Μοναρχίες vs Δημοκρατίες. Πού υπάρχει μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη;
Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι οι μοναρχίες —ιδιαίτερα οι μικρές σε πληθυσμό— είναι πιο ειρηνικές, πιο σταθερές και προστατεύουν την ιδιωτική ιδιοκτησία καλύτερα από τους δημοκρατικούς γείτονές τους.
Άρθρο του Lipton Matthews, που δημοσιεύτηκε στις 23/4/2021 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγνωσης 5'.
Ο Hans-Hermann Hoppe έχει υποστηρίξει ότι οι μοναρχίες έχουν μια πιο μακροπρόθεσμη προοπτική για τις εθνικές τους οικονομίες, και ως εκ τούτου είναι πιο πιθανό να επιδιώξουν να αποκτήσουν πιο σταθερές και ασφαλείς οικονομίες. Δηλαδή, στους μονάρχες, η επιθυμία για μεγιστοποίηση του πλούτου προάγει μια μεγαλύτερη προνοητικότητα από ό,τι συμβαίνει στα δημοκρατικά καθεστώτα. Λόγω της χαμηλότερης χρονικής προτίμησης(*) των μοναρχών, είναι λιγότερο πιθανό να υποκύψουν στα πάθη του οικονομικού λαϊκισμού.
Ο Hoppe περιγράφει αυτό το επιχείρημα σε ένα άρθρο του 1995:
«Ο ιδιοκτήτης ενός κράτους θα προσπαθήσει, αναμενόμενα, να μεγιστοποιήσει τον συνολικό του πλούτο, δηλαδή την παρούσα αξία της περιουσίας του και το τρέχον εισόδημά του[…] Αντίστοιχα, θα θελήσει να αποφύγει μια τόσο επαχθή εκμετάλλευση των υπηκόων του, για παράδειγμα, που να μειώσει τις μελλοντικές του δυνατότητες για έσοδα σε τέτοιο βαθμό ώστε η παρούσα αξία της περιουσίας του να πέσει πραγματικά. Αντίθετα, για να διατηρήσει ή, ενδεχομένως, ακόμη και να ενισχύσει την αξία της προσωπικής του περιουσίας, θα δείχνει συστηματικά αυτοσυγκράτηση ως προς τις εκμεταλλευτικές πολιτικές. Όσο χαμηλότερος είναι ο βαθμός εκμετάλλευσης, τόσο πιο παραγωγικός θα είναι ο υποκείμενος πληθυσμός, και όσο πιο παραγωγικός είναι ο πληθυσμός, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αξία του παρασιτικού μονοπωλίου της απαλλοτρίωσης πλούτου για τον ηγεμόνα.»
Συγκριτική Ανάλυση
Είναι αρκετά ενδιαφέρον ότι η έρευνα επιβεβαιώνει την θεωρία του Hoppe. Σύμφωνα με τον Mauro Guillen, οι μοναρχίες είναι πιο αποτελεσματικές από τις δημοκρατικές πολιτείες στην προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, κυρίως λόγω της μακροπρόθεσμης εστίασής τους. «Οι μοναρχίες τείνουν να είναι δυναστείες, και επομένως έχουν μακροπρόθεσμη εστίαση», λέει ο Guillen. «Αν εστιάσετε μακροπρόθεσμα, είναι βέβαιο ότι θα είστε πιο προστατευτικοί έναντι των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας…. Είναι πιο πιθανό να θέσετε όρια θητείας σε πολιτικούς, οι οποίοι θέλουν να κάνουν κατάχρηση των εξουσιών τους».
Ομοίως, ο Guillen στη μελέτη του επισημαίνει ότι οι μοναρχίες μπορούν να περιορίσουν τις αρνητικές συνέπειες της εσωτερικής σύγκρουσης στα δικαιώματα ιδιοκτησίας:
«Για παράδειγμα, η περίπτωση της Ισπανίας έχει προσελκύσει μια σημαντική προσοχή εκ μέρους των μελετητών, όσον αφορά τόσο τη διαδικασία μετάβασης στη δημοκρατία στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όσο και την αλληλουχία των πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων με το στέμμα να παίζει βασικό ρόλο…. Η συνέχεια της μοναρχίας στην Ισπανία ήταν ένας σημαντικός παράγοντας για την προάσπιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας κατά τη διάρκεια της πολιτικής μετάβασης. Στην Πορτογαλία, αντίθετα, μια παρόμοια χώρα που έκανε τη μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία περίπου την ίδια εποχή, αλλά είχε γίνει δημοκρατία το 1910, κρατικοποιήθηκαν 244 τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις κατά τη μετάβασή της στη δημοκρατία.»
Επιπλέον, οι Christian Bjørnskov και Peter Kurrild-Klitgaard στη δημοσίευσή τους «Economic Growth and Institution Reform in Modern Monarchies and Republics: A Historical Cross-Country Perspective, 1820–2000», παρουσιάζουν συναρπαστικές πληροφορίες: «Ενώ οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις μεγάλης κλίμακας συνήθως συνδέονται με μια βραχυπρόθεσμη πτώση της ανάπτυξης, αντανακλώντας αυτό που έχει γίνει γνωστό ως «κοιλάδα των δακρύων», τα δεδομένα δείχνουν ότι αυτό το φαινόμενο δεν εμφανίζεται στις μοναρχίες. Στην πραγματικότητα, αν εμφανίζεται κάτι, αυτό είναι το αντίθετο φαινόμενο».
Επιπλέον, ο οίκος αξιολόγησης Standard and Poor's βεβαιώνει ότι οι μοναρχίες έχουν ανώτερη βαθμολογία πιστοληπτικής φερεγγυότητας και πιο εντυπωσιακούς ισολογισμούς σε σχέση με τις δημοκρατίες. Ο πιστωτικός αναλυτής Joydeep Mukherji υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ συνταγματικών και απόλυτων μοναρχιών όσον αφορά την εκτίμηση του κινδύνου χρεοκοπίας τους. «Ωστόσο, οι απόλυτες μοναρχίες βαθμολογούνται υψηλότερα από τις συνταγματικές μοναρχίες σε σχέση με τους εξωτερικούς κινδύνους και τον δημοσιονομικό κίνδυνο, αντανακλώντας σε μεγάλο βαθμό τους ισχυρούς ισολογισμούς της γενικής κυβέρνησης και τις υψηλές θέσεις ενεργητικού τους», σημείωσε.
Όπως ο Gullien, έτσι και ο Victor Menaldo στο «The Middle East and North Africa's resilient monarchs» υποστηρίζει ότι οι μοναρχίες συνδέονται με τον σεβασμό του κράτους δικαίου, την προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και την οικονομική ανάπτυξη. Όπως δείχνει ο Menaldo, η προβλεψιμότητα της πολιτικής κουλτούρας που εμπεριέχουν οι μοναρχίες επηρεάζει θετικά την απόφαση για επενδύσεις:
«Δεδομένης της εμφάνισης μιας σταθερής πολιτικής κουλτούρας […] οι ελίτ και οι πολίτες θα ενθαρρυνθούν να προστατεύσουν τον χρονικό ορίζοντα του προγραμματισμού τους, λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας των εκτελεστικών θητειών και της θεσμικής διαδικασίας διαδοχής. Τόσο οι ελίτ όσο και οι πολίτες είναι πιο πιθανό να κάνουν εκείνες τις επενδύσεις σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο που ενθαρρύνουν τη συσσώρευση κεφαλαίου και την αύξηση της παραγωγικότητας».
Ένα άλλο επιχείρημα υπέρ των μοναρχιών είναι η σχετική δυσανεκτικότητά τους στους πολέμους, αφού η εμπλοκή σε πολέμους έχει τη δυνατότητα να εξαϋλώσει τον συσσωρευμένο πλούτο. Αν και η σύγκριση πολιτικών συστημάτων με βάση την πιθανότητα διεξαγωγής πολέμου είναι σπάνια, μια μελέτη που γράφτηκε από κορυφαίους πολιτικούς επιστήμονες εντόπισε ότι οι προνεωτερικές μοναρχίες ήταν λιγότερο πιθανό να εμπλακούν σε πολέμους:
«Φαίνεται ότι υπάρχει αρκετή εμπειρική υποστήριξη για την εικασία μας ότι οι μοναρχίες ήταν λιγότερο επιρρεπείς σε συγκρούσεις στην προνεωτερική εποχή. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη συνήθη εντύπωση που δίνουν οι μυθικές και ιστορικές αφηγήσεις για βασιλιάδες που διεξάγουν πολέμους σαν να είναι η επαγγελματική τους δραστηριότητα. Όταν ο Τσαρλς Τίλι δήλωσε ότι «τα κράτη κάνουν τους πολέμους και οι πόλεμοι τα κράτη», αναμφίβολα σκεφτόταν τους βασιλιάδες ως υποκινητές. Και είναι αλήθεια ότι οι μεγάλες μοναρχίες (Αγγλία, Γαλλία, Ισπανία) είχαν πολύ περισσότερους πολέμους στο ενεργητικό τους από τους μικρότερους, δημοκρατικούς γείτονές τους. Ωστόσο, είδαμε ότι αυτό είναι προϊόν μεγέθους, και όχι βαναυσότητας. Οι μικρές μοναρχίες ήταν πιο ειρηνικές από τις δημοκρατίες παρόμοιου μεγέθους.»
Το να ισχυριστούμε ότι οι μοναρχίες έχουν ανώτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με τις δημοκρατικές πολιτείες δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να ασκήσει κριτική στη μοναρχία χωρίς να κατανοήσει τα δυνατά της σημεία και τους περιορισμούς της. Σε μεγάλο μέρος του κόσμου σήμερα, υπάρχει μια έμφυτη προκατάληψη κατά των μοναρχιών, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι μοναρχίες —ειδικά οι μικρές σε έκταση— είναι πιο ειρηνικές, πιο σταθερές, και προστατεύουν περισσότερο την ιδιωτική ιδιοκτησία από ό,τι οι δημοκρατικοί γείτονές τους.
Δείτε επίσης:
Ο Lipton Matthews είναι ερευνητής, επιχειρηματικός αναλυτής και αρθρογραφεί στα Merion West , The Federalist , American Thinker , Intellectual Takeout, mises.org και Imaginative Conservative .