Ο πόλεμος κατά των παιδιών: Η μετανεωτερικότητα που έγινε μετα-ανθρωπισμός
Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν πειστεί ότι η απόκτηση παιδιών είναι τρέλα, ενώ, στην πραγματικότητα, η αληθινή τρέλα είναι το να μην αποκτάς παιδιά;
Ετικέτες: Πολιτισμός
Άρθρο του David Souto Alcalde, δημοσιευμένο στις 17/4/2025 από το Brownstone Institute. Χρόνος ανάγνωσης 9’.
Τίποτα δεν εμπνέει περισσότερο τρόμο στον μετα-ανθρώπινο κόσμο μας από το βλέμμα ενός παιδιού. Η ηθική ανανέωση της κοινωνίας εξαρτιόταν ανέκαθεν από την ανατρεπτική, ενοχλητική και άθραυστη αθωότητα της παιδικής ηλικίας .
Η υπέρτατη χαρά της απόκτησης παιδιών, η υπαρξιακή συγκίνηση της ανατροφής τους, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια που μας χαρίζει η πάντοτε απροϋπόθετη και ακλόνητη αγάπη ενός παιδιού —εν ολίγοις, κάθε μία από τις πιο αυταπόδεικτες ανθρωπολογικές βεβαιότητες— είναι καθ' οδόν προς το να γίνουν αλήθειες απόκρυφες, τόσο ανείπωτες όσο και οδυνηρές.
Ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, τα οποία η, υποτιθέμενα φωτισμένη μας, Δύση έχει στειρώσει πολιτισμικά —αν όχι και σωματικά— και έχει πείσει να αντικαταστήσουν τα ανύπαρκτα παιδιά τους με εξίσου στειρωμένα κατοικίδια, αδυνατούν να κατανοήσουν το πώς κάποιος θα μπορούσε να θέλει να κάνει παιδιά, αντί να παραμένει αιώνια σε εφηβική κατάσταση προκειμένου να επιδιώξει την «αυτοπραγμάτωση».
Αντιμετωπίζουμε μια πολιτισμική πάλη, μεταμφιεσμένη σε μια απλή πολιτισμική μάχη, μεταξύ των ανθρώπινων αρχών που τοποθετούν το παιδί στο κέντρο του κόσμου —ένα κέντρο ακόμα και για όσους δεν ήθελαν ή δεν μπόρεσαν να γίνουν γονείς αλλά έχουν προσφέρει μια σημαντική υπηρεσία ως γείτονες, θείοι, νονοί— και της μετα-ανθρώπινης διδασκαλίας που θεωρεί την εκούσια στειρότητα ως πηγή υπερηφάνειας και τα κατοικίδια ζώα ως ένα ανώδυνο αντίδοτο στη μοναξιά.
Βυθισμένοι σε αυτόν τον πόλεμο, κατακλυζόμαστε από ένα μπαράζ παιδοφοβικής προπαγάνδας, που μετατρέπει τη μητρότητα σε εφιάλτη (Οι Πέντε Μικροί Λύκοι της Ruíz de Azúa), ζητά απαρτχάιντ για τα παιδιά (Ενάντια στα Παιδιά της Meruane), απαιτεί το δικαίωμα να μετανιώνει κανείς που απέκτησε παιδιά μόλις φτάσει στη μέση ηλικία, ακόμα κι όταν το άτομο που το κάνει ισχυρίζεται ότι τα αγαπάει μέχρι θανάτου (Maier) ή απαιτεί από τους γονείς να πληρώνουν τις γιαγιάδες για κάθε ώρα που αφιερώνουν στη φροντίδα των εγγονιών τους (Άννα Φρέιξας).
Όλα αυτά ονομάζονται ηθική πρόοδος στη Δύση. Πήρα μια γεύση από αυτή την πρόοδο πριν από μερικές εβδομάδες όταν, ενώ καθάριζα την κουζίνα, αποφάσισα να βάλω την εκπομπή First Dates στην τηλεόραση και βρέθηκα μπροστά σε μια κομψή 77χρονη Κολομβιανή γυναίκα και την 44χρονη κόρη της. Η τελευταία, εκτός από μητέρα και διαθέτουσα μια εκπληκτική σωματική διάπλαση (που συνδύαζε τα καλύτερα στοιχεία της Σακίρα και της Βεατρίκης του ποιητή Petrarca), ήταν και γιαγιά (!). Αφού αυτοσυστήθηκαν ως Καθολικές, οι δύο αυτές γυναίκες μπόρεσαν να βιώσουν από πρώτο χέρι τον εκφυλισμό του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αντιπαραβάλλοντας τα ανθρώπινα ιδανικά τους με τον μηδενιστικό τρόπο ζωής των δύο παρτενέρ τους.
Από τη μία πλευρά, ένας Ιταλός τριαντάρης με τις ορμόνες του να ξεχειλίζουν, που, παρά το γεγονός ότι διατηρούσε μια σεξουαλική ορμή τόσο υγιή όσο και χοντροκομμένη, πίστευε ότι ήταν δεκαπέντε χρονών και επαναλάμβανε συνεχώς, προς σκάνδαλο της Κολομβιανής θεάς, ότι ήθελε να βγαίνει έξω και να διασκεδάζει και ότι ήταν πολύ μικρός για να κάνει παιδιά. Από την άλλη, ένας ηλικιωμένος Ισπανός που παραπονιόταν για την ηλικία της παρτενέρ του και που επαναλάμβανε σαν νευρικός παπαγάλος στην κυρία από την Καραϊβική ότι ήταν άθεος, αν και δεν ήταν άθεος, [...] αλλά περισσότερο ένας μοναχικός, σκυθρωπός άντρας, που αναλωνόταν από μια ιδεολογία πολύ απομακρυσμένη από οποιανδήποτε ριζοσπαστική υπεράσπιση της ανθρωπότητας που θα μπορούσε να είχε ο αθεϊσμός σε άλλα πλαίσια ή περιστάσεις.
Εν τω μεταξύ, ελέγχω τα μηνύματα και τις ειδοποιήσεις του τηλεφώνου μου: Ένας φίλος μού έχει στείλει tweets σχετικά με τη θεωρία της Μεγάλης Αντικατάστασης και ένας άλλος ένα βίντεο του Roberto Vaquero, ο οποίος μιλάει για την καταστροφή της Δύσης στα χέρια του ισλαμικού πολιτισμού. Συμφωνώ ότι η πολυπολιτισμικότητα αποτελεί όπλο πολιτισμικής εξόντωσης και ότι η μαζική μετανάστευση είναι ένας σαδιστικός ελιγμός των ελίτ για να απογυμνώσουν τόσο τους αυτόχθονες όσο και τους μετανάστες από κάθε ρίζα και αξιοπρέπεια και να διεγείρουν την εγκληματικότητα και τις κοινωνικές συγκρούσεις.
Ωστόσο, πιστεύω επίσης ότι κάνουμε τελείως λάθος κατηγορώντας τους ξένους για την καταστροφή «των δυτικών μας αξιών». Μήπως δεν είμαστε, στην πραγματικότητα, η πανούκλα που απειλεί να εξαλείψει τις «οπισθοδρομικές κουλτούρες» τους; Άραγε είναι οι Λατινοαμερικανοί και οι Μουσουλμάνοι που επιτίθενται στην οικογένεια, στην κοινότητα ή στο επιστημονικά αποδεδειγμένο βιολογικό γεγονός ότι το ανθρώπινο γένος διαιρείται σε άνδρες και γυναίκες;
Ας ασχοληθούμε επίσης με το τι συμβαίνει στις πόλεις μας, όπου οι κοινότητες της καλής γειτονίας αντικαθίστανται από ένα αμάλγαμα νομαδικών, ξεριζωμένων υπάρξεων που αποτελούνται από αυτό που ο Juan Irigoyen έχει ονομάσει «οικιστές» — δηλαδή, αιώνια άτεκνους δυτικούς νέους, που περιφρονούν τα παιδιά και τους ηλικιωμένους και, ικανοποιημένοι με το να ζουν στριμωγμένοι σε διαμερίσματα που έχουν μετατραπεί σε κυψέλες και με τους φορητούς υπολογιστές τους συνεχώς συντονισμένους στο Netflix, «ηγούνται του νέου οικιστικού εξευγενισμού» εκτοπίζοντας από τα σπίτια τους τις οικογένειες που κατοικούσαν ανέκαθεν εκεί. Χωρίς απογόνους (proles) να υπερασπιστούν (και χωρίς την δυνατότητα να μεταμορφωθούν έστω και σε προλετάριους), αυτά τα άτομα φαίνεται να έχουν παραδοθεί στην απάνθρωπη εντολή του συστήματος και να προσφέρουν τη ζωή τους ως ανθρωποθυσία.
Μπορεί να νομίζουν ότι δεν έχουν κάποιο σημαντικό πρόβλημα, αλλά στην πραγματικότητα έχουν. Η Δύση έχει γίνει σήμερα μια δαιμονική κουλτούρα που, μέσω του ελέγχου της συμπεριφοράς, κρατά τον πληθυσμό της παραπλανημένο με το απατηλό αφήγημα ότι, με τους θεούς να έχουν υποτίθεται ανατραπεί και με τις θρησκείες να έχουν εκλείψει, εμείς οι άνθρωποι πρέπει να θεοποιήσουμε τους εαυτούς μας.
Αυτές οι ψευδαισθήσεις θεοποίησης επωάστηκαν εξαρχής από τον προοδευτισμό, μια προτεσταντική ιδεολογία που ακυρώνει τη θέλησή μας σε όλα όσα μπορούν να αποφασίζονται από τους ανθρώπους [...], μόνο και μόνο για να την ενθαρρύνει σε σχέση με όλα όσα μπορούν να απαγορευτούν, υποσχόμενος μας ευτυχία, αυτοδιάθεση και το δικαίωμα να αλλάξουμε τη φύση μας. Η τελευταία διαστροφή του προοδευτισμού —που δεν πρέπει να συγχέεται με τον καπιταλισμό, ο οποίος υπάρχει και σε μη προοδευτικές κοινωνίες— ήταν να αρνηθεί «επιστημονικά», τώρα που η Τεχνητή Νοημοσύνη βρίσκεται επί θύραις, την ύπαρξη της ελεύθερης βούλησης (Robert Sapolsky et al.). Ο προοδευτισμός είχε πάντα τον σοσιαλισμό ως τον μεγάλο σύμμαχό του. Σχεδιασμένος σαν προοδευτικό εμβόλιο (ένας εξασθενημένος προοδευτικός ιός), ο σοσιαλισμός κατέληξε επίσης να κηρύξει τον πόλεμο στην ανθρώπινη φύση μέσω προοδευτικών δογμάτων, όπως η τυφλή πίστη στην εξέλιξη, στην τεχνολογία ή στην ανάγκη να διαρρήξουμε την παράδοση.
Είτε μέσω του ολοκληρωτισμού της αγοράς (σ.σ. ο αρθρογράφος στην πραγματικότητα περιγράφει τον κορπορατισμό) είτε μέσω του κρατικού ολοκληρωτισμού -που αμφότεροι ακυρώνουν τα πολιτισμικά επιτεύγματα της αγοράς και του κράτους- ο προοδευτισμός και ο σοσιαλισμός έχουν γίνει οι αυτοάνοσες ασθένειες της Δύσης, που κατέληξαν να συγχωνευθούν στον μετα-ανθρωπισμό, την ιδεολογία που αποτελεί τη βάση του δόγματος του αφυπνισμού (woke), της Ατζέντας του 2030 και της ψηφιακής παγκοσμιοποίησης.
Ο μετα-ανθρωπισμός επιδιώκει να μας στερήσει το τελευταίο ίχνος ανθρωπιάς που έχει απομείνει στη ζωή μας, με την υπόσχεση να μας μετατρέψει σε θεούς, που θα πετάξουν τον Homo sapiens στον κάλαθο των αχρήστων της ιστορίας. Με αυτή την έννοια, η ατεκνία, η «φιλοζωία» και η παιδοφοβία είναι πρακτικές που μας ενθαρρύνουν να σταματήσουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως ανθρώπους - δηλαδή, ως θνητούς και υποκείμενους σε μια ανώτερη δύναμη - και αντ' αυτού να θεωρούμε τους εαυτούς μας σαν αυτάρκεις Θεούς.
Μόνο μη αναπαραγόμενοι και επιδιώκοντας να ελέγξουμε τα θαύματα που ονομάζονται γέννηση και θάνατος μέσω της έκτρωσης και της ευθανασίας, μπορούμε να θεοποιήσουμε ψευδώς τους εαυτούς μας, θεωρώντας τους ως τους δημιουργούς της αρχής και του τέλους της ύπαρξής μας. Χαϊδεύοντας τον εαυτό μας στην πλάτη για το ότι δεν αποκτούμε απογόνους με το τραγικό πρόσχημα της «αυτοπραγμάτωσης», μεταβαίνουμε από το να μεταλαμπαδεύουμε στα παιδιά μας το θαύμα μιας ζωής που δεν θα είναι ποτέ δική μας, αλλά που μας περιλαμβάνει και μας υπερβαίνει, στο να είμαστε οι θεοποιημένοι ιδιοκτήτες της ζωής των κατοικίδιων ζώων, τα οποία μπορούμε να βλέπουμε να γεννιούνται και να πεθαίνουν, αλλά στα οποία δεν επιτρέπουμε να αναπαραχθούν, μπας και συνωμοτήσουν εναντίον μας, όπως συνωμότησαν κάποτε οι μυθολογικοί γίγαντες εναντίον των ουρανών. Η αντικατάσταση ενός παιδιού με ένα κατοικίδιο συνεπάγεται την μετατροπή του κατοικίδιου σε υπηρέτη και ακόλουθό μας, και την αντίληψη των εαυτών μας ως δημιουργών που μπορούν να ελέγχουν και να διαχειρίζονται άλλες ζωές, που στερούνται ελευθερίας.
Δεν υπάρχει, επομένως, τίποτα που να προκαλεί τόσο τρόμο στη μετα-ανθρώπινη Δύση μας όσο το βλέμμα ενός παιδιού. Η ηθική ανανέωση της κοινωνίας ανέκαθεν εξαρτιόταν, γενιά προς γενιά, από την ενοχλητική, αναπόφευκτη και ανατρεπτική αθωότητα των παιδιών. Λίγα χρόνια αφότου αφήνουμε πίσω μας την εφηβεία, ακριβώς τη στιγμή που πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα είναι σκληρή και η απογοήτευση αρχίζει να μας κατακλύζει, γινόμαστε γονείς και τα παιδιά μας «μολύνουν» για άλλη μια φορά με αθωότητα.
Όταν τα παιδιά μας παύουν να είναι παιδιά κι εμείς χάνουμε την άμεση επαφή με την αθωότητα, ο συριγμός του μίσους απειλεί να επιστρέψει σε εμάς, μέχρι να γίνουμε παππούδες και γιαγιάδες και η παιδική ηλικία να μας εξαγνίσει ξανά. Τα παιδιά είναι το θεμέλιο της ηθικής, ο απαραίτητος δεσμός για την ανθρώπινη ζωή. Πώς μπορούμε να παραμείνουμε άνθρωποι σε μια Δύση που δεν διαφυλάσσεται χάρη στα μάτια των παιδιών; Ποιο τραγικό μέλλον μας περιμένει, όντες απογυμνωμένοι από την αθωότητά τους;
Αν υπάρχει ένα πράγμα για το οποίο πρέπει να είμαστε σαφείς σήμερα, είναι ότι η προέλευση αυτής της μάστιγας της ηλιθιότητας είναι ο Διαφωτισμός, ένα κίνημα πολιτισμικής εξόντωσης στην υπηρεσία του αρπακτικού ιμπεριαλισμού, τον οποίο η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εγκαθιδρύσει παντού από τον 18ο αιώνα.
Ο Διαφωτισμός μετέτρεψε την θεϊκότητα και την αιωνιότητα σε κοινότοπα καταναλωτικά αγαθά και διακήρυξε την ανάγκη να εγκαταλείψει η δυτική ανθρωπότητα τις πιο βασικές θρησκευτικές αρχές (το δικαίωμα στη ζωή, στην οικογένεια και στην παράδοση) και να παραδοθεί στο άγνωστο, ώστε να διοικείται από μια τεχνοκρατική ελίτ.
Ο στόχος είναι η δημιουργία ενός νέου ανθρώπου που πρέπει να επιδεικνύει απόλυτη πίστη στον επιστημονισμό -όχι στην επιστήμη- διακινδυνεύοντας, για παράδειγμα, την ζωή του κάνοντας στον εαυτό του έμφοβος και παρά τη θέλησή του ενέσεις με «εμβόλια» mRNA, ή υποθέτοντας, ενάντια σε κάθε λογική, πως δεν έχουμε ελεύθερη βούληση και ότι πρέπει να υπακούμε στην Τεχνητή Νοημοσύνη.
Παραδόξως, η επιστήμη είναι το μεγάλο θύμα του Διαφωτισμού, ο οποίος την ανακηρύσσει ασύμβατη με τη θρησκεία, παρά το γεγονός ότι συχνά συμβαδίζει με αυτήν, από την ίδρυση των πανεπιστημίων έως την Μεντελική καθιέρωση της γενετικής (στην πραγματικότητα ο Σερβέ ή ο Μπρούνο δεν εκτελέστηκαν με άθλιο τρόπο για τις επιστημονικές τους θεωρίες, αλλά για πολιτικούς και δογματικούς λόγους).
Ο φονταμενταλισμός του Διαφωτισμού είναι εμφανής σε σύγχρονους τζιχαντιστές όπως ο Ρίτσαρντ Ντόκινς, ο Κρίστοφερ Χίτσενς και ο Σαμ Χάρις, οι οποίοι κήρυξαν την ανθρωπότητα και τη θρησκεία ασύμβατες μεταξύ τους, παρά το γεγονός ότι η θρησκεία, όπως μας έχουν δείξει ο Φρανθίσκο ντε Βιτόρια και ο Τζιαμπατίστα Βίκο, είναι η αληθινή πηγή των οικουμενικών αρχών και η προέλευση του πολιτισμού.
Ο Διαφωτισμός είναι μια αρνητική θρησκεία, με την έννοια ότι, αντί να επανασυνδέει ή να επανενώνει τους ανθρώπους με βάση μια ηθική κοινότητα, τους διαχωρίζει μεταξύ τους μέχρι να εξατομικευτούν. Απαιτεί από τον «αληθινά διαφωτισμένο» πολίτη να απαρνηθεί την ανθρωπολογική του κληρονομιά με έναν ολοένα και πιο υπερβολικό και βίαιο τρόπο. Εξ ου, και η πεφωτισμένη, αφυπνισμένη (woke) αποδομητική φρενίτιδα του να ριχτεί η παράδοση στη φωτιά.
Το διαφωτισμένο άτομο προσποιείται πάντοτε ότι γνωρίζει περισσότερα από τον διάβολο (δηλαδή, ότι είναι θεός), ενώ στην πραγματικότητα είναι ένας φτωχοδιάβολος που υπακούει σε μια αντιδραστική, λαϊκοφοβική και ψευδώς οικουμενική διδασκαλία, που προέκυψε για να βάλει τέλος στις πρώτες σύγχρονες επαναστάσεις, και που κατέληξε να μετατρέψει τον επιστημονισμό σε όπιο του λαού, και να μας μεταμορφώσει όλους σε ορφανούς εφήβους, χωρίς καμία βάση στην παράδοση, οι οποίοι, αποστερημένοι κι έρημοι, πρέπει να υποταχθούν στην τεχνοκρατία.
Μόνο αναγνωρίζοντας το πώς έχουμε εξαναγκαστεί να απαρνηθούμε όλα όσα πραγματικά είμαστε, μπορεί να εξηγηθεί το γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν πειστεί ότι η απόκτηση παιδιών (η απόλυτη κορύφωση της ατομικής και συλλογικής ζωής) είναι τρέλα, ενώ, στην πραγματικότητα, η πραγματική τρέλα είναι να μην αποκτάς παιδιά, ενώ παράλληλα ενεργείς σαν δανδής δίχως ρίζες.
Με όλο τον σεβασμό στα γαϊδούρια, τα άλογα και τα μουλάρια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Δύση έχει καταντήσει αυτό που έχει καταντήσει, επειδή έχουμε εξαπατηθεί και έχουμε επιλέξει να πάψουμε να είμαστε γαϊδουράκια (μικρά, αργά, έξυπνα, αναλογικά) και να γίνουμε άλογα (μεγάλα, γρήγορα, προβλέψιμα, ψηφιακά), χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι οι άνθρωποι ανήκουν περισσότερο στην γενεαλογία των γαϊδουριών (ο γάιδαρος του Βαλαάμ, ο γάιδαρος του Ιησού, ο Πλατέρο, μαλακός και τριχωτός) παρά σε αυτή των αλόγων, στις πλάτες των οποίων ιππεύουν οι Τέσσερις Ιππείς της Αποκάλυψης.
Προσπαθώντας τόσο σκληρά να αντικαταστήσουμε την αργή αλλά σοφή μας φύση σαν γαϊδουράκια, με την τεχνητή και τηλεχειριζόμενη νοημοσύνη των αλόγων, έχουμε διασταυρωθεί μαζί τους, μέχρι που γίναμε μουλάρια (δηλαδή, στείρα ζώα). Μπορούμε να παρηγορούμαστε με τη σκέψη ότι είναι στο χέρι μας να αλλάζουμε το χρώμα των ματιών μας, να κάνουμε ενέσεις Botox, να μετατρέπουμε νόμιμα τα χέρια μας σε πόδια, τα ρουθούνια μας σε κόλπους ή να έχουμε ένα avatar σαν σύντροφο, αλλά είμαστε ήδη υποζύγια, στείρα, καταδικασμένα να υπακούμε, χωρίς τη ικανότητα να γεννάμε ζωές, ή έστω να γκαρίζουμε.
Ο David Souto Alcalde (Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης) είναι συγγραφέας και καθηγητής πρώιμου σύγχρονου πολιτισμού σε πολλά αμερικανικά πανεπιστήμια. Ειδικεύεται στην ιστορία του ρεπουμπλικανισμού και στις σχέσεις μεταξύ πολιτικής, φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Τα τελευταία χρόνια γράφει εκτενώς σε διάφορα μέσα ενημέρωσης, όπως τα Vozpópuli, The Objective ή Diario 16, σχετικά με τα θεμέλια του σύγχρονου αυταρχισμού: την τεχνοκρατία, τον μεταανθρωπισμό και την (πολιτική) παγκοσμιοποίηση. Είναι ιδρυτικό μέλος του Brownstone Spain, όπου γράφει εβδομαδιαίως.