Ιστορικό νομοσχέδιο: O Milei ποινικοποιεί τον πληθωρισμό του νομίσματος
Η νομισματοποίηση του δημόσιου ελλείμματος από τα κράτη και τις κεντρικές τους τράπεζες προξενεί πολύ σοβαρή ζημιά, που υπερβαίνει κατά πολύ εκείνη που προκαλούν οι παραχαράκτες.
Ετικέτες: Αναρχοκαπιταλισμός, Αυστριακή Σχολή
Άρθρο του καθηγητή νομικής και οικονομικών Jesis Huerta de Soto, δημοσιευμένο στις 31/12/2024.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Αργεντινής, Χαβιέρ Μιλέι, δήλωσε ότι πρόκειται να παρουσιάσει νομοθετική πρόταση για να κηρυχθεί ως απαράγραπτο έγκλημα για το κράτος και την κεντρική τράπεζα να νομισματοποιούν το δημόσιο έλλειμμα και να δημιουργούν πληθωρισμό. Κατά συνέπεια, επικεφαλής του κράτους και της κυβέρνησης, υπουργοί, στελέχη κεντρικών τραπεζών και εκπρόσωποι που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποφασίζουν, προωθούν ή συμμετέχουν στη δημιουργία χρήματος και στην πληθωριστική χρηματοδότηση του δημοσίου ελλείμματος θα δικάζονται και θα καταδικάζονται ως εγκληματίες.
Επιπλέον, αυτές οι πράξεις θα κηρυχθούν απαράγραπτα αδικήματα, και επομένως, ακόμη και αν —λόγω πιθανών πολιτικών αλλαγών στο μέλλον— καταργηθεί αυτή η νομοθεσία, η επακόλουθη αποκατάστασή της θα σήμαινε, αυτοδικαίως, τη δίωξη και την καταδίκη των προσώπων που εμπλέκονται σε πληθωριστικές πολιτικές. Εν ολίγοις, η πρόθεση είναι να αποθαρρυνθεί, εκ των προτέρων, η δράση οποιασδήποτε αρχής, δημόσιου αξιωματούχου ή πολιτικού που ενδέχεται στο μέλλον να αποφασίσει να καταφύγει στον πληθωρισμό του νομίσματος, ώστε να χρηματοδοτήσει και να επιτύχει πολιτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς ή άλλους στόχους.
Το ratio legis αυτής της νέας νομοθεσίας είναι σαφές: βασίζεται στην εξαιρετικά σοβαρή βλάβη που προκαλούν οι πληθωριστικές πολιτικές γενικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αργεντινής, τέτοιου είδους πολιτικές ήταν στα πρόθυρα να προκαλέσουν ανεξέλεγκτο υπερπληθωρισμό, που μόνο οι προσπάθειες του νέου Προέδρου, Javier Milei, και οι θυσίες που υπέμεινε το έθνος της Αργεντινής μετά την πτώση της πρώην κυβέρνησης των Περονιστών, κατέστησαν εφικτό να αναστραφεί. Αυτή η πρώην κυβέρνηση και εκείνες που προηγήθηκαν ευθύνονται πρωτίστως για τη σοβαρή κάμψη, τη φτώχεια και την οικονομική και κοινωνική κρίση που σήμερα έχουν τοποθετήσει την Αργεντινή –κάποτε μια από τις πλουσιότερες χώρες στον κόσμο– μεταξύ των σχετικά φτωχότερων και λιγότερο ευημερούντων εθνών, παρά την τεράστιες δυνατότητές της, όσον αφορά τους ανθρώπινους και φυσικούς της πόρους.
Παρακάτω, θα ρίξουμε μια ματιά στην τεράστια ζημιά που προκαλεί η δημιουργία χρήματος και η πληθωριστική χρηματοδότηση του δημόσιου ελλείμματος (σ.σ. νομισματοποίηση). Αυτή η βλάβη δικαιολογεί ξεκάθαρα την ποινικοποίηση και τη σκληρή τιμωρία όλων όσοι, άμεσα ή έμμεσα, γίνονται υποστηρικτές, συνεργάτες ή κύριοι συμμετέχοντες σε πληθωριστικά μέτρα.
Θα εξετάσουμε —από τις λιγότερο έως τις περισσότερο δραματικές— τις επιπτώσεις της νομισματοποίησης του δημόσιου ελλείμματος.
Πρώτον, αποτελεί άμεση επίθεση στα ίδια τα θεμέλια του δημοκρατικού συστήματος. Πράγματι, η ουσία της δημοκρατίας στηρίζεται στον δημοκρατικό έλεγχο, με πλήρη διαφάνεια, τόσο του προϋπολογισμού των δαπανών όσο και των διαφόρων πηγών των δημόσιων εσόδων, που πρέπει να γνωρίζουν και να εγκρίνουν δια της ψήφου τους οι πολίτες. Η νομισματοποίηση —η χρηματοδότηση μέσω της απλής έκδοσης οποιουδήποτε ποσού νέου χρήματος— των δημόσιων δαπανών είναι βαθιά αντιδημοκρατική. Διαρρηγνύει τον απαραίτητο δεσμό μεταξύ διαφανών δημοσίων δαπανών και εσόδων, τοποθετώντας το κόστος του τμήματος της δημόσιας δαπάνης που δεν χρηματοδοτείται από φόρους στους ώμους της μάζας των κατόχων νομισματικών μονάδων.
Σταδιακά, και χωρίς να το παρατηρήσουν αρχικά ή να γνωρίζουν την αιτία του, αυτοί οι άνθρωποι επηρεάζονται, καθώς τα χρηματικά τους υπόλοιπα υφίστανται μια δραστική σχετική πτώση της αγοραστικής τους δύναμης. Αυτό το φαινόμενο συμβαίνει τόσο όταν το έλλειμμα νομισματοποιείται άμεσα —όπως συμβαίνει εκ των πραγμάτων εδώ και χρόνια στην Αργεντινή— όσο και όταν τουλάχιστον, για να τηρούνται τα προσχήματα, το έλλειμμα χρηματοδοτείται με νέο δημόσιο χρέος που αγοράζει αμέσως η τράπεζα έκδοσης του νομίσματος, σε μια τεράστια κλίμακα στη δευτερογενή αγορά με νεοδημιουργημένα χρήματα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και άλλες κεντρικές τράπεζες —με το ψευδές πρόσχημα και τη «νομική ομπρέλα» της άσκησης μιας «απλής» νομισματικής πολιτικής— έχουν προχωρήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο και έχουν αγοράσει έως και το ένα τρίτο του συνόλου του εκδοθέντος δημόσιου χρέους μέχρι στιγμής από τις διάφορες κυβερνήσεις.
Δεύτερον, η νομισματοποίηση του δημόσιου ελλείμματος ισοδυναμεί σαφώς με την άρση του ουσιαστικού περιορισμού που τίθεται στους πολιτικούς από τον διαφανή, δημοκρατικό έλεγχο του προϋπολογισμού και της εκτέλεσής του. Πράγματι, εάν οποιαδήποτε δημόσια δαπάνη μπορεί να χρηματοδοτηθεί με πληθωρισμό του νομίσματος, πρακτικά «εν κρυπτώ» και με φαινομενικά ανώδυνο τρόπο (τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα), τα πολιτικά κίνητρα θα είναι προφανώς και αναπόφευκτα στραμμένα προς τη σπατάλη και τον λαϊκισμό, μέσα σε έναν «εθισμό δημοσίων δαπανών» και σε μιαν αυθάδη, αδιάκριτη εξαγορά ψήφων, που καταστρέφει τα ίδια τα θεμέλια της δημοκρατίας και αποθαρρύνει πλήρως και διαφθείρει το εκλογικό σώμα και τους πολίτες.
Η Αργεντινή είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού ακριβώς του στρεβλού φαινομένου. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν υιοθετήσει πολιτικές de facto νομισματοποίησης του δημόσιου ελλείμματος, οι οποίες προκάλεσαν επίσης το ίδιο φαινόμενο (αν και σε μικρότερη κλίμακα). Για παράδειγμα, τη στιγμή που η ΕΚΤ ξεκίνησε τις εξαιρετικά χαλαρές «νομισματικές» πολιτικές της «ποσοτικής χαλάρωσης» και μηδενισμού του επιτοκίου, οι διάφορες κυβερνήσεις της Ευρωζώνης διέκοψαν αμέσως τα απαραίτητα μέτρα λιτότητας και τις μεταρρυθμίσεις που είχαν εφαρμόσει. Καμία κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να επωμιστεί το πολιτικό κόστος της υιοθέτησης πολιτικών τόσο επώδυνων όσο είναι απαραίτητες, εάν το συνηθισμένο έλλειμμα που προκύπτει από την αποφυγή τους δεν κοστίζει τίποτα, αν δεν έχει κανένα αντίτιμο για όσους βρίσκονται στην εξουσία, και αν μάλιστα χρηματοδοτείται, άμεσα ή έμμεσα, από χρήματα που εκδόθηκαν πρόσφατα από την κεντρική τράπεζα με πρακτικά ανύπαρκτα επιτόκια.
Τρίτον και περαιτέρω, πρέπει να επισημάνουμε ότι τα νέα χρήματα δεν φτάνουν ποτέ εξίσου σε όλους τους πολίτες. Αντίθετα, διοχετεύονται, στην καλύτερη των περιπτώσεων, για την πληρωμή τιμολογίων για τις δημόσιες δαπάνες, και ως εκ τούτου, οι σχετικές τιμές των πρώτων αγαθών και υπηρεσιών που χρηματοδοτούνται με αυτόν τον τρόπο αυξάνονται. Οι πρώτοι αποδέκτες των χρημάτων αποκτούν προβάδισμα, σε βάρος όλων των άλλων πολιτών. Στις χειρότερες περιπτώσεις, που είναι, εξάλλου, και οι πιο συνηθισμένες, οι κεντρικές τράπεζες συγκαλύπτουν την άμεση νομισματοποίηση του δημόσιου ελλείμματος κάτω από τον, φαινομενικά πιο κανονικό, μανδύα της αγοράς -σε μαζική κλίμακα- τίτλων δημόσιου χρέους (και άλλων επίσης σταθερών και κυμαινόμενων τίτλων) στις δευτερογενείς αγορές (μετοχές και ομόλογα). Στην περίπτωση αυτή η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των λίγων είναι ακόμη μεγαλύτερη. Μπορεί ακόμη και να φτάσει στο αισχρό άκρο να πλουτίσει σε μεγάλο βαθμό τους κατόχους των αντίστοιχων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, είτε επειδή πωλούν τους τίτλους του χαρτοφυλακίου τους στην κεντρική τράπεζα σε τεχνητά υπέρογκες τιμές, είτε επειδή η εκτεταμένη πτώση των επιτοκίων (στο μηδέν ή ακόμη και κάτω από το μηδέν, τα επίπεδα στα οποία η Federal Reserve και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όντως επέβαλαν να βρίσκονται τα επιτόκια) ωθεί την αγοραία αξία των τίτλων σταθερής απόδοσης, των άλλων περιουσιακών στοιχείων, και των κεφαλαιουχικών αγαθών να εκτοξεύονται.
Για να μην αναφέρουμε τον τεράστιο, αρνητικό αντίκτυπο που ασκεί μια τέτοια δραστική και ωμή χειραγώγηση του επιτοκίου στην πραγματική παραγωγική δομή. Το επιτόκιο είναι η πιο σημαντική τιμή σε κάθε ελεύθερη αγορά και, όταν χειραγωγείται με αυτόν τον τρόπο, παύει να λειτουργεί αποτελεσματικά ως ουσιαστικός οδηγός των επιχειρηματικών αποφάσεων σχετικά με τη διαχρονική κατανομή μεταξύ της παραγωγής καταναλωτικών και κεφαλαιουχικών αγαθών (σ.σ. τα αγαθά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή καταναλωτικών αγαθών).
Οι κεντρικές τράπεζες χρησιμοποιούν συνήθως δύο διαδικασίες για να δημιουργήσουν και να διοχετεύσουν χρήματα στην οικονομία: 1) Την πιστωτική επέκταση, που δημιουργείται από το τραπεζικό σύστημα κλασματικών αποθεματικών υπό την καθοδήγηση της κεντρικής τράπεζας και, 2) Τις «πράξεις ανοικτής αγοράς», δηλαδή την νομισματοποίηση του δημοσίου ελλείμματος. Και στις δύο περιπτώσεις, ένα χειραγωγημένο και τεχνητά χαμηλό επιτόκιο πυροδοτεί κύματα λανθασμένων και μη βιώσιμων επενδύσεων που προκαλούν βαθείς οικονομικούς κύκλους και κρίσεις χρηματοπιστωτικής αστάθειας. Γεγονός είναι ότι η χειραγώγηση και η μείωση των επιτοκίων δίνει την όψη της κερδοφορίας σε επενδυτικές διαδικασίες που είναι στην πραγματικότητα μη βιώσιμες, γιατί δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές επιθυμίες των πολιτών, ως καταναλωτών και αποταμιευτών.
Τέταρτον και τελευταίο, από τη στιγμή που οι επιπτώσεις που περιγράφηκαν παραπάνω πάρουν τον δρόμο τους, κάθε πληθωριστική διαδικασία τελικά και αναπόφευκτα καταλήγει στη σταδιακή, συγκαλυμμένη μείωση της αγοραστικής δύναμης των νομισματικών μονάδων που χρησιμοποιούν όλοι οι οικονομικοί παράγοντες. Αυτή η μείωση της αγοραστικής δύναμης ισοδυναμεί με έναν απεχθή φόρο (τον πληθωρισμό) που πλήττει όλους, ιδιαίτερα τους πιο ευάλωτους και άπορους, και έτσι, κάθε πληθωρισμός γίνεται πάντα ένας ιδιαίτερα απεχθής και οπισθοδρομικός φόρος.
Συμπερασματικά, η νομισματοποίηση του δημόσιου ελλείμματος προκαλεί πολύ σοβαρή ζημιά, η οποία στην πραγματικότητα υπερβαίνει κατά πολύ -τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά- εκείνη που προξενούν οι παραχαράκτες των νομισμάτων, η δραστηριότητα των οποίων θεωρείται έγκλημα σε κάθε ποινικό κώδικα στον κόσμο. (Στην Ισπανία, για παράδειγμα, τιμωρείται με φυλάκιση οκτώ έως δώδεκα ετών σύμφωνα με τα άρθρα 386 έως 389 του ισπανικού ποινικού κώδικα.) Επομένως, υπάρχει πλήρης αιτιολόγηση για την ιστορική πρόταση του Προέδρου Javier Milei να ποινικοποιήσει, αποκλείοντας μάλιστα την παραγραφή, την νομισματοποίηση του δημοσίου ελλείμματος και να την τιμωρήσει με φυλάκιση και ακόμη υψηλότερα χρηματικά πρόστιμα για όλους τους επικεφαλής του κράτους και της κυβέρνησης, τους υπουργούς των Οικονομικών, τα μέλη του κοινοβουλίου και τους διοικητές και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των κεντρικών τραπεζών που –με τις πράξεις ή με τις παραλείψεις τους– είναι υπεύθυνοι για τη δημιουργία του αντίστοιχου χρήματος. Και, για άλλη μια φορά, η αιτία γι΄ αυτό είναι η πολύ σοβαρή βλάβη - τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο - που πάντα προκαλεί μια τέτοιου είδους δημιουργία χρήματος.
Ως εκ τούτου, ελπίζουμε ότι ο Πρόεδρος Javier Milei θα μπορέσει να προωθήσει και να ολοκληρώσει αυτήν τη σημαντική αλλαγή του νόμου το συντομότερο δυνατό. Πάνω απ' όλα, ελπίζουμε ότι το παράδειγμά του -μαζί με την επίγνωση εκ μέρους του λαού των στρεβλωτικών επιπτώσεων και των σοβαρών ζημιών που προκύπτουν από τη νομισματοποίηση του δημόσιου ελλείμματος- θα εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο και θα φτάσει ιδιαίτερα σε οικονομικές περιοχές, όπως αυτή της Βόρειας Αμερικής και ιδιαίτερα, της Ευρωζώνης, οι οποίες έχουν επιφέρει στους πολίτες τους την υποτίμηση των νομισματικών τους μονάδων, η οποία -αν και δεν πλησιάζει καν τον υπερπληθωρισμό, σχεδόν, της Αργεντινής- έχει ουσιαστικά απαλλοτριώσει τα χρήματά τους. Για παράδειγμα, σε πολύ λίγα χρόνια, το 20% της αγοραστικής δύναμης όλων των χρημάτων τους έχει υποκλαπεί.
Ελπίζουμε ότι αυτό θα συμβεί και ότι —σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον— θα είναι επίσης εφικτή η ποινική δίωξη και ο προσωπικός καταλογισμός των διοικητών των κεντρικών τραπεζών (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, κ.λπ.) και των μελών των αντίστοιχων διοικητικών συμβουλίων τους για την αποτυχία επίτευξης των στόχων τους και για τη σοβαρή κοινωνική και οικονομική βλάβη που έχουν προκαλέσει στους πολίτες.
Δείτε επίσης: