Ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν -εννοείται- σοσιαλιστικός
Ο Χίτλερ θαύμαζε τη σοβιετική οικονομία και οι Ναζί ήλπιζαν να μετατρέψουν την δική τους εκδοχή του σοσιαλισμού σε πλήρη κεντρικό σχεδιασμό μετά τον πόλεμο
Άρθρο του Llewellyn H. Rockwell Jr., δημοσιευμένο την 1/10/2024.
Αυτές τις μέρες, οι υποστηρικτές του Προέδρου Τραμπ, και άλλοι στα δεξιά, συχνά χαρακτηρίζονται «φασίστες» και αυτό που εννοείται μ’ αυτή την μομφή είναι πως υποστηρίζουν τους Ναζί. Για παράδειγμα, η ιστορικός Ruth Ben-Ghiat λέει: «Για να κάνουν τους ανθρώπους να χάσουν την απέχθειά τους για τη βία, οι επιτήδειοι αυταρχικοί απανθρωποποιούν επίσης τους εχθρούς τους. Αυτό κάνει ο Τραμπ. Ο Χίτλερ χρησιμοποίησε αυτό το τέχνασμα από την αρχή, αποκαλώντας τους Εβραίους ‘‘‘μαύρα παράσιτα του έθνους’’ σε μια ομιλία του το 1920. Όταν ο Χίτλερ ανέλαβε την εξουσία το 1933 και μετέφρασε την απανθρωποποιητική ρητορική του σε κατασταλτικές πολιτικές, οι Γερμανοί είχαν ακούσει αυτά τα μηνύματα για πάνω από μια δεκαετία.»
Ως ιστορικός της απολυταρχίας με εξειδίκευση στον ιταλικό φασισμό, η χρήση της εικόνας των «παρασίτων» τράβηξε την προσοχή μου. Ο Μουσολίνι χρησιμοποίησε παρόμοια φρασεολογία στην ομιλία του για την Ημέρα της Ανάληψης της εξουσίας το 1927, η οποία εξέθεσε την πρόθεση του φασισμού να υποβάλει τους αριστερούς και άλλους σε μέτρα «προφύλαξης» «για την υπεράσπιση του ιταλικού κράτους και της κοινωνίας από τις άθλιες επιρροές τους». Αλλά τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Οι Ναζί, δηλαδή -όπως υποδηλώνει το όνομά τους- οι Εθνικοσοσιαλιστές, ήταν υποστηρικτές μιας κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας. Αν και ο Τραμπ υποστηρίζει τους δασμούς και τις ελλειμματικές δαπάνες, δεν είναι αντίπαλος της ελεύθερης αγοράς και τάσσεται υπέρ των μέτρων, όπως οι φορολογικές περικοπές, που βοηθούν την ελεύθερη επιχειρηματικότητα.
Όπως επισημαίνει ο μεγάλος οικονομολόγος Ludwig von Mises, υπάρχουν δύο είδη σοσιαλισμού. Το ένα χαρακτηρίζεται από την απροκάλυπτη ιδιοκτησία της βιομηχανίας από το κράτος: η κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είναι ένα παράδειγμα. Στο άλλο είδος σοσιαλισμού, η ιδιωτική ιδιοκτησία των επιχειρήσεων διατηρείται, αλλά η κυβέρνηση λέει στους υποτιθέμενους ιδιοκτήτες τι να παράγουν και ποιες τιμές να χρεώσουν. Ο Mises γράφει στo Omnipotent Government:
«Το γερμανικό και το ρωσικό σύστημα σοσιαλισμού έχουν ως κοινό τους στοιχείο το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει τον πλήρη έλεγχο των μέσων παραγωγής. Αποφασίζει τι θα παραχθεί και πώς. Κατανέμει σε κάθε άτομο ένα μερίδιο των καταναλωτικών αγαθών για την κατανάλωσή του […] Το γερμανικό πρότυπο διαφέρει από το ρωσικό στο ότι (φαινομενικά και ονομαστικά) διατηρεί την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και διατηρεί την εμφάνιση των κανονικών τιμών, μισθών και αγορών. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πλέον επιχειρηματίες, αλλά μόνο διευθυντές καταστημάτων (Betriebsführer) …. Η κυβέρνηση, όχι οι καταναλωτές, κατευθύνει την παραγωγή. Αυτός είναι ο σοσιαλισμός με το εξωτερικό πρόσχημα του καπιταλισμού. Ορισμένες ετικέτες της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς διατηρούνται, αλλά σημαίνουν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που σημαίνουν σε μια γνήσια οικονομία της αγοράς».
