Henry Kissinger: Εγκληματίας πολέμου και εχθρός της ανθρωπότητας
Άρθρο του Ryan McMaken, που δημοσιεύτηκε στις 30/11/2023 από το Mises Institute
Ο Κίσινγκερ έπαιξε βασικό ρόλο σε μια πλειάδα πραξικοπημάτων, δολοφονιών και βομβαρδισμών σε όλο τον κόσμο, και συχνά ενέκρινε με ενθουσιασμό πράξεις του καθεστώτος που ήξερε ότι θα στόχευαν αθώους πολίτες. Το τέχνασμα του Κίσινγκερ ήταν να παρουσιάζει τον εαυτό του ως τη «φωνή της λογικής» που τοποθετείται ως «ρεαλιστής» -αν και στην πραγματικότητα δεν ήταν ρεαλιστής- και ως αμερόληπτο επικριτή των υπόλοιπων συμβούλων της εξωτερικής πολιτικής.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Χένρι Κίσινγκερ πέθανε την Τετάρτη. Ήταν 100 ετών. Ο Κίσινγκερ είναι ίσως πιο αξιοσημείωτος για τη δράση του κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Νίξον, όταν βοήθησε τον Νίξον να παρατείνει τον πόλεμο του Βιετνάμ και να τον επεκτείνει στην Καμπότζη και το Λάος.
Ωστόσο η επιρροή του σίγουρα δεν περιορίστηκε στα χρόνια του Νίξον: υπηρέτησε με επίσημη ιδιότητα στην κυβέρνηση Φορντ, και επίσης με πιο άτυπους ρόλους κατά τη διάρκεια των ετών Ρήγκαν και Μπους. Σε όλο αυτό το διάστημα ο Κίσινγκερ υπήρξε ένας αδίστακτος υπηρέτης του κατεστημένου της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Ως πολιτικός επιστήμονας με σπουδές στο Χάρβαρντ, ο Κίσινγκερ εργάστηκε για να παράσχει βαρύτητα και νομιμότητα σε μια σειρά από πολέμους και παρεμβάσεις των ΗΠΑ, οι περισσότερες από τις οποίες κατέληξαν σε λουτρά αίματος για τους απλούς ανθρώπους των χωρών που ο Κίσινγκερ ισχυριζόταν ότι έτσι προόδευαν.
Δείτε επίσης: «Mises Institute: Καταργήστε το ΝΑΤΟ»
Ο Κίσινγκερ πιθανότατα είχε την μεγαλύτερη ελευθερία να προκαλέσει ζημιά υπό τον Νίξον, και έτσι τα μεγαλύτερα εγκλήματά του διαπράχθηκαν κατά την εποχή του Βιετνάμ. Ο Σπένσερ Άκερμαν αυτή την εβδομάδα συνοψίζει εύστοχα πολλές από τις χειρότερες πράξεις του Κίσινγκερ:
«Ο ιστορικός του πανεπιστημίου Yale, Greg Grandin, συγγραφέας της βιογραφίας ‘‘Kissinger's Shadow’’, εκτιμά ότι οι ενέργειες του Κίσινγκερ από το 1969 έως το 1976, μια περίοδο οκτώ σύντομων ετών -όταν ο Κίσινγκερ έκανε την εξωτερική πολιτική του Ρίτσαρντ Νίξον και στη συνέχεια του Τζέραλντ Φορντ ως σύμβουλος εθνικής ασφάλειας και υπουργός Εξωτερικών- σήμανε τον θάνατο τριών έως τεσσάρων εκατομμυρίων ανθρώπων […]
Καμία κακή φήμη δεν θα πλήξει τον Κίσινγκερ μια μέρα σαν τη σημερινή. Αντίθετα, ως μια απόδειξη του πώς μπόρεσε να σκοτώσει τόσους ανθρώπους και να ξεφύγει χωρίς συνέπειες, η ημέρα του θανάτου του θα είναι ημέρα κατάνυξης στο Κογκρέσο και στα δημοσιογραφικά γραφεία — κάτι που αποτελεί ντροπή, καθώς ο Κίσινγκερ είχε κανονίσει να υποκλαπούν οι συνομιλίες δημοσιογράφων όπως ο Μάρβιν Καλμπ του CBS και ο Χέντρικ Σμιθ των New York Times. Ο Κίσινγκερ […] ήταν υπέρμαχος του αμερικανικού μεγαλείου στην πράξη, και έτσι ο Τύπος τον χαρακτήρισε ως μια ιδιοφυΐα με το κρύο αίμα, που αποκατέστησε το κύρος της Αμερικής από την αγωνία του Βιετνάμ.
Ούτε μια φορά -στον μισό αιώνα που ακολούθησε την αποχώρηση του Κίσινγκερ από την εξουσία- δεν έπαιξαν κάποιο ρόλο στην φήμη του τα εκατομμύρια άτομα που σκότωσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, εκτός από το να επιβεβαιώσουν μια σκληρότητα που οι ειδικοί βρίσκουν κατά καιρούς συναρπαστική. Η Αμερική, όπως κάθε αυτοκρατορία, επευφημεί τους κρατικούς δολοφόνους της....»
Ο Κίσινγκερ έπαιξε βασικό ρόλο σε μια ποικιλία πραξικοπημάτων, δολοφονιών και βομβαρδισμών σε όλο τον κόσμο, και συχνά ενέκρινε με ενθουσιασμό πράξεις του καθεστώτος που ήξερε ότι θα στόχευαν αθώους πολίτες. Το εγκληματικό μυαλό του Κίσινγκερ χρησιμοποιήθηκε συχνά για να προωθήσει τον Πόλεμο του Κόλπου και αργότερα τον λεγόμενο «Παγκόσμιο Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας». Το τέχνασμα του Κίσινγκερ ήταν να παρουσιάζει τον εαυτό του ως τη «φωνή της λογικής» που τοποθετείται ως «ρεαλιστής» -αν και στην πραγματικότητα δεν ήταν ρεαλιστής- και ως αμερόληπτο επικριτή των υπόλοιπων συμβούλων της εξωτερικής πολιτικής.
Ωστόσο, ο Κίσινγκερ δεν υποστήριξε ποτέ μια πραγματική χαλιναγώγηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, και ήταν κατά σύστημα επιθετικός κάθε φορά που ανέκυπτε το ζήτημα ενός νέου πολέμου. Σεβόταν τόσο την κυριαρχία των ξένων κρατών, όσο σχεδόν ο Βλαντιμιρ Πούτιν στις πιο μαχητικές εποχές του. Όπως έδειξε ο Rothbard, ωστόσο, ο Κίσινγκερ μπορούσε να μεταμορφώνεται μεταξύ των ρόλων του γερακιού (σ.σ. πολεμοχαρούς στην αμερικανική αργκώ) και του υπερ-γερακιού, κατά πώς υπαγόρευαν οι πολιτικές περιστάσεις.
Για παράδειγμα, στα χρόνια του Ρίγκαν, ο Κίσινγκερ έπαιζε το ρόλο του μετριοπαθούς μέσα στη διοίκηση. Όπως το περιγράφει ο Rothbard :
«Ένα πρόβλημα είναι ότι οι Ρεπουμπλικάνοι «πραγματιστές» δεν είναι ιδιαίτερα ειρηνόφιλοι. Όχι μόνο οι μεγάλοι παλιοί Ρεπουμπλικάνοι απομονωτιστές της προ του 1955 εποχής έχουν εκλείψει, αλλά δεν υπάρχουν καν οι ρεαλιστές του κατεστημένου, του είδους ενός Cyrus Vance ή ενός George Ball, πόσο μάλλον οι σπουδαίοι υπέργηροι, όπως ο George Kennan. Η μάχη είναι μεταξύ των γερακιών και των υπερ-γερακιών. Στην πλευρά των απλών γερακιών είναι ο εγκληματίας πολέμου του Βιετνάμ Χένρι Κίσινγκερ και οι πολλοί οπαδοί του, πολεμοκάπηλοι που, ωστόσο, θέλουν να σταματήσουν λίγο πριν το χείλος του πυρηνικού ολοκαυτώματος. Αυτόν τον κακό «πραγματισμό» τον περιφρονούν τα υπερ-γεράκια, οι Kirkpatrick, οι Van Cleave, οι Alien, οι Pipes, όλοι αυτοί που θέλουν να κάψουν το σύμπαν μέχρι το πιο μακρινό αστέρι.»
Μέχρι την έναρξη του Πολέμου του Κόλπου το 1990, ωστόσο, ο Κίσινγκερ είχε αφήσει πίσω του αυτή τη «μετριοπάθεια», τουλάχιστον όσον αφορά το Ιράκ. Ο Rothbard αναρωτιέται αν οι «υπερ-γερακίσιες απόψεις» του Κίσινγκερ σχετίζονταν ίσως με την προσοδοφόρα δουλειά του ως «σύμβουλος», στην οποία η λίστα των πελατών του περιελάμβανε την κυβέρνηση (δηλαδή τη δικτατορία) του Κουβέιτ. Ανεξάρτητα από τα κίνητρά του, ο Κίσινγκερ συνέχισε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προώθηση της κυβερνητικής προπαγάνδας υπέρ του πολέμου κατά τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του.
Υπηρέτησε αυτόν τον ρόλο τόσο ως σύμβουλος κεκλεισμένων των θυρών, όσο και ως δημόσιος διανοούμενος που εμφανιζόταν στις εφημερίδες και στην τηλεόραση. Οι Αμερικανοί των περασμένων δεκαετιών δεν ήταν λιγότερο διατεθειμένοι να αποδεχτούν τυφλά τις δηλώσεις των κυβερνητικών «ειδικών» απ’ ό,τι είναι σήμερα. Στην πραγματικότητα, οι Αμερικανοί των μέσων του εικοστού αιώνα ήταν ίσως πιο διατεθειμένοι να κάνουν αυτό που τους έλεγαν. Στο κάτω κάτω, πού θα μπορούσαν να βρουν μια αντίθετη γνώμη, εκτός από τα έντυπα ενημερωτικά δελτία μόνο για συνδρομητές, που ταχυδρομούνταν από τη μικρή μειοψηφία εκείνων που διαφωνούσαν με τα κυρίαρχα αφηγήματα;
Μέχρι και τη δεκαετία του 1990, ο Κίσινγκερ εξακολουθούσε να χαρακτηρίζεται συχνά ως η «φωνή της λογικής» στην εξωτερική πολιτική. Ή, όπως το έθεσε ο Rothbard:
«Ο Κίσινγκερ είναι τόσο αγαπημένος, στην πραγματικότητα, που όποτε εμφανίζεται στο Nightline ή στο Crossfire εμφανίζεται μόνος, αφού φαίνεται να είναι λιγότερο μεγαλειώδες (ή ακόμα και βλασφημία) για οποιονδήποτε να αντικρούει τις κοινότοπες και βαρύγδουπες τευτονικές δηλώσεις του Μεγάλου. Μόνο μια χούφτα γκρινιάρηδες και κακοήθεις στην άκρα δεξιά και την άκρα αριστερά διαταράσσουν αυτή τη βολική συναίνεση.»
Οι απόψεις του Κίσινγκερ βασίζονταν συχνά —τουλάχιστον δημοσίως— σε διαψευσμένες θεωρίες όπως η «θεωρία του ντόμινο». Ο ίδιος βοήθησε να αναπτυχθεί η -ακόμα ισχύουσα- άποψη ότι οι ΗΠΑ πρέπει να πηγαίνουν σε πόλεμο παντού στη γη, οπουδήποτε κάποιος σύμμαχός τους απειλείται. Όπως είπε ο Κίσινγκερ : «Πρέπει να καταλάβουμε ότι η ειρήνη είναι αδιαίρετη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να ακολουθήσουν μια πολιτική επιλεκτικής αξιοπιστίας. Δεν μπορούμε να εγκαταλείπουμε κάποιους φίλους μας σε ένα μέρος του κόσμου χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο την ασφάλεια των φίλων μας παντού.»
Φυσικά, ο Κίσινγκερ έκανε αποδεδειγμένα λάθος σε αυτό, στην περίπτωση του Βιετνάμ. Η ήττα των ΗΠΑ σε αυτή τη χώρα δεν οδήγησε στην εξάπλωση ενός μεγάλου κομμουνιστικού συνασπισμού πέρα από αυτήν τη χώρα. Στην πραγματικότητα, το Βιετνάμ και η Κίνα βρέθηκαν σε πόλεμο μεταξύ τους λίγα μόνο χρόνια αφ’ ότου το καθεστώς του Ανόι απέλασε τους Αμερικανούς από τη χώρα. Σήμερα, το κομμουνιστικό καθεστώς του Βιετνάμ έχει ειρηνικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες εδώ και δεκαετίες. Επιπλέον, όπως ανέφερε ο Άκερμαν, ο Κίσινγκερ αντέκρουσε ευθέως τις δικές του «αρχές» σε αυτό το θέμα, καθώς ήταν ο αρχιτέκτονας «στην εγκαινίαση μιας αμερικανικής ‘‘παράδοσης’’ στην χρησιμοποίηση και στη συνέχεια την εγκατάλειψη των Κούρδων». Για τον Κίσινγκερ, οι «φίλοι» είχαν σημασία μόνο όταν μπορούσαν να βοηθήσουν ώστε να σύρουν την Ουάσιγκτον σε έναν ακόμη πόλεμο.
Η θεωρία του εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σήμερα και προωθείται με τη μορφή νέων επιχειρημάτων σχετικά με το πώς ο καλύτερος τρόπος για να αποτραπεί μια κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν είναι το ΝΑΤΟ να «νικήσει» —ό,τι κι αν σημαίνει αυτό —στην Ουκρανία. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποθέσουμε ότι οι απόψεις του Πεκίνου για την Ταϊβάν έχουν πολλά να κάνουν με την Ουκρανία, αλλά εν μέρει εξαιτίας του Κίσινγκερ, οι άνθρωποι αποδέχονται την ιδέα ότι οι ΗΠΑ πρέπει να επεμβαίνουν παντού για «την ασφάλεια των φίλων τους».
[ Δείτε σχετικά το -μεταφρασμένο- άρθρο του Ron Paul « Η νέα φαεινή ιδέα του ΝΑΤΟ: «Να ξεκινήσουμε έναν πόλεμο με την Κίνα!» » ]
Για σχεδόν εβδομήντα χρόνια, ο Κίσινγκερ ήταν σε θέση να προωθεί τον κίβδηλο «ρεαλισμό» του, ο οποίος απλά τύχαινε να ευθυγραμμίζεται επανειλημμένα με τους στόχους των στρατευμένων ηθικολόγων, που επιδίωκαν ατέρμονα να εισβάλλουν και να βομβαρδίζουν ξένους λαούς για να τους σώσουν από τον ίδιο τους τον εαυτό. Αφού ο Κίσινγκερ υπηρέτησε το καθεστώς τόσο καλά, πρέπει τώρα να υπομείνουμε αμέτρητους παιάνες από τα μέσα ενημέρωσης και από τις αξιοσέβαστες τάξεις της Ουάσιγκτον. Ετοιμαστείτε να δείτε τον George W. Bush, τη Michelle Obama, τον Mitch McConnell και τη Hillary Clinton να θρηνούν όλοι μαζί στην κηδεία του, καθώς θα αποχαιρετούν έναν από τους μεγαλύτερους εγκληματίες πολέμου της ιστορίας.
Διαβάστε επίσης:
Ο Ryan McMaken είναι αρχισυντάκτης στο Mises Institute. Ο Ryan έχει πτυχίο στα οικονομικά και μεταπτυχιακό στη δημόσια πολιτική, τα οικονομικά και τις διεθνείς σχέσεις από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο. Ήταν οικονομολόγος στέγασης για την Πολιτεία του Κολοράντο. Είναι ο συγγραφέας του Breaking Away: The Case of Secession, Radical Decentralization, and Smaller Polities και του Commie Cowboys: The Bourgeoisie and the Nation-State in the Western Genre .