«Φασίστα!»: ο φερετζές των αριστερών με αυταρχικές τάσεις
Οι σοσιαλιστές που αποκαλούν τους αντιπάλους του σοσιαλισμού «φασίστες» και «χιτλερικούς» είναι ένα κλασικό παράδειγμα ψυχολογικής προβολής.
Ετικέτες: Σοσιαλισμός
Άρθρο του Thomas J. DiLorenzo, δημοσιευμένο στις 8/10/2024
Ένας ορισμός τoυ ψυχολογικού όρου «προβολή» είναι όταν κάποιος κατηγορεί αβάσιμα τους άλλους ότι κάνουν κάτι κακό, ανήθικο ή παράνομο, που στην πραγματικότητα κάνει ο ίδιος . Για παράδειγμα, ένας κλέφτης που, χωρίς αποδείξεις, κατηγορεί τους άλλους ως κλέφτες. Αυτό κάνουν οι σοσιαλιστές όταν αποκαλούν τους ιδεολογικούς και πολιτικούς αντιπάλους τους «φασίστες», ή τους συγκρίνουν με τον Χίτλερ. Ο φασισμός είναι σοσιαλισμός, όπως μας υπενθύμισε πρόσφατα ο Lew Rockwell σε ένα δοκίμιο με τίτλο «Ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν σοσιαλιστικός». Οι σοσιαλιστές που αποκαλούν τους αντιπάλους του σοσιαλισμού φασίστες και χιτλερικούς είναι ένα κλασικό παράδειγμα προβολής.
Οι σοσιαλιστές ξεκίνησαν να ισχυρίζονται ότι στόχος τους ήταν η υποχρεωτική ισότητα, μέσω της κρατικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον Ludwig von Mises, ορίστηκε επίσης ως ο κρατικός έλεγχος των ιδιωτικών μέσων παραγωγής μέσω διάχυτων κυβερνητικών ρυθμίσεων, ελέγχων και προδιαγραφών. Ο φαινομενικός στόχος εξακολουθούσε να είναι η ισότητα, αλλά τα μέσα ήταν διαφορετικά. Στην έκδοση του 1976 του The Road to Serfdom, ο F.A. Hayek έγραψε ότι εκείνη την εποχή ο σοσιαλισμός σήμαινε επίσης την επιδίωξη της ισότητας με ένα ακόμη μέσο - την αναδιανομή του εισοδήματος μέσω των θεσμών του κράτους πρόνοιας και του προοδευτικού (σ.σ. σταδιακά αυξανόμενου) φόρου εισοδήματος.
Σήμερα ο σοσιαλισμός ορίζεται από τους αυτοαποκαλούμενους «αφυπνισμένους» (woke) οπαδούς του ως «ποικιλομορφία, ισότητα και συμπερίληψη» (DEI), συνώνυμο του εξισωτισμού, μαζί με τον ολοκληρωμένο κεντρικό σχεδιασμό μέσω κρατικής ρύθμισης στο όνομα της «καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής» (δηλαδή το «Green New Deal»). Το κοινό που έχουν αυτοί οι ορισμοί του σοσιαλισμού είναι ότι όλοι θα απαιτούσαν την ολοκληρωτική κρατική εξουσία και την περαιτέρω κατάργηση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, των πολιτικών ελευθεριών, του συνταγματισμού και της οικονομικής ελευθερίας γενικά, όλα στο όνομα της «ισότητας», της νέας λέξης για τον σοσιαλιστικό εξισωτισμό.
Οι σημερινοί σοσιαλιστές βλέπουν τον Ντόναλντ Τραμπ και τους πολιτικούς του οπαδούς ως το κύριο εμπόδιό τους, επομένως φυσικά τους χαρακτηρίζουν αμείλικτα ως φασίστες και χιτλεροειδείς. Ένας τυπικός τίτλος της Washington Post ήταν «Πώς συγκρίνεται η ρητορική του Τραμπ με αυτή του Χίτλερ». Ένας άλλος ήταν «Ναι, είναι O.K. να συγκρίνεις τον Τραμπ με τον Χίτλερ». Ο ιστότοπος της Εθνικής Δημόσιας Ραδιοφωνίας των ΗΠΑ είχε έναν τίτλο που ανήγγειλε ότι «Ο Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποίησε φρασεολογία σε μια ομιλία που απηχούσε τον Χίτλερ». Ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε κάποτε δημοσίως ότι «ο Τραμπ απηχεί τη γλώσσα που ακουγόταν στη ναζιστική Γερμανία». «Το να αποκαλούν τον Τραμπ Χίτλερ έχει γίνει ρουτίνα» της εκστρατείας του Μπάιντεν, έγραψε το POLITICO στις αρχές του 2024, πριν γίνει «ρουτίνα» της εκστρατείας της Κάμαλα Χάρις.
Στην πραγματικότητα, οι σημερινοί «αφυπνισμένοι» πολιτισμικοί μαρξιστές στο κράτος, στα πανεπιστήμια, στα λεγόμενα «μέσα», στη βιομηχανία του θεάματος και σε μεγάλο τμήμα της εταιρικής Αμερικής – συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων και των θεσμών που αναφέρθηκαν παραπάνω – είναι οι πραγματικοί φασίστες. Είναι τα πολιτικά παιδιά του Ιταλού κομμουνιστή των αρχών του εικοστού αιώνα, Αντόνιο Γκράμσι, που τους δίδαξε ότι ο δρόμος προς τον σοσιαλισμό πρέπει να προχωρήσει με μια «μακρά πορεία μέσα από τους θεσμούς».
Η σοσιαλιστική μακρά πορεία τους έχει ολοκληρωθεί με την κατάληψη όλων των προαναφερθέντων θεσμών. Τώρα είναι απασχολημένοι με το να νοθεύουν εκλογές, να «ακυρώνουν» όποιον διαφωνεί μαζί τους, να χρησιμοποιούν την «νομιμότητα» για να φυλακίσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους και με το να χρησιμοποιούν τις εξουσίες της κυβέρνησης για να προσπαθήσουν να καταστρέψουν την Πρώτη Τροποποίηση του Συντάγματος. Η Χίλαρι Κλίντον, η ευρέως αναγνωρισμένη υποκινητής του «Russia Hoax», του μεγαλύτερου πολιτικού ψέματος τα τελευταία χρόνια, πρότεινε πρόσφατα ποινές φυλάκισης για όποιον διαδίδει «παραπληροφόρηση» (δηλ. επικρίνει την πολιτική της ατζέντα) στο Διαδίκτυο. Εδώ μιλάμε πλέον για το άκρον άωτον της ψυχολογικής προβολής.
Ο φασισμός ΕΙΝΑΙ σοσιαλισμός
Ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος κυβέρνησε τη φασιστική Ιταλία, αυτοαποκαλείτο «διεθνιστής σοσιαλιστής» προτού επαναχαρακτηριστεί ως «εθνικός σοσιαλιστής», που ήταν ο ορισμός της λέξης «φασίστας» τον δέκατο ένατο αιώνα. Η ιδιωτική επιχειρηματικότητα επιτρεπόταν στη φασιστική Ιταλία, αλλά ρυθμιζόταν και ελέγχονταν με σιδηρά πυγμή από τους φασίστες πολιτικούς. Ως εκ τούτου, ήταν σοσιαλισμός, όπως εξήγησε ο Mises.
Η έκδοση του 2007 του «Ο Δρόμος προς την Δουλεία», που δημοσιεύτηκε από το University of Chicago Press, περιελάμβανε ένα παράρτημα, που ήταν ένα δοκίμιο του FA Hayek με τίτλο «Ναζιστικός Σοσιαλισμός». «Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας του εθνικοσοσιαλισμού έχει γενικά παραγνωριστεί», έγραψε ο Χάγιεκ. Αυτό είναι αξιοσημείωτο εκ πρώτης όψεως: Για ποιον λόγο κάτι που ονομάζεται «εθνικοσοσιαλισμός» δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί σοσιαλισμός;!
(Βοήθεια: Επειδή οι σοσιαλιστές καταλαβαίνουν ότι ο Χάγιεκ είχε δίκιο όταν έγραψε στο «Ο Δρόμος προς τη Δουλεία» ότι στον σοσιαλισμό «οι χειρότεροι ανέρχονται στην κορυφή». Χίτλερ, Λένιν, Στάλιν, Μάο, Πολ Ποτ, Κάστρο, Τσαουσέσκου και οι υπόλοιποι δεν ήταν απλώς παρεκκλίσεις).
«Ο διάχυτος αντικαπιταλισμός ήταν στην καρδιά του εθνικοσοσιαλισμού», είπε ο Χάγιεκ. Η πλατφόρμα του Ναζιστικού Κόμματος «ήταν γεμάτη από ιδέες που έμοιαζαν με εκείνες των πρώτων σοσιαλιστών», συμπεριλαμβανομένου «ενός έντονου μίσους για οτιδήποτε καπιταλιστικό – την ατομική αναζήτηση του κέρδους, τις επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας, τις τράπεζες, τις μετοχικές εταιρείες, τα πολυκαταστήματα, τα διεθνή χρηματοοικονομικά και δανειακά κεφάλαια, το σύστημα της ‘‘δουλείας των τόκων’’».
Ο Χάγιεκ περιέγραψε τον γερμανικό εθνικοσοσιαλισμό ως «μια βίαιη αντικαπιταλιστική επίθεση» με το σύνθημά του να είναι «Το τέλος του καπιταλισμού». «Όλοι οι ηγέτες» του γερμανικού και ιταλικού φασισμού «άρχισαν ως σοσιαλιστές και τελείωσαν ως φασίστες ή ναζί», έγραψε.
Ο Μουσολίνι έγραψε στο βιβλίο του Φασισμός: Δόγμα και θεσμοί ότι «Η φασιστική αντίληψη της ζωής τονίζει τη σημασία του κράτους και αποδέχεται το άτομο μόνο στο βαθμό που τα συμφέροντά του συμπίπτουν με του κράτους. Αντιτίθεται στον κλασικό φιλελευθερισμό». «Αν ο κλασικός φιλελευθερισμός σημαίνει ατομικισμός», είπε ο φασίστας δικτάτορας, «ο φασισμός σημαίνει κράτος». Ο Μουσολίνι ανακοίνωσε με μεγάλη έκπληξη ότι ο εικοστός αιώνας ήταν «ο αιώνας του κολεκτιβισμού, και επομένως ο αιώνας του κράτους». Ποιος σοσιαλιστής δεν θα το ενέκρινε αυτό;
Οι Ιταλοί και Γερμανοί φασίστες υιοθέτησαν και τα δύο είδη σοσιαλισμού που περιέγραψε ο Μίζες: Εθνικοποίησαν πολλές βιομηχανίες, περισσότερες από τις μισές στη Γερμανία, και οι υπόλοιπες εθνικοποιήθηκαν de facto, με διάχυτο κυβερνητικό ρυθμιστικό έλεγχο και επιβολή προδιαγραφών.
Ο απολογητής του ναζισμού, Paul Lensch, ήταν ένας αυτοαποκαλούμενος μαρξιστής, μέλος του Ράιχσταγκ που εξήρε τον «πολεμικό σοσιαλισμό» του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και συγγραφέας του Three Years of World Revolution (Τρία Χρόνια Παγκόσμιας Επανάστασης). Σε αυτό ακολούθησε τον Μουσολίνι, καταγγέλλοντας τον «αγγλικό φιλελευθερισμό» και ιδιαίτερα τον ατομικισμό (δηλαδή τον σεβασμό για όλα τα άτομα) και ζήτησε να αντικατασταθούν αυτές οι «κληρονομημένες πολιτικές ιδέες» με τον «σοσιαλισμό», ο οποίος «πρέπει να παρουσιάζει μια συνειδητή και αποφασιστική αντίθεση στον ατομικισμό». Αντίστοιχα, η θεμελιώδης φιλοσοφική χάρτα του «Προγράμματος των 25 σημείων του Ναζιστικού Κόμματος» ήταν «Το κοινό συμφέρον προηγείται του ιδιωτικού συμφέροντος», με το κράτος φυσικά να ορίζει τι είναι «το κοινό συμφέρον». Ένας κλασικός ορισμός του κολεκτιβισμού.
Ως καλοί σοσιαλιστές, οι Ναζί στην πλατφόρμα τους απαιτούσαν οι καπιταλιστές «τοκογλύφοι και κερδοσκόποι [τραπεζίτες και επιχειρηματίες] … να τιμωρηθούν με θάνατο». Τα μέσα ενημέρωσης έπρεπε να βρίσκονται υπό αυστηρό κυβερνητικό έλεγχο για να εξαλείψουν τα «γνωστά ψέματα» για τον φασισμό, κάτι ουσιαστικά πανομοιότυπο με την πρόσφατη πρόταση της Χίλαρι Κλίντον να φυλακίσει τους όσους διαδίδουν «παραπληροφόρηση» σχετικά με τις πολιτικές της προτιμήσεις.
Όπως συνέβη με όλα τα σοσιαλιστικά καθεστώτα του εικοστού αιώνα, οι Ναζί απαίτησαν τη μονοπωλιακή, συγκεντρωτική κυβερνητική εξουσία και την κατάργηση του φεντεραλισμού, τα δικαιώματα των πολιτειών και την αποκέντρωση. «Απαιτούμε τον σχηματισμό μιας ισχυρής κεντρικής εξουσίας στο Ράιχ» και «την απεριόριστη εξουσία του κεντρικού κοινοβουλίου σε ολόκληρο το Ράιχ». Αυτό ακριβώς φυσικά θέλουν οι σημερινοί «αφυπνισμένοι» πολιτισμικοί μαρξιστές με τις εκλογικές νοθείες, τη λογοκρισία, τον νομικό πόλεμο και τις εκκλήσεις τους για κατάργηση του Συντάγματος, του Ανωτάτου Δικαστηρίου, του εκλογικού συστήματος και οτιδήποτε άλλου θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στην «απεριόριστη εξουσία» της κεντρικής κυβέρνησης. Ξέρουν ακριβώς τι κάνουν γιατί, εντέλει, είναι φασίστες.
Δείτε επίσης: