Ο Σολζενίτσιν και το οικονομικό δίδαγμα από το σοβιετικό Γκουλάγκ
Τα βιβλία του ξεκίνησαν μια σιγανή φωτιά, που τελικά θα έστελνε τη Σοβιετική Ένωση στα αποκαϊδια της ιστορίας.
Ετικέτες: Πρόσωπα, Σοσιαλισμός, Ιστορία
Άρθρο του Joshua Hofford, δημοσιευμένο στις 27/3/2019 από το Foundation for Economic Education (FEE).
Μπορείτε να ακούσετε αυτό το κείμενο μέσω της εφαρμογής του Substack για κινητά.
Το 1929, το Πολιτικό Γραφείο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης ενέκρινε ένα ψήφισμα που σφράγισε την οικονομική μοίρα και τη λειτουργία του συστήματος στρατοπέδων συγκέντρωσης της χώρας, του Γκουλάγκ. Η φρασεολογία του εγγράφου ανέφερε «Για την αξιοποίηση της εργασίας των εγκληματιών κρατουμένων» και εξουσιοδοτούσε το Σοβιετικό κράτος να εκμεταλλεύεται την δωρεάν εργασία όλων των κρατουμένων στις φυλακές του νησιού Solovetsky. Το νησί μετατράπηκε ουσιαστικά σε φυτεία και οι κρατούμενοι του έγιναν σκλάβοι στα χέρια της ίδιας τους της κυβέρνησης. Περισσότεροι από 50.000 κρατούμενοι θα στέλνονταν στο νησί. Πολλοί δεν θα επέστρεφαν.
Στα πλαίσια των Σοβιετικών αρχείων που άνοιξαν και των αποχαρακτηρισμένων εκθέσεων της CIA, η πλήρης συμμετοχή των κρατουμένων του Γκουλάγκ στη Ρωσική οικονομία είναι πλέον γνωστή. Η βαριά βιομηχανία, η εξόρυξη ορυκτών πόρων και οι κατασκευές είναι μερικοί μόνο τομείς της Ρωσικής οικονομίας που στηρίχθηκαν στη καταναγκαστική εργασία των κρατουμένων του Γκουλάγκ. Αν και το κίνητρο για τη δημιουργία του Γκουλάγκ ήταν τόσο ιδεολογικό όσο και οικονομικό, με την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος μπορεί να τελειοποιηθεί με την εργασία, οι οικονομικές συνέπειες του συστήματος είναι αναμφισβήτητες.
Οι φυλακισμένοι είχαν συλληφθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις των κυβερνητικών ποσοστώσεων και όχι με βάση κάποια τεκμηριωμένη καταδίκη, και συχνά οι κρατούμενοι συλλαμβάνονταν στα σπίτια τους, στους επαγγελματικούς τους χώρους ή κατευθείαν στο δρόμο από την NKVD. Πολλές ιστορίες σύλληψης, ανάκρισης, βασανιστηρίων και μεταφοράς προς το στρατόπεδο θα μπορούσαν να είχαν χαθεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, αν δεν υπήρχε ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν.
Το Γκουλάγκ ως οικονομικός πόρος
Από την ίδρυσή του, το Γκουλάγκ επρόκειτο να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή της Σοβιετικής οικονομίας. Το Σταλινικό σύστημα φυλακών Γκουλάγκ της δεκαετίας του 1930 βοήθησε στην κατασκευή της κακότυχης διώρυγας της Λευκής Θάλασσας, η οποία ήταν πολύ στενή και πολύ ρηχή για θαλάσσια ή εμπορική συγκοινωνία. Ξεκίνησε το τελευταίο εξάμηνο του 1930, η διώρυγα κατασκευάστηκε σε δύο χρόνια και κατάπιε περίπου 100.000 κρατούμενους του Γκουλάγκ. Υπό τον έλεγχο της NKVD, η κατασκευή της διώρυγας ήταν βιαστική και χρησιμοποιήθηκε ελάχιστη μηχανική στον σχεδιασμό ή την κατασκευή της.
Αναπόσπαστο μέρος των πενταετών σχεδίων του Στάλιν αφορούσε τη βαριά βιομηχανία, την εξόρυξη ορυκτών και πρώτων υλών. Οι πολιτικοί κρατούμενοι με μεγάλες ποινές φυλάκισης στέλνονταν στα ορυχεία χρυσού της Kolyma στα ανατολικά της ΕΣΣΔ ή στα ανθρακωρυχεία της λεκάνης Karaganda. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα στρατόπεδα διοικούνταν τόσο ανεπαρκώς που η ανάλυση κόστους-οφέλους έφερνε την λειτουργία τους στο κόκκινο και κατέληγε σε καθαρή ζημία.
Το «κόστος ευκαιρίας» του να απομακρυνθούν τόσοι πολλοί μηχανικοί και επιστήμονες από τον Σοβιετικό πληθυσμό, να κατηγορηθούν σαν ταξικοί εχθροί και να εργαστούν στα στρατόπεδα ήταν τεράστιο και καθυστέρησε την ανάπτυξη της Σοβιετικής βιομηχανίας. Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε στην απο-κουλακοποίηση του έθνους από τον Στάλιν, η οποία πήγαινε τελείως κόντρα σε μια προσεκτικά σχεδιασμένη οικονομία, για παράδειγμα. Η Anne Applebaum έχει διατυπώσει τη θεωρία ότι αυτός ήταν ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους η Σοβιετική Ένωση δυσκολευόταν να φτάσει τη Δύση.
Η έκταση του Αρχιπελάγους Γκουλάγκ
Από τις απαρχές του στα νησιά Solovetsky στη Λευκή Θάλασσα μέχρι τα διαβόητα ορυχεία χρυσού της Kolyma στα ανατολικά της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας, το Γκουλάγκ εκτείνονταν από τη μια άκρη της χώρας έως την άλλη. Η Σοβιετική μυστική αστυνομία και η πολιτική της τρομοκρατίας αποτελούσαν «αναπόσπαστο μέρος του Σοβιετικού συστήματος», ένα κομμάτι του κρατικού DNA που τοποθετήθηκε εκεί από τον ίδιο τον Λένιν. Αυτός ο μηχανισμός ταινιόδρομου, που προοριζόταν να σκάψει βαθιά μέσα στις Σοβιετικές πόλεις «εξάγοντας το μετάλλευμα» των αθώων ανθρώπων που εναποτίθεντο στην εμπειρία των στρατοπέδων που τους άλεθαν, τροφοδοτούσε ένα σύστημα στρατοπέδων που υπήρχε σε κάθε μεγάλη Ρωσική πόλη στις δώδεκα ζώνες ώρας της.
Πολλοί δυτικοί ιστορικοί επιμένουν ότι τα στρατόπεδα σωφρονιστικής εργασίας των Ρώσων σοσιαλιστών ήταν απλώς μια συνέχεια από την εποχή του Τσάρου - ότι ο Λένιν και ο Στάλιν δεν τα εφηύραν, αλλά απλώς τα πρόσθεσαν σε ένα υπάρχον σύστημα. Ωστόσο, σε σύγκριση με τον πραγματικό αριθμό των κρατουμένων στα στρατόπεδα και τα είδη των κρατουμένων υπό τον Ρώσο τσάρο το 1917 (μόλις 28.600, κυρίως εγκληματίες), τα εκατομμύρια των κρατουμένων στα στρατόπεδα της εποχής του Λένιν και του Στάλιν έρχονται στο προσκήνιο ως το εκβλάστημα του χαρακτήρα αυτού του συστήματος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία για την έκταση του συστήματος Γκουλάγκ: Στο απόγειό του, το 15% του συνολικού Σοβιετικού πληθυσμού είχε εμπλακεί στο σύστημα των στρατοπέδων σε κάποιο επίπεδο ως «ταξικοί εχθροί». Κατηγορούμενοι και καταδικασμένοι με βάση την ποσόστωση και όχι τα ποινικά στοιχεία, οι κουλάκοι -όπως τους ονόμασε ο Στάλιν και οι Νέοι Πιονέροι-, οι αιχμάλωτοι πολέμου και όποιος έπεφτε στα δίχτυα του Άρθρου 58 του Σοβιετικού Ποινικού Κώδικα, ρίχνονταν στον βούρκο του στρατοπέδου ή εξαναγκαζόταν σε ομολογίες και σπαταλημένες ζωές.
Η πλήρης έκταση του Γκουλάγκ και οι σοσιαλιστικές αξιώσεις περί κρατικής προστασίας και της ανθρώπινης τελειοποίησης αποκαλύφθηκαν στον κόσμο από τον συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν. Μετά την αποφυλάκισή του, τόσο ως εργάτης στρατοπέδου όσο και ως εξόριστος, ο Σολζενίτσιν έγραψε το 1956 το «Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς», μια φανταστική περιγραφή ενός κρατούμενου στο Γκουλάγκ. Θα ακολουθήσουν και άλλα βιβλία για τη Σοβιετική καταπίεση, συμπεριλαμβανομένου του αριστουργήματός του «Το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», το οποίο, μέσα από τρεις τόμους, κατέγραψε την ιστορία και την εσωτερική λειτουργία του συστήματος των στρατοπέδων συγκέντρωσης των φυλακών Γκουλάγκ.
Ο Σολζενίτσιν έγινε δεκτός με ανακούφιση και περιέργεια από το Σοβιετικό αναγνωστικό κοινό, σε βαθμό που ο ίδιος ο Σοβιετικός πρωθυπουργός Nikita Kruschev επέτρεψε την έκδοση του βιβλίου «Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς» το 1962, και πολλά μέλη του Πολιτικού Γραφείου διάβασαν τα αντίτυπά του. Σύντομα μετά την κυκλοφορία του, το βιβλίο απαγορεύτηκε στη Σοβιετική Ένωση και τα αντίτυπα αφαιρέθηκαν από τις βιβλιοθήκες και τα βιβλιοπωλεία, αλλά αυτό δεν είχε σημασία. Η οικονομική έκταση του Γκουλάγκ και οι καταστροφικές επιπτώσεις του στον Ρωσικό λαό θα βρισκόταν σε πλήρη παγκόσμια θέα τα επόμενα χρόνια.
Η αντίδραση στον Αλεξάντρ Σολζενίτσιν
Όταν αποφυλακίστηκε το 1956, ο Σολζενίτσιν ζούσε σε έναν κόσμο απαλλαγμένο από τον Ιωσήφ Στάλιν. Αμέσως, ο Σολζενίτσιν άρχισε να γράφει, και η Σοβιετική υποδοχή του «Μια μέρα στη ζωή του Ιβάν Ντενίσοβιτς» ήταν τόσο δραματική και εκτεταμένη, που οι περισσότεροι άνθρωποι που ζούσαν στην ΕΣΣΔ πίστευαν ότι η κυβερνητική λογοκρισία είχε τελειώσει. Το βιβλίο έγινε αμέσως μπεστ σέλερ στη Σοβιετική Ένωση και στη διεθνή σκηνή.
Κάποιος είχε επιτέλους αποκαλύψει τις σφαγές του Σοσιαλιστικού Συστήματος στην Ρωσία και είχε παρακινήσει κι άλλους Σοβιετικούς αντιφρονούντες, όπως ο γνωστός Ρώσος φυσικός Andrei Sakharov, να ενταχθούν στο Ρωσικό κίνημα αντιφρονούντων τη δεκαετία του 1960. Ο Σολζενίτσιν είχε γίνει μια τόσο δυναμική φιγούρα που απελάθηκε από τη Σοβιετική Ένωση το 1974, αφότου έγραψε και έστειλε χειρόγραφα του «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» στο εξωτερικό για διεθνή δημοσίευση. Τα βιβλία του ξεκίνησαν μια σιγανή πυρκαγιά στη Ρωσία, που τελικά θα έστελνε τη Σοβιετική Ένωση στα αποκαϊδια της ιστορίας.
Ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν έγραφε συνεχώς κατά τη διάρκεια της εξορίας του στο Vermont, και ονειρευόταν ότι μια μέρα θα του επιτρεπόταν να επιστρέψει στην πατρίδα του. Το απίθανο έγινε πραγματικότητα όταν ο Σολζενίτσιν επέστρεψε στη Ρωσία αμέσως μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1991. Ο αντίκτυπος των γραπτών του κατά την απουσία του είχε ανακινήσει αθόρυβα την κοινή γνώμη προς την πραγματικότητα του σάπιου Σοσιαλιστικού συστήματος, αλλά είχε κάνει ελάχιστα για να σταθεροποιήσει την πολιτική δομή της Ρωσίας.
Η πτώση όλων των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ στη Σοβιετική σφαίρα ήταν γρήγορη και οριστική, με κομμουνιστές δικτάτορες όπως ο Νικολάε Τσαουσέσκου της Ρουμανίας να απομακρύνονται από τον ίδιο τους τον λαό. Το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» είναι πλέον υποχρεωτικό σχολικό ανάγνωσμα στη Ρωσία και είναι γνωστό σε όλο τον κόσμο. Όσοι έχουν διαβάσει το έργο του Σολζενίτσιν έχουν προειδοποιηθεί από την ιστορία και ταυτόχρονα έχουν λάβει ως δώρο ένα πρότυπο για μια στοχαστική αντίσταση στην τυραννία. Μακάρι να μη χρειαστεί ποτέ ξανά να χρησιμοποιηθεί ως τέτοιο.