Τραπεζικό σύστημα για αρχαρίους
Υπάρχει στενή σχέση μεταξύ κεντρικών τραπεζών και κεντρικών κυβερνήσεων, καθώς οι κεντρικές τράπεζες δημιουργούν χρήμα από το τίποτα, ώστε να χρηματοδοτούνται οι κρατικές δραστηριότητες.
Ετικέτες: Αυστριακή Σχολή, Κράτος
Άρθρο του JR MacLeod, δημοσιευμένο στις 18/09/2024
Το νομισματικό και τραπεζικό σύστημα διαδραματίζει έναν απίστευτα σημαντικό ρόλο στις σύγχρονες οικονομίες. Επομένως, η γνώση για το πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα θα πρέπει να διαδοθεί όσο το δυνατόν ευρύτερα, ωστόσο το εκπαιδευτικό σύστημα μετά βίας καθοδηγεί τους μαθητές σχετικά με αυτό το θέμα, εάν όντως τους καθοδηγεί καθόλου γι' αυτό. Αυτό το άρθρο στοχεύει στο να συμβάλει στη γεφύρωση αυτού του χάσματος, προσφέροντας μια βασική επισκόπηση του τρόπου λειτουργίας του συστήματος δημιουργίας χρήματος και των τραπεζικών εργασιών σήμερα. Ο αναγνώστης μπορεί επίσης να ενδιαφέρεται να μελετήσει την ανάλυση για τα εναλλακτικά συστήματα, ωστόσο, αυτό το άρθρο θα επικεντρωθεί μόνο στην περιγραφή του κυρίαρχου συστήματος σήμερα.
Λειτουργίες ανοιχτής αγοράς και Τραπεζική κλασματικών αποθεματικών (FRB)
Η κεντρική τράπεζα έχει το μονοπώλιο της έκδοσης χαρτονομισμάτων, δηλαδή του απτού, υλικού νομίσματος. Η διαφορά μεταξύ της ονομαστικής αξίας του νομίσματος που δημιουργείται και του κόστους παραγωγής του ονομάζεται seigniorage και αποφέρει κέρδος στον κυρίαρχο του νομισματικού συστήματος, στην προκειμένη περίπτωση στην κεντρική τράπεζα. Τα χαρτονομίσματα των σύγχρονων κεντρικών τραπεζών δεν μπορούν να εξαργυρωθούν με τίποτα άλλο εκτός από τον εαυτό τους. Δημιουργούνται από το τίποτα: από την πίστη, ή την εντολή, της ίδιας της κεντρικής τράπεζας. Είναι πιθανό ότι το απτό νόμισμα που παράγεται από τις κεντρικές τράπεζες θα αντικατασταθεί εν μέρει από τα ψηφιακά νομίσματα της κεντρικής τράπεζας (CBDC) στο εγγύς μέλλον. Αυτά θα εκτελούν πολλές από τις ίδιες λειτουργίες με το απτό νόμισμα και θα διατηρούν χαρακτηριστικά όπως το seigniorage.
Οι κεντρικές τράπεζες είναι σε θέση να αγοράζουν περιουσιακά στοιχεία (assets) από παράγοντες της οικονομίας. Το κάνουν αυτό υπογράφοντας μια «επιταγή» ή μια κατάθεση όψεως στον εαυτό τους. Αυτές οι επιταγές δημιουργούνται από το μηδέν, από την εντολή (fiat) της κεντρικής τράπεζας, και μπορούν να εξαργυρωθούν μόνο σε τραπεζογραμμάτια της κεντρικής τράπεζας. Όταν η κεντρική τράπεζα αγοράζει περιουσιακά στοιχεία από κανονικές (εμπορικές) τράπεζες χρησιμοποιώντας αυτές τις επιταγές (που είναι πλέον ηλεκτρονικές), οι τράπεζες διατηρούν αυτά τα χρήματα σε αποθεματικό στους δικούς τους λογαριασμούς που διατηρούν στην κεντρική τράπεζα. Όταν η κεντρική τράπεζα αγοράζει περιουσιακά στοιχεία από άλλους παράγοντες της οικονομίας, οι επιταγές καταλήγουν στο ίδιο μέρος. Ο οικονομικός παράγοντας που λαμβάνει την επιταγή ως αντάλλαγμα για περιουσιακά στοιχεία την καταθέτει στην τράπεζά του και η τράπεζα, με τη σειρά της, την καταθέτει στον λογαριασμό της στην κεντρική τράπεζα. Οι επιταγές καταλήγουν αναπόφευκτα ως αποθεματικά των εμπορικών τραπεζών που διατηρούνται στην κεντρική τράπεζα, λόγω του είδους των χρημάτων που εμπλέκονται. Αυτές οι επιταγές, που ονομάζονται αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας, χρησιμεύουν ως καταθέσεις όψεως ή απαιτήσεις έναντι της κεντρικής τράπεζας, επομένως θα αποτελούν πάντα μέρος των λογαριασμών της.
Το αποθεματικό χρήμα της κεντρικής τράπεζας είναι το χρήμα του τραπεζικού τομέα. Είναι το είδος του χρήματος που χρησιμοποιούν η κεντρική τράπεζα και οι εμπορικές τράπεζες για να συναλλάσσονται και να διακανονίζουν τραπεζικά υπόλοιπα μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, οι εμπορικές τράπεζες με πλεόνασμα αποθεματικών τα δανείζουν σε εμπορικές τράπεζες με ανεπαρκή αποθεματικά.
Αυτές οι αγορές περιουσιακών στοιχείων ονομάζονται πράξεις ανοικτής αγοράς (OMO). Συνήθως, το πιο κοινό περιουσιακό στοιχείο που αγοράζεται από την κεντρική τράπεζα είναι το δημόσιο χρέος. Αυτό δείχνει τη στενή σχέση μεταξύ κεντρικών τραπεζών και κεντρικών κυβερνήσεων, καθώς οι κεντρικές τράπεζες δημιουργούν χρήματα για να χρηματοδοτούνται οι κρατικές δραστηριότητες.
Οι πελάτες των εμπορικών τραπεζών μπορούν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους με τη μορφή απτού χρήματος. Για την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης, οι εμπορικές τράπεζες ζητούν την παράδοση απτού χρήματος από την κεντρική τράπεζα, η οποία το παραδίδει και αφαιρεί το υπόλοιπο του αποθεματικού χρήματος κεντρικής τράπεζας της εμπορικής τράπεζας στον λογαριασμό της στην κεντρική τράπεζα κατά το ισόποσο ύψος. Επομένως, το απτό χρήμα και το αποθεματικό χρήμα της κεντρικής τράπεζας —που μαζί συναπαρτίζουν το χρήμα βάσης (base money)— αποτελούν τα νομισματικά αποθέματα των εμπορικών τραπεζών.
Επειδή οι πελάτες των εμπορικών τραπεζών συνήθως δεν ζητούν τη χρήση όλων των χρημάτων στους λογαριασμούς τους ταυτόχρονα, οι εμπορικές τράπεζες χορηγούν δάνεια έχοντας κατά νου το να έχουν αρκετά αποθέματα για να ικανοποιήσουν τον όγκο των αναλήψεων και τις υπόλοιπες χρήσεις των χρημάτων που κάνουν οι πελάτες τους, αντί να έχουν αρκετά αποθέματα για να ικανοποιήσουν πλήρως τους δικούς της λογαριασμούς καταθέσεων όψεως, δηλαδή όλα τα χρήματα που οι πελάτες θα μπορούσαν να ζητήσουν άμεσα. Εάν η κεντρική τράπεζα δημιουργήσει νέο χρήμα και αυξήσει τα αποθεματικά μιας εμπορικής τράπεζας αγοράζοντας ένα περιουσιακό στοιχείο από αυτήν, η εμπορική τράπεζα, με τη σειρά της, θα δημιουργήσει ακόμη περισσότερα νέα χρήματα δίνοντας δάνεια πολύ μεγαλύτερα από το ποσό των νέων αποθεματικών που λαμβάνει. Οι εμπορικές τράπεζες και οι πελάτες τους συναλλάσσονται μεταξύ τους, επομένως τα χρήματα πολλαπλασιάζονται συνεχώς πάνω από το ύψος των αποθεματικών, αφού με κάθε νέα κατάθεση που λαμβάνουν οι εμπορικές τράπεζες θα κοιτάζουν να δημιουργούν και νέα δάνεια. Αυτή η διαδικασία είναι γνωστή ως τραπεζική κλασματικών αποθεματικών (fractional-reserve banking) καθώς τα αποθεματικά των εμπορικών τραπεζών αποτελούν μόνο ένα μικρό κλάσμα των υποχρεώσεων των καταθέσεων που οφείλουν.
Αυτό το βασικό σύστημα δημιουργίας χρήματος αντιπροσωπεύει μια ανεστραμμένη πυραμίδα. Η κεντρική τράπεζα φτιάχνει μια πυραμίδα με το αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας επιπροσθέτως της δυνατότητάς της να δημιουργεί απτό νόμισμα. Στη συνέχεια, οι εμπορικές τράπεζες σχηματίζουν πυραμίδες με λογαριασμούς καταθέσεων όψεως επιπροσθέτως των αποθεματικών τους αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας.
Άλλα εργαλεία νομισματικής πολιτικής:
Απαιτήσεις αποθεματικών — Η κεντρική τράπεζα έχει τη νομική ρυθμιστική εξουσία για το ποσοστό των αποθεματικών που πρέπει να διατηρούν οι εμπορικές τράπεζες. Αυτή η εξουσία μπορεί να επηρεάσει τη νομισματική πολιτική, με τις υψηλότερες απαιτήσεις αποθεματικών να οδηγούν σε χαμηλότερη προσφορά χρήματος και τις χαμηλότερες απαιτήσεις σε αποθεματικό να οδηγούν σε υψηλότερη προσφορά χρήματος.
Ασφάλιση Καταθέσεων — Η κεντρική τράπεζα εγγυάται τις καταθέσεις των πελατών των εμπορικών τραπεζών μέχρι ένα ορισμένο όριο. Ο σκοπός αυτού του εργαλείου είναι να προσπαθήσει να αποτρέψει τις τραπεζικές εκκρεμότητες, όπου οι πελάτες αντιλαμβάνονται ότι μια κανονική τράπεζα λειτουργεί σε αφερέγγυα βάση, χωρίς επαρκή αποθεματικά για να καλύψει τις υποχρεώσεις των καταθέσεων όψεως, κι έτσι οι πελάτες προσπαθούν να ανακτήσουν τα χρήματά τους από το απόθεμα των αποθεματικών που διαθέτει η τράπεζα. Η κεντρική τράπεζα που εγγυάται αυτούς τους λογαριασμούς μπορεί να δώσει μεγαλύτερη σταθερότητα σε ένα σύστημα τραπεζικής κλασματικών αποθεματικών, ωστόσο δημιουργεί επίσης ηθικό κίνδυνο (moral hazard).
Εκπτωτικό παράθυρο — Η κεντρική τράπεζα έχει τη δυνατότητα να δανείζει αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας στις εμπορικές τράπεζες μέσω του παραθύρου έκπτωσης. Αυτή ήταν η κύρια αρχική αιτιολόγηση για τη δημιουργία κεντρικών τραπεζών, ώστε να λειτουργήσουν ως «δανειστής έσχατης ανάγκης» στις κανονικές τράπεζες, εάν αντιμετωπίζουν προβλήματα. Ως εκ τούτου, η κεντρική τράπεζα συνήθως ορίζει το επιτόκιο σε αυτήν την αγορά υψηλότερα από το επιτόκιο που θα χρεώνουν η μία την άλλη σε δάνεια σε αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας. Αυτό γίνεται για να διασφαλιστεί η θέση της ως επιλογή έκτακτης ανάγκης.
Πληρωμή τόκων επί αποθεματικών — Μια σχετικά πρόσφατη προσθήκη στην εργαλειοθήκη της κεντρικής τράπεζας είναι η πολιτική πληρωμής τόκων στο αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας που διατηρούν οι κανονικές τράπεζες σε λογαριασμούς τους στην κεντρική τράπεζα. Ο σκοπός αυτού του εργαλείου είναι να επιτρέπει στην κεντρική τράπεζα να αγοράζει περιουσιακά στοιχεία χωρίς ισχυρό αντίκτυπο στον πληθωρισμό των τιμών ή στα επιτόκια. Η κεντρική τράπεζα δημιουργεί νέο αποθεματικό νόμισμα κεντρικής τράπεζας και το διοχετεύει στο σύστημα, αλλά εφόσον η κεντρική τράπεζα πληρώνει υψηλότερο επιτόκιο στα αποθεματικά της, από το επιτόκιο που κερδίζουν οι κανονικές τράπεζες δανείζοντας αποθεματικά η μία στην άλλη, οι κανονικές τράπεζες θα καταθέσουν μεγάλο μέρος αυτών των νέων αποθεματικών στην κεντρική τράπεζα για να κερδίσουν αυτό το υψηλότερο επιτόκιο. Αυτό σημαίνει ότι οι κανονικές τράπεζες έχουν μικρότερη πολλαπλασιαστική επίδραση στο νέο χρήμα και, κατά συνέπεια, ο πληθωρισμός των τιμών είναι χαμηλότερος από ό,τι θα ήταν σε διαφορετική περίπτωση. Επίσης, η κεντρική τράπεζα μπορεί να επηρεάσει το επιτόκιο που χρεώνουν οι κανονικές τράπεζες η μία στην άλλη σε δάνεια αποθεματικών, αλλάζοντας το επιτόκιο που πληρώνει στα αποθεματικά που είναι σταθμευμένα στην κεντρική τράπεζα.
Τύποι περιουσιακών στοιχείων που αγοράζονται — Οι διαφορετικοί τύποι περιουσιακών στοιχείων (assets) που αγοράζονται από την κεντρική τράπεζα θα έχουν διαφορετικά είδη επιπτώσεων στη νομισματική πολιτική και στην ευρύτερη οικονομία. Με όλους τους υπόλοιπους παράγοντες σταθερούς, η κεντρική τράπεζα που αγοράζει χρυσό θα τείνει να ενισχύσει την αξιοπιστία και τη σταθερότητα του εθνικού νομίσματος. Η κεντρική τράπεζα που αγοράζει περισσότερο δημόσιο χρέος θα χρηματοδοτήσει την αυξημένη δραστηριότητα της κυβέρνησης. Η κεντρική τράπεζα που αγοράζει μια συγκεκριμένη κατηγορία περιουσιακών στοιχείων από μια επιχείρηση θα τονώσει την ίδια την επιχείρηση, καθώς και τον τομέα της οικονομίας στον οποίο αυτή δραστηριοποιείται.
Η αγορά Repo — Το Repo αναφέρεται συνοπτικά σε συμφωνίες επαναγοράς. Πρόκειται για μια μέθοδο βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης, όπου μια επιχείρηση πωλεί περιουσιακά στοιχεία, συνήθως κρατικά ομόλογα, και συμφωνεί να τα επαναγοράσει σε μια ημερομηνία στο εγγύς μέλλον σε ελαφρώς υψηλότερη τιμή. Η διαφορά στην τιμή συνιστά το επιτόκιο σε συνάρτηση με τη χρονική προτίμηση. Η κεντρική τράπεζα παρεμβαίνει στην αγορά repo μέσω πράξεων ανοικτής αγοράς και δανειοδοτικών διευκολύνσεων, χρησιμοποιώντας αποθεματικό νόμισμα της κεντρικής τράπεζας. Οι παρεμβάσεις αυτές επηρεάζουν την προσφορά χρήματος και κατά συνέπεια το επιτόκιο στην αγορά repo.
Σύνοψη
Αυτό το άρθρο παρέχει μια επισκόπηση του σύγχρονου συστήματος τραπεζικής και δημιουργίας χρήματος. Ως επισκόπηση, πιστεύω ότι είναι ακριβές, αλλά προφανώς υπάρχουν περισσότερες λεπτομέρειες στις διαδικασίες που περιγράφονται παραπάνω, και υπάρχουν κι άλλα εργαλεία που χρησιμοποιούνται από την κεντρική τράπεζα για τη δημιουργία χρήματος και την επιρροή στο ευρύτερο τραπεζικό σύστημα. Υπάρχουν επίσης πολλά προβλήματα με αυτό το σύστημα. Πρώτον, η ικανότητα να δημιουργείς χρήματα από το τίποτα και να τα δανείζεις με τόκους απαιτεί τη δημιουργία περισσότερων χρημάτων στην ίδια λογική, για την αποπληρωμή του κεφαλαίου και των τόκων. Αυτή είναι μία από τις έννοιες που καταχωρούνται κάτω από τον ιστορικά ασαφή όρο της τοκογλυφίας.
Ευτυχώς, υπάρχουν επίσης εναλλακτικές ιδέες που αποφεύγουν τα προβλήματα του σημερινού μας συστήματος. Για μια πλήρη ανάλυση σχετικά με το σύγχρονο σύστημα τραπεζικής και δημιουργίας χρήματος, τα προβλήματά του και τις υγιείς εναλλακτικές λύσεις, θα συνιστούσα να ξεκινήσετε με το Understanding Money Mechanics του Robert Murphy. Ένα άλλο εξαιρετικό κείμενο είναι το The Case Against the Fed του Murray Rothbard.
Δείτε επίσης:
Πολύ ωραίο άρθρο! Συγχαρητήρια!