Ωραιοποιώντας την μετανάστευση, η Αριστερά καταστρέφει κοινωνίες
Από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, αν όχι πιο πριν, η Αριστερά μαστίζεται από μια ατυχή τάση να επιβάλλει καινούργιες, αναπόδεικτες και νεφελώδεις ιδέες στην κοινωνία με καταναγκαστικό τρόπο
Απόσπασμα άρθρου του Thomas Harrington, δημοσιευμένου στις 2/2/2024 από το Brownstone Institute, με αφορμή τα γεγονότα στα σύνορα του Τέξας
Υπήρχε πάντα μια μειοψηφία ανθρώπων σε κάθε κοινωνία που ήταν διατεθειμένη να ξεριζωθεί αναζητώντας περισσότερη ελευθερία ή/και ευημερία. Πράγματι, χωρίς τέτοιου είδους ανθρώπους, πολλά από αυτά που συνήθως αποκαλούμε ανθρώπινη πρόοδο θα ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθούν.
Ωστόσο η ελκυστικότητα αυτού του «μπολιάσματος» με εξωτερικά κοινωνικά στοιχεία πρέπει -όπως συμβαίνει στην περίπτωση της κατανάλωσης κρασιού- να υπολογίζεται πάντα έναντι των δυνητικά αρνητικών επιπτώσεών του στην ομοιόσταση του πολύπλοκου «οργανισμού» που είναι επιφορτισμένος με την απορρόφησή τους. Με δύο ποτήρια έχεις μια ωραία ζάλη και μια ενισχυμένη αίσθηση του φαγητού. Με έξι ποτήρια λιποθυμάς και γίνεσαι ανίκανος να λειτουργήσεις την επόμενη μέρα. Το ίδιο συμβαίνει με τις ανθρώπινες ροές προς καθιερωμένα έθνη-κράτη.
Μολονότι οι συνήγοροι, και οι σιωπηλοί υποστηρικτές, της τρέχουσας μεταναστευτικής πολιτικής των ανοιχτών θυρών της κυβέρνησης σπάνια -αν ποτέ- αρθρώνουν τους στρατηγικούς στόχους της μαζικής τους μη επιβολής των υφιστάμενων νόμων και κανονισμών, φαίνεται ξεκάθαρο ότι αυτή αποτελεί μέρος της ευρύτερης προσπάθειας αποδυνάμωσης, και τελικά της πλήρους απαξίωσης, βασικών θεσμών και προτύπων της κουλτούρας μας, σε σημείο που πρέπει να αντικατασταθούν πλήρως από φανταχτερούς νέους θεσμούς και πρότυπα που προέρχονται —το μαντέψατε— από τις νέες και βελτιωμένες™ απόψεις των ελίτ ιδεολόγων μας.
Και όσο για τα εκατομμύρια των πολιτών, των οποίων η ζωή ανατρέπεται στη διαδικασία;
Λοιπόν, όπως μας λένε τακτικά οι «ανώτεροί μας», χωρίς να το λένε πραγματικά, αυτό είναι ένα μικρό τίμημα για τον πολύ καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο που -σύμφωνα με τις a priori υποθέσεις τους φυσικά- έχουν σχεδιάσει για εμάς.
Δείτε σχετικά το άρθρο: «Hans H. Hoppe: Γιατί τα ανοιχτά σύνορα δεν είναι φιλελεύθερη πολιτική»
Ωστόσο, όσο δελεαστικό κι αν είναι για μένα να μην συνυπογράψω τώρα και να απολαύσω την επιδοκιμασία των -πιο ευθυγραμμισμένων με τους Ρεπουμπλικάνους- στοιχείων του αναγνωστικού μας κοινού, δεν μπορώ και δεν θα το κάνω.
Και αυτό γιατί η διανοητική μου ενασχόληση με το θέμα της μετανάστευσης στις ΗΠΑ δεν ξεκίνησε με την έλευση της κυβέρνησης Μπάιντεν, ή ακόμα και με την αρχή της πρώτης θητείας της προεδρίας Ομπάμα, αλλά κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπους του πρεσβύτερου, όταν, ως μεταπτυχιακός φοιτητής, έπιασα δουλειά ως διοργανωτής προσέγγισης των τοπικών κοινοτήτων σε έναν οργανισμό υπεράσπισης της μετανάστευσης στο Πρόβιντενς, στην Πολιτεία Rhode Island.
Αν και η βασική δουλειά μου ήταν να εξηγώ τις διαθέσιμες διαδικασίες πολιτογράφησης στις τοπικές κοινότητες των μεταναστών στα ισπανικά και τα πορτογαλικά, αυτή η εργασία διακόπτονταν τακτικά από την ανάγκη να βοηθήσω στις προσπάθειες της οργάνωσης να εγγράψει τους μετανάστες χωρίς έγγραφα σε ένα ημι-νόμιμο καθεστώς σύμφωνα με τους όρους της Προσωρινού Νόμου για το Καθεστώτος Προστασίας (TPS) του 1990, που σχεδιάστηκε κυρίως για πρόσφυγες από τη Λιβερία και το Σαλβαδόρ, και για να ελέγξει ενδελεχώς τα έγγραφα εκείνων που, κόντρα σε κάθε ελπίδα, προσπαθούσαν να στριμώξουν αναδρομικά στο νομικό καθεστώς βάσει της αμνηστίας μετανάστευσης (IRCA) του 1986 που εξέδωσε η κυβέρνηση Ρήγκαν, που νομιμοποίησε περισσότερους από 3 εκατομμύρια παρανόμους με μια υπογραφή.
Αυτή η εργασία περιστρεφόταν κυρίως γύρω από την αναθεώρηση των αποδεικτικών στοιχείων μισθοδοσίας και μισθώσεων διαμερισμάτων. Και όταν είδα τα ποσά του υποκατώτατου μισθού που καταβάλλονται σε αυτούς τους μετανάστες για εβδομάδες των 50 και 60 ωρών, κυρίως δουλεύοντας με επικίνδυνα μέταλλα στην ιστορικά σημαντική βιομηχανία κοσμημάτων του Ρόουντ Άιλαντ, άρχισα να «ενώνω τα κομμάτια».
Συνειδητοποίησα ότι η διεξαγωγή πολέμου σε χώρες της Κεντρικής Αμερικής με επινοημένα προσχήματα, με τρόπο που θα εξασφάλιζε μια σταθερή ροή προσφύγων προς τον Βορρά, ήταν μια μεγάλη μπίζνα. Έδωσε στους μεταποιητικούς τομείς των ΗΠΑ, όπως η βιομηχανία κοσμημάτων του Ρόουντ Άιλαντ, μια τεράστια άμεση ώθηση στο τελικό τους παραγόμενο αποτέλεσμα και είχε ως μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα την άσκηση ισχυρής πίεσης προς τα κάτω στους μισθούς των γηγενών Αμερικανών εργαζομένων, γεγονός που φυσικά μείωσε σοβαρά τις δυνατότητές τους για ανοδική κοινωνική κινητικότητα και, μακροπρόθεσμα, φτωχοποίησαν τις πάλαι ποτέ σταθερές κοινότητες της μεσαίας και κατώτερης μεσαίας τάξης.
Εάν είχα κάποιες εναπομείνασες αμφιβολίες σχετικά με τη θεωρία μου, αυτές διαλύθηκαν όταν, προς έκπληξή μου, ο διευθυντής της οργάνωσής μας, μας ανακοίνωσε ότι τα μέλη της τοπικής υπηρεσίας του INS (υπουργείο μετανάστευσης) θα μας επισκέπτονταν για να μπορέσουμε να τους εξηγήσουμε τις περιπλοκές των τελευταίων νόμων και κανονισμών που εγκρίθηκαν στην Ουάσιγκτον ..
Σωστά διαβάσατε.
Το τοπικό γραφείο του INS εξαρτιόταν από έναν οργανισμό κοινωνικής υπηρεσίας υπέρ της μετανάστευσης για τη βασική κατανόηση των νόμων που υποτίθεται ότι θα επέβαλλε. Όταν επιτέλους ήρθε ώρα της επίσκεψης, ήταν έκδηλη η απόλυτη αδιαφορία τους για όσα λέγαμε για τους νόμους και τους κανονισμούς. Ήταν σαφές ότι δεν έπαιρναν πολύ σοβαρά τα καθήκοντά τους για την επιβολή των νόμων.
Ίσως μου έχει διαφύγει, αλλά πολύ σπάνια, αν ποτέ, έχω δει οποιονδήποτε από τους Ρεπουμπλικάνους που τώρα με μανία, και δικαιωματικά, ασχολούνται με την τρέχουσα, ξαφνική κατάρρευση των συνόρων μας υπό την διοίκηση του Τζο Τσερνένκο να αναφέρονται στις πολιτικές της εποχής Ρίγκαν και Μπους του πρεσβύτερου, που ουσιαστικά δημιούργησαν μια σταθερή ροή παράνομων μεταναστών από φτωχές χώρες καθιστώντας την θεμελιώδες χαρακτηριστικό του οικονομικού μας συστήματος, και κατόπιν σιωπηρά, των επιχειρηματικών σχεδίων των ενθουσιωδών ψηφοφόρων τους «υπέρ της ανάπτυξης».
Ούτε έχω ακούσει κανέναν από αυτούς να ζητούν συγγνώμη από τα εκατομμύρια των ανθρώπων των οποίων οι κάποτε ακμάζουσες κοινότητες κατέρρευσαν γύρω τους λόγω της καταβαράθρωσης του κατώτατου μισθού κάτω από τα πόδια τους, που προκλήθηκε από τη μετανάστευση.
Αυτό που βλέπω, στην πραγματικότητα, είναι ότι πολλοί από τους ίδιους ανθρώπους που τα υποστήριξαν όλα αυτά (βλέπω τον Mitch McConnell και τους συντρόφους του στον βάλτο του βαθέως κράτους) είναι διαρκώς απορημένοι από το μέγεθος της οργής που στρέφεται εναντίον τους από την αναδυόμενη Τραμπική βάση του κόμματός τους.
Οπότε, ναι, είναι αναμφίβολα αλήθεια ότι από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, αν όχι πιο πριν, η πολιτική Αριστερά μαστίζεται από μια ατυχή τάση να επιβάλλει αναπόδεικτες και νεφελώδεις καινούργιες ιδέες στην κοινωνία με καταναγκαστικά μέσα. Σε γενικές γραμμές το κάνουν επειδή, όχι εντελώς λανθασμένα, βλέπουν την παράδοση ως επί το πλείστον ως προς την ικανότητά της να εμποδίζει το αδιάκοπο χάρισμα του ανθρώπου να βελτιώνει (ή μήπως να αποθεώνει;) τον εαυτό του και τη συνολική κατάσταση του κόσμου.
Δείτε σχετικά: «Τι προκάλεσε τη Γαλλική Επανάσταση;»
Παρ’ ό,τι εκείνοι που βρίσκονται στη δεξιά δείχνουν γενικά περισσότερο σεβασμό στην κρίσιμη σημασία που παίζουν οι κοινότητες και οι παραδόσεις τους για την εξασφάλιση της κοινωνικής σταθερότητας και της προσωπικής ευτυχίας, δεν απουσιάζει η δική τους ροπή να επιβάλλουν αλόγιστα καταστροφικές, νεφελώδεις ιδέες στους ίδιους τους ανθρώπους τους οποίους ισχυρίζονται ότι νοιάζονται και υποστηρίζουν περισσότερο.
Η ιδέα ότι διατηρώντας τους μισθούς χαμηλούς και τα κέρδη υψηλά μέσω της παράνομης μετανάστευσης, θα συμβάλουν στη συνοχή και τη γενική υγεία των περισσότερων κοινοτήτων της εργατικής τάξης μακροπρόθεσμα, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φαντασιόπληκτης τάσης.
Εάν αυτοί οι ακτιβιστές στα δεξιά είναι εννοούν σοβαρά να βάλουν επιτέλους τάξη στο, ομολογουμένως, μπάχαλο του συστήματος μετανάστευσης, είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της αξιοπιστίας τους, αν μη τι άλλο, να ξεκαθαρίσουν τον πολύ μεγάλο ρόλο τους στην αρκετά σκόπιμη διάλυσή του, ξεκινώντας από το τη δεκαετία του 1980 και τις αρχές της δεκαετίας του ‘90.
Δείτε επίσης: «Είναι η μετανάστευση ένα εργαλείο της τάξης των κρατικοδίαιτων;»
Ο Thomas Harrington, Senior Brownstone Scholar και Brownstone Fellow, είναι ομότιμος καθηγητής Ισπανικών Σπουδών στο Trinity College στο Χάρτφορντ, CT, όπου δίδαξε για 24 χρόνια. Η έρευνά του αφορά τα ιβηρικά κινήματα εθνικής ταυτότητας και τη σύγχρονη καταλανική κουλτούρα. Τα δοκίμιά του δημοσιεύονται στο Words in The Pursuit of Light.