Η μεταγενέστερη έρευνα υποστήριξε το αφήγημα του Mises για τη ναζιστική οικονομία. Μία από τις πιο ολοκληρωμένες αναφορές για τη ναζιστική οικονομία βρίσκεται στο βιβλίο του Άνταμ Τουζ, The Wages of Destruction, και ο Τουζ επιβεβαιώνει ότι οι Γερμανοί βιομήχανοι ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν την καθοδήγηση των Ναζί. Ο Τουζ εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή στη σημασία του Τετραετούς Σχεδίου του Χέρμαν Γκέρινγκ:
«Οι επιχειρήσεις που ήταν απρόθυμες να ακολουθήσουν τα σχέδια της Νέας Τάξης έπρεπε να αναγκαστούν να ευθυγραμμιστούν. Ένας νόμος επέτρεπε στην κυβέρνηση να επιβάλει υποχρεωτικά καρτέλ. Μέχρι το 1936, το Τετραετές Σχέδιο, με επικεφαλής τον Χέρμαν Γκέρινγκ, άλλαξε τη φύση της γερμανικής οικονομίας.
Στις 18 Οκτωβρίου [1936] δόθηκε στον Γκέρινγκ η επίσημη εξουσιοδότηση του Χίτλερ ως γενικός πληρεξούσιος για το Τετραετές Σχέδιο. Τις επόμενες ημέρες παρουσίασε διατάγματα που τον εξουσιοδοτούσαν να αναλάβει την ευθύνη σχεδόν για κάθε πτυχή της οικονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου των επιχειρηματικών μέσων».
Επιπλέον, ο Χίτλερ θαύμαζε τη σοβιετική οικονομία και οι Ναζί ήλπιζαν να μετατρέψουν την δική τους εκδοχή του σοσιαλισμού σε πλήρη κεντρικό σχεδιασμό μετά τον πόλεμο. Οι Ναζί δεν αποκάλυψαν τις προθέσεις τους δημόσια, γιατί κατά τη διάρκεια του πολέμου χρειάζονταν τη συνεργασία των επιχειρήσεων, αλλά ο Χίτλερ και άλλοι κορυφαίοι Ναζί έκαναν ξεκάθαρες τις προθέσεις τους κατ’ ιδίαν. Όπως σημειώνει ο Rainer Zitelmann, η κατεξοχήν αυθεντία στην οικονομική ιδεολογία των Ναζί:
«Οι εθνικοσοσιαλιστές σκόπευαν να επεκτείνουν τη σχεδιασμένη οικονομία για την περίοδο μετά τον πόλεμο, όπως γνωρίζουμε από πολλές από τις σημειώσεις του Χίτλερ. Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο Χίτλερ θαύμαζε όλο και περισσότερο το σοβιετικό οικονομικό σύστημα. Και αυτό δεν παρέλειψε να επηρεάσει τις απόψεις του για το ζήτημα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. «Αν ο Στάλιν συνέχιζε να εργάζεται για άλλα δέκα με δεκαπέντε χρόνια», είπε ο Χίτλερ σε έναν μονόλογό του στα κεντρικά γραφεία του, τον Αύγουστο του 1942, «η Σοβιετική Ρωσία θα είχε γίνει το πιο ισχυρό έθνος στη γη…μπορεί να περάσουν 150, 200, 300 χρόνια, αυτό είναι ένα τόσο μοναδικό φαινόμενο! Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το γενικό βιοτικό επίπεδο ανέβηκε. Ο λαός δεν υπέφερε από την πείνα. Λαμβάνοντας τα πάντα υπ’ όψη, πρέπει να πούμε: Έφτιαξαν εργοστάσια εδώ όπου πριν από δύο χρόνια δεν υπήρχαν παρά ξεχασμένα χωριά, εργοστάσια τόσο μεγάλα όσο το εργοστάσιο Hermann Göring.»
Σε αρκετές περιπτώσεις ο δικτάτορας ανέφερε στους στενότερους συνεργάτες του ότι ήταν απαραίτητο να κρατικοποιηθούν οι μεγάλες μετοχικές εταιρείες, η βιομηχανία ενέργειας και όλοι οι άλλοι κλάδοι της οικονομίας που παρήγαγαν «απαραίτητες πρώτες ύλες» (π.χ. η βιομηχανία σιδήρου). Φυσικά, ο πόλεμος δεν ήταν το κατάλληλο περιβάλλον για να εφαρμοστούν τέτοιες ριζοσπαστικές εθνικοποιήσεις. Ο Χίτλερ και οι εθνικοσοσιαλιστές το γνώριζαν καλά αυτό.»
Στα πρώτα του χρόνια, ο Χίτλερ ήταν δύσπιστος σχετικά με τη βιωσιμότητα του σοβιετικού τύπου κεντρικού σχεδιασμού, ωστόσο άλλαξε γνώμη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο θαυμασμός του Χίτλερ για το σοβιετικό σύστημα επιβεβαιώνεται και από τις σημειώσεις του Wilhelm Scheidt, ο οποίος, ως βοηθός του «εκπροσώπου για τη στρατιωτική ιστορία» του Χίτλερ, Walther Scherff, και μέλος της ομάδας του Αρχηγείου του Φύρερ, είχε στενή επαφή με τον Χίτλερ και μερικές φορές συμμετείχε ακόμη και στις «ενημερώσεις». Στις μεταπολεμικές σημειώσεις του ο Scheidt παρατηρεί ότι ο Χίτλερ «μεταστράφηκε στον μπολσεβικισμό». Από τις παρατηρήσεις του Χίτλερ, λέει, θα μπορούσαν να προκύψουν οι ακόλουθες αντιδράσεις: «Πρώτον, ο Χίτλερ ήταν αρκετός υλιστής ώστε να είναι ο πρώτος που αναγνώρισε τα τεράστια εξοπλιστικά επιτεύγματα της ΕΣΣΔ στο πλαίσιο της ισχυρής, γενναιόδωρης και ολοκληρωτικής οικονομικής της οργάνωσης.»
Ο Scheidt γράφει ότι με αυτές του τις εντυπώσεις ο Χίτλερ είχε αναγνωρίσει και εκφράσει «την εσωτερική σχέση του συστήματός του» με τον τόσο έντονα αντιτιθέμενο μπολσεβικισμό, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να παραδεχτεί ότι «αυτό το σύστημα του εχθρού αναπτύχθηκε πολύ πιο ολοκληρωμένα και ξεκάθαρα. Ο εχθρός του έγινε το μυστικό του παράδειγμά». Η «εμπειρία της κομμουνιστικής Ρωσίας», ιδιαίτερα η εντύπωση της υποτιθέμενης υπεροχής του σοβιετικού οικονομικού συστήματος, είχε προκαλέσει μια έντονη αντίδραση στον Χίτλερ και στον κύκλο των πιστών του: «Τα άλλα οικονομικά συστήματα δεν φαινόταν να είναι ανταγωνιστικά σε σύγκριση μαζί του». Σχετικά με τις εντυπώσεις του για την ορθολογική οργάνωση της γεωργίας στην ΕΣΣΔ και των «τεράστιων βιομηχανικών εγκαταστάσεων που πρόσφεραν μια εύγλωττη μαρτυρία ,παρά την καταστροφή τους», ο Χίτλερ, λέει ο Scheidt, ήταν «ενθουσιώδης».
Εν συντομία, ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν σοσιαλισμός. Ας κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σταθούμε ενάντια στον τρόπο με τον οποίο η παλαβή αριστερά καταγγέλλει τους αξιοπρεπείς Αμερικανούς ως «φασίστες». Οι πραγματικοί φασίστες είναι ο εγκεφαλικά νεκρός «πρόεδρος» Τζο Μπάιντεν κι η συμμορία των νεο-συντηρητικών του, καθώς και η μη εκλεγμένη διάδοχός του, η «κακαριστή Καμάλα».
Δείτε επίσης: