο Ισραήλ, εμφανίστηκε ως ένα τεχνητό και πολιτικό κράτος. Όχι μόνο το Ισραήλ και η Ουκρανία δεν προέκυψαν με φυσικό τρόπο, αλλά ούτε και δόθηκε αυτή η ευκαιρία στα βιαστικά χρόνια του «τέλους της ιστορίας» του 20ου αιώνα, του πιο δολοφονικού και πιο κρατικίστικου αιώνα.
Η τραγωδία πίσω από το αφήγημα της Ουάσιγκτον
Συγκρίνοντας τα σημερινά καθεστώτα των «ανεξάρτητων αουτσάιντερ» του Ισραήλ και της Ουκρανίας, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ποιο πρέπει να μας τρομάζει περισσότερο και ποιο πρέπει να μας ραγίζει την καρδιά. Πολλοί στο Ισραήλ φαίνεται να κατανοούν το πραγματικό κόστος της απόκτησης κλεμμένων αγαθών (σ.σ. φορολόγηση), ως κρατική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Ισραήλ — και την παρότρυνση από το ισραηλινό κράτος. Στην Ουκρανία, οι άνθρωποι έχουν μια μεγάλη και αυξανόμενη αίσθηση ότι είναι οι ίδιοι που έχουν ληστευτεί — όχι μόνο από τη Ρωσία με την απόκτηση του ρωσόφωνου Ντονμπάς, αλλά από μια χούφτα ευρωπαϊκών και αμερικανικών ελίτ που έχουν ήδη ξεπεράσει τον Ιωσήφ Στάλιν στην μηχανορραφίας και στην προσοδοθηρία από τη μιζέρια της Ουκρανίας.
Οι ΗΠΑ και η Δύση δεν τροφοδοτούν τον πόλεμο στην Ουκρανία και το Ισραήλ για να προωθήσουν την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Το κράτος των ΗΠΑ δεν έχει και πολλά να πει σε αυτές τις χώρες, για το πώς θα μπορούσαν να προστατεύσουν καλύτερα την ιδιωτική ιδιοκτησία και τον ατομικισμό (σ.σ. το αντίθετο του κολλεκτιβισμού/σοσιαλισμού) — στην πραγματικότητα, γενικά συμβουλεύει το αντίθετο. Ομοίως, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν επενδύει στην σύγκρουση στην Ουκρανία και το Ισραήλ για να βοηθήσει ένα μικρό ανεξάρτητο αουτσάιντερ να σταθεί απέναντι στους μεγαλύτερους καταπιεστές του. Οι ΗΠΑ, βοηθώντας ενεργά τους κρατικούς θεσμούς που απεχθάνονται την ελευθερία, καταπιέζουν θεμελιωδώς τόσο τον ουκρανικό όσο και τον ισραηλινό πληθυσμό. Θυμηθείτε, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, ανεξαρτήτως πολιτικής ή κόμματος, μετράει τους νεκρούς Ουκρανούς και τους νεκρούς Ρώσους ως win-win, δικαιολογώντας δημόσια τη χρήση βομβών, πυραύλων και πυρομαχικών διασποράς - που χρησιμοποιούνται για να σκοτώνουν αθώους και να στοχεύουν σπίτια και νοσοκομεία.
Γιατί το καθεστώς λατρεύει τον πόλεμο
Είναι επιτακτική ανάγκη να καταλάβουμε γιατί το καθεστώς λατρεύει τον πόλεμο και τον απαιτεί. Το Ισραήλ και η Ουκρανία παρέχουν σοβαρή τροφή για σκέψη, όχι μόνο για τους Αμερικανούς φορολογούμενους, αλλά ειδικά για τους Αμερικανούς που φαντάζονται ότι ζουν υπό μια κυβέρνηση του λαού, από τον λαό και για τον λαό.
Το κράτος των ΗΠΑ δεν αγωνίζεται υπέρ των ανεξάρτητων αουτσάιντερ και δεν παλεύει για την ελευθερία. Μια χώρα, ή ακόμα και ένα πολιτικό κόμμα, που προσπαθεί να είναι ανεξάρτητο από τον μιλιταρισμό των ΗΠΑ, ή να προωθήσει πραγματικά τα δικαιώματα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας με τρόπο που κοστίζει στο κράτος των ΗΠΑ κάποιο κλάσμα ισχύος ή κέρδους, γρήγορα βρίσκεται στόχος της οργής της.
Η Ουκρανία και το Ισραήλ είναι οι τρέχοντες επιλεχθέντες «μπουτίκ πόλεμοι», που συνδέονται και μοιάζουν πολύ με εκείνους που η αμερικανική κυβέρνηση επιδίωξε για κέρδος και επίδειξη ισχύος στο Ιράκ, τη Γιουγκοσλαβία, τη Συρία, το Αφγανιστάν, τη Λιβύη και αλλού. Οι μπουτίκ πόλεμοι είναι και ευχάριστοι και κερδοφόροι για το καθεστώς. Τροφοδοτούν και ικανοποιούν προσωρινά τους στρατιωτικούς-βιομηχανικούς-πολιτικούς τους αυτουργούς. Αυτοί οι πόλεμοι διευκολύνουν τον έλεγχο των εγχώριων πόρων και της ελευθερίας. Προωθούν τον ατέρμονο κρατικό δανεισμό. Επιτρέπουν στο κράτος να ξύσει μια φαγούρα, όπως ένα φίδι ρίχνει το δέρμα του για να αναπτυχθεί.
Είναι άραγε πιθανόν ότι, όταν ο Randolph Bourne παρατήρησε ότι «ο πόλεμος είναι η υγεία του κράτους», υποτίμησε την πραγματικότητα, βλέποντας τους πολέμους ως περιοδικούς και όχι ως την ίδια την ψυχή του κράτους; Στο γνωστό του δοκίμιο του 1918, ο Bourne σημειώνει ότι «η εποχή του πολέμου φέρνει στο «ιδανικό» του κράτους μια πολύ ξεκάθαρη ανακούφιση και αποκαλύπτει συμπεριφορές και τάσεις που ήταν κρυμμένες». Τι έχει κρυφτεί και τι αποκαλύπτεται τώρα στους δύο μεγάλους πολέμους που η Ουάσιγκτον χρηματοδοτεί και πολεμά, στο Ισραήλ και την Ουκρανία;
Όλο και περισσότεροι άνθρωποι κάνουν αυτήν την ερώτηση, και χρειάζεται να την κάνουν περισσότεροι. Προς το τέλος της στρατιωτικής μου καριέρας, ήμουν μία από αυτούς. Παρά τα χρόνια της προηγηθείσας στρατιωτικής εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένης της ολοκλήρωσης του προγράμματος του Κολεγίου του Ναυτικού Πολέμου, δεν είχα ακούσει ποτέ για τον υποστράτηγο Smedley Butler, πόσο μάλλον για το φυλλάδιό του «War Is a Racket» (Ο πόλεμος είναι μια μπίζνα). Αλλά αυτό που έβλεπα, ελλιπώς από μέσα, επιβεβαίωσε ότι ο Butler δεν ήταν μόνο σωστός, αλλά και προφητικός. Ο αλληλένδετος κύκλος των εθνικών ιδεολογικών ανταγωνισμών και των αμυντικών εξοπλιστικών ανταγωνισμών και η αδιάκοπη, σπάταλη και τελικά άχρηστη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στοχεύει όχι στην άμυνα αλλά στην επίθεση, και όχι μόνο στην επίθεση εκ μέρους των ΗΠΑ, αλλά και στις επιθετικές δυνατότητες των -ελεγχόμενων από τις ΗΠΑ- διαφόρων συμμάχων τους. Οι ωφελούμενοι από όλο αυτό, όπως σημείωσε ο Μπάτλερ, ήταν πάντα και μόνο οι παράγοντες που έκαναν μπίζνες. Το 1933, περιέγραψε τις προηγούμενες δεκαετίες της θητείας του: «Ήμασταν οι κρατικοί γκάνγκστερ, [...] υψηλής τάξεως μπράβοι για τις μεγάλες εταιρείες, για τη Wall Street και τους τραπεζίτες».
Έχοντας υπάρξει μία μικρή κρατική γκάνγκστερ και η ίδια στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, παρατήρησα την μετά τον Ψυχρό Πόλεμο άνοδο των νεοσυντηρητικών —με το πάθος τους για το Ισραήλ και την ωμή λαγνεία τους για την Ανατολική Ευρώπη— καθώς η κυβέρνηση των ΗΠΑ μετά το 1989 αντικατέστησε αθόρυβα τον δημοφιλή αντικομμουνισμό με τον λυσσαλέο αντιρωσισμό. Ωστόσο, αυτή η ιδεολογία ήταν απλώς υποστηρικτική της συνεχιζόμενης ανάπτυξης του κράτους: Αν το κράτος δεν ήταν σε θέση να υιοθετήσει τον νεοσυντηρητισμό, κάποια άλλη «επείγουσα καθοδηγητική δύναμη» για την ανάπτυξη των στρατιωτικών θεσμών — οι οποίοι είναι ο βηματοδότης της αμερικανικής οικονομίας και ο υποστηρικτής της κρατικής εξουσίας— θα είχε βρεθεί.
Υπηρέτησα υπό την κυβέρνηση Μπους-Τσέινι. Ήταν μια εποχή που ο Ντικ Τσέινι προσωποποιούσε την επιθυμία του κράτους για πόλεμο και κέρδος, και που πάρθηκε η απόφαση να παραπλανηθεί πολιτικά ο λαός και οι νομοθέτες του, για να υποστηρίξουν τον πόλεμο στο Ιράκ. Οι πόλεμοι ήταν εύκολο να ξεκινήσουν, και για να παραφράσω τον Μπάτλερ, τα κέρδη θα μετρούνταν σε δολάρια και οι απώλειες μόνο σε ζωές. Το Πεντάγωνο των Μπους-Τσέινι δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει ένα τρίο αεροπειρατών το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, και το ίδιο το Πεντάγωνο έγινε κυριολεκτικά σημείο μηδέν, ανυπεράσπιστο απέναντι στην «εχθρική» επίθεση. Αυτή η αποτυχία λειτούργησε θαυμάσια για να υποστηρίξει την έκρηξη των δαπανών στην άμυνα, τις μυστικές υπηρεσίες και την επιτήρηση των προσωπικών δεδομένων — πάνω από 20 χρόνια άντλησης κερδών, αρπαγής πόρων και εγχώριας χειραγώγησης. Αυτό συνέβη καθώς μεγάλο μέρος της Μέσης Ανατολής και τμήματα της ανατολικής Ευρώπης καταστράφηκαν με το ανομολόγητο κόστος εκατομμυρίων νεκρών, κατεστραμμένων και εκτοπισμένων ανθρώπων, κατεστραμμένων οικονομιών και ρήξης κοινωνιών.
Η μπίζνα των πολέμων
Κατάλαβα ότι αυτό που έκανα αφορούσε απλώς τις δαπάνες, όχι την άμυνα. Τίποτα απ’ όσα κάναμε δεν είχε στόχο την προστασία της ζωής και της ελευθερίας. Για μερικά χρόνια συνεργαζόμουν με έναν μηχανικό βαλλιστικών πυραύλων, που ανέφερε μεγάλες αποτυχίες στις δοκιμές, αλλά αυξανόμενους προϋπολογισμούς κάθε μήνα, και χρόνο με τον χρόνο. Αυτό μου φανέρωσε ένα μικρό κομμάτι της πραγματικής βλάβης που προκάλεσε στην αμερικανική ελευθερία και ασφάλεια το στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα, που καταβροχθίζει τον μπουφέ που πληρώνουν οι φορολογούμενοι, όλες αυτές τις δεκαετίες των παχέων αγελάδων. Καθώς οι εταιρείες άμυνας και δεδομένων εδραιώνονται πίσω από την «ιερή αποστολή» των συνεχών κρατικών συμβολαίων και των εγγυημένων κερδών που χρηματοδοτούνται από φόρους, ο αμυντικός τομέας παράγει οπλικά συστήματα δισεκατομμυρίων δολαρίων που είναι ικανά για πραγματικές αποστολές σε λιγότερο από το 30% των περιπτώσεων — αντιμετωπίζονται εύκολα και καταστρέφονται με κόστος μερικές δεκάρες. Αναρωτιόμαστε πού πηγαίνουν ένα τρισεκατομμύριο δολάρια ετησίως — γιατί είναι πολύ σαφές ότι το τεράστιο στρατιωτικοποιημένο κράτος δεν μπορεί να υπερασπιστεί, και ότι δεν ενδιαφέρεται να υπερασπιστεί, τον λαό μας, την ελευθερία μας, την οικονομία μας ή τη χώρα μας.
Αυτό το διαρκώς διευρυνόμενο κύκλωμα δεν υπάρχει για τον λαό ή από τον λαό - αλλά για να πλουτίζει και να εξασφαλίζει τις ζωές ενός μικρού αριθμού ανθρώπων, κυρίως όσων συνδέονται απευθείας με την Ουάσιγκτον. Οι περισσότεροι είναι μη εκλεγμένοι, και όσοι εκλέγονται αντιμετωπίζουν τον έντονο προσωπικό συμβιβασμό και την πολιτική καταστροφή, εκ προοιμίου, εάν αποτύχουν να περάσουν το μήνυμα και να χρηματοδοτήσουν τα σχέδια όσων έχουν πλουτίσει από τον πόλεμο και τις απειλές κήρυξης πολέμου.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ - προσπαθώντας να διατηρήσει την αλαζονική της θέση ως αρχηγός της αγέλης και δημιουργός των παγκόσμιων κανόνων - έχει καταστρέψει οριστικά ένα όμορφο μέρος, που κάποτε 35 εκατομμύρια Ουκρανοί και Ρώσοι αποκαλούσαν σπίτι τους. Καταστρέφει τους Αγίους Τόπους υποστηρίζοντας μια προγραμματισμένη γενοκτονία και ακόμα περισσότερο πόλεμο στο όνομα της σιωνιστικής επέκτασης. Εάν η κυβέρνηση των ΗΠΑ μπορεί να αυξήσει τη ισχύ της, καταστρέφοντας άλλες χώρες στο όνομα της ισχύος και της επιβίωσης του κράτους, η ιστορία μας λέει ότι δεν θα διστάσει να το κάνει. Πολλοί πληθυσμοί σε όλο τον κόσμο το γνωρίζουν ήδη από προσωπική εμπειρία. Οι Αμερικανοί επιτέλους το αναγνωρίζουν.
Μολονότι έχει μεγάλο τίμημα για τους Ουκρανούς και τους Παλαιστίνιους - τους οποίους η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται, όχι πειστικά, ότι υποστηρίζει - βλέπουμε το πραγματικό πρόσωπο της ασύστολης κρατικής εξουσίας. Είναι ένα πολυκέφαλο τέρας με μια αδηφάγο πείνα για τη ζωή και την ελευθερία μας, και τη ζωή και την ελευθερία των άλλων. Αντί να παλεύει υπέρ του καλού, όλα τα στοιχεία μας δείχνουν ότι το κράτος παλεύει μόνο για πόρους και για περισσότερη εξουσία. Ο Bourne παρατηρεί ότι το καθαρό αποτέλεσμα μιας πολεμικής νοοτροπίας —που καθοδηγείται από το κράτος, όχι από τους ανθρώπους— ενισχύει το κράτος καταλαμβάνοντας και ελέγχοντας τον «συλλογικό νου». Αποστραγγίζει κυριολεκτικά την παραγωγικότητα από την οικονομία μας, την ανθρωπιά από τις ψυχές μας και το αίμα από το σώμα μας.
Υπάρχει μια προειδοποίηση που πρέπει να λάβουν υπόψη οι Αμερικανοί, καθώς εμείς, ο λαός, αναζητούμε την πραγματική ειρήνη, την ελευθερία και την ευημερία: Όταν κοιτάμε κατευθείαν το αληθινό πρόσωπο του κράτους - όπως πρέπει να κάνουμε, ολοένα και περισσότερο - ένα σκυθρωπό θηρίο μας κοιτάζει κατάματα, απάνθρωπο και ανήθικο, βλέποντας μας μόνο σαν εχθρούς του και ενδιαφερόμενο μόνο για ν’ αρπάξει την περιουσία μας.
Δείτε επίσης: