Φασίστες: Οι καλοί, οι κακοί κι ο Μεταξάς
Οι άνθρωποι συχνά φλερτάρουν με την ιδέα ότι χρειαζόμαστε λίγο φασισμό — αλλά μόνο με την πλευρά του Θεού και της δημοκρατίας.
Ετικέτες: Άλλες Σχολές Σκέψης, Ιστορία, Φασισμός, Πόλεμος και Εξωτερική Πολιτική
Απόσπασμα από το κεφάλαιο 10 του βιβλίου As We Go Marching (1944) του Τζον Τ. Φλιν, δημοσιευμένο στις 06/05/2019 από το Mises Institute.
Αρχικά, ας διατυπώσουμε τον ορισμό μας για τον φασισμό. Ο φασισμός είναι, με λίγα λόγια, ένα σύστημα κοινωνικής οργάνωσης στο οποίο το κράτος είναι μια δικτατορία που υποστηρίζεται από μια πολιτική ελίτ, και στο οποίο η οικονομική κοινωνία είναι αυταρχική, κλειστή και σχεδιασμένη, στο οποίο η κυβέρνηση αναλαμβάνει την ευθύνη για τη δημιουργία επαρκούς αγοραστικής δύναμης μέσω της χρήσης του εθνικού χρέους, και στο οποίο ο μιλιταρισμός υιοθετείται ως ένα μεγαλεπήβολο οικονομικό σχέδιο, για τη δημιουργία εργασίας, καθώς και ως ένα μεγάλο ρομαντικό σχέδιο στην υπηρεσία του ιμπεριαλιστικού κράτους.
Αναλυτικά, περιλαμβάνονται οι ακόλουθοι μηχανισμοί:
Μια κυβέρνηση της οποίας οι εξουσίες είναι απεριόριστες.
Ένας ηγέτης που είναι δικτάτορας, απόλυτος στην εξουσία αλλά υπεύθυνος απέναντι στο κόμμα, το οποίο απαρτίζεται από την προτιμώμενη ελίτ.
Ένα οικονομικό σύστημα στο οποίο η παραγωγή και η διανομή διεξάγονται μεν από ιδιώτες ιδιοκτήτες, αλλά σύμφωνα με σχέδια που καταρτίζονται από το κράτος άμεσα, ή υπό την άμεση εποπτεία του.
Αυτά τα σχέδια περιλαμβάνουν τον έλεγχο όλων των μέσων παραγωγής και διανομής μέσω μεγάλων κυβερνητικών γραφείων, που έχουν την εξουσία να θεσπίζουν κανονισμούς ή οδηγίες με την ισχύ του νόμου.
Περιλαμβάνουν επίσης την ολοκληρωτική ενοποίηση της κυβέρνησης και των ιδιωτικών οικονομικών υποθέσεων, βάσει της οποίας οι επενδύσεις κατευθύνονται και ρυθμίζονται από την κυβέρνηση, έτσι ώστε ενώ η ιδιοκτησία είναι ιδιωτική και η παραγωγή διεξάγεται από ιδιώτες ιδιοκτήτες, να υπάρχει ένα είδος κοινωνικοποίησης των επενδύσεων, των οικονομικών πτυχών της παραγωγής. Με αυτόν τον τρόπο, το κράτος, το οποίο μέσω νόμου και μέσω κανονισμών μπορεί να ασκήσει ισχυρό έλεγχο στη βιομηχανία, μπορεί να επεκτείνει και να ολοκληρώσει σε μεγάλο βαθμό αυτόν τον έλεγχο, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του τραπεζίτη και του εταίρου.
Περιλαμβάνουν επίσης τη μέθοδο δημιουργίας ροών αγοραστικής δύναμης μέσω του δανεισμού και των δαπανών της κεντρικής κυβέρνησης ως μόνιμο θεσμό.
Ως απαραίτητη συνέπεια όλων αυτών, ο μιλιταρισμός γίνεται αναπόφευκτο μέρος του συστήματος, καθώς παρέχει τον ευκολότερο τρόπο για την οικονομική αποστράγγιση μεγάλου αριθμού εργαζομένων ετησίως από την αγορά εργασίας και για τη δημιουργία μιας τεράστιας βιομηχανίας για την παραγωγή όπλων για την άμυνα, η οποία βιομηχανία υποστηρίζεται εξ ολοκλήρου από τον κρατικό δανεισμό και τις κρατικές δαπάνες.
Ο ιμπεριαλισμός γίνεται ουσιαστικό στοιχείο ενός τέτοιου συστήματος, όπου αυτό είναι δυνατό — ιδιαίτερα στα ισχυρά κράτη, καθώς ολόκληρο το φασιστικό σύστημα, παρά τις υποσχέσεις του για αφθονία, απαιτεί μεγάλες οικονομικές και προσωπικές θυσίες, τις οποίες οι άνθρωποι δεν μπορούν να πειστούν να κάνουν προς όφελος των συνηθισμένων στόχων της πολιτικής ζωής, και στις οποίες θα υποταχθούν μόνο όταν τους παρουσιαστεί κάποια εθνική σταυροφορία ή περιπέτεια με το ηρωικό πρότυπο, που αγγίζει βαθιά τις πηγές της σωβινιστικής υπερηφάνειας, του σωβινιστικού συμφέροντος και του σωβινιστικού συναισθήματος.
Όπου βρίσκονται αυτά τα στοιχεία, υπάρχει φασισμός, με όποιο όνομα κι αν ονομάζεται το σύστημα. Και τώρα είναι καθήκον μας να εξετάσουμε πολύ σύντομα τη δική μας κοινωνία (σ.σ. ΗΠΑ της δεκαετίας του ‘40) και να δούμε σε ποιο βαθμό υπάρχουν εδώ οι σπόροι αυτού του συστήματος, και σε ποιο βαθμό καλλιεργούνται και από ποιον.
Υπό το φως όσων ειπώθηκαν, μπορούμε να δούμε πόσο μακριά μπορούν να μας οδηγήσουν εκείνοι που αναζητούν τις ρίζες του φασισμού, ψάχνοντας ανάμεσα σε αυτές τις μάταιες, τρελές ή σκόπιμα ανατρεπτικές ομάδες που ευδοκιμούν ισχνά υπό την ηγεσία διαφόρων μικρομεσαίων φύρερ. Μερικές από αυτές τις ομάδες είναι εντελώς αντιαμερικανικές, όπως οι Bundists. Μια τέτοια οργάνωση δεν είχε, και δεν μπορεί να έχει, καμία σχέση με την εισαγωγή ενός νέου κοινωνικού συστήματος στην Αμερική. Στόχος της ήταν να βοηθήσει τον Χίτλερ όσο το δυνατόν περισσότερο στους πολεμικούς του στόχους εδώ. Ήταν μια εχθρική οργάνωση - και μάλιστα απίστευτα ανόητη.
Έπειτα, υπάρχουν διάφορες ομάδες που είναι απλώς αντικομμουνιστικές, ή αντικομμουνιστικές και αντισημιτικές μαζί, συγχέοντας δύο πράγματα σε ένα, όπως οι Christian Fronters, που αριθμούν μερικές εκατοντάδες μηδαμινές οργανώσεις. Υπάρχουν άλλες που ελάχιστα διαφέρουν από εκείνα τα παλιά κινήματα κοινωνικού αποκλεισμού - οι Know Nothings, η APA, η Κου Κλουξ Κλαν - που στρέφουν τα πυρά τους εναντίον κάποιας φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Είναι εντελώς μοχθηρές οργανώσεις, αλλά έχουν μικρή -και στις περισσότερες περιπτώσεις καμία- σχέση με την εισαγωγή του φασισμού στην Αμερική. Οι περισσότερες από αυτές δεν έχουν περισσότερες γνώσεις για το περιεχόμενο του φασισμού από τους κυρίους που γράφουν βιβλία σχετικά μ’ αυτές.
Υποτίθεται ότι επειδή το ναζιστικό κίνημα στη Γερμανία και το φασιστικό κίνημα στην Ιταλία ξεκίνησαν με μικρές ομάδες ασήμαντων ανθρώπων, ο φασισμός θα έρθει και εδώ με τον ίδιο τρόπο. Είναι, φυσικά, πιθανό ο μεγάλος αμερικανικός φασισμός να αναδυθεί με αυτόν τον τρόπο. Δεν έχουμε παρά να δούμε την άνθηση της σταυροφορίας Ham and Eggs («Ζαμπόν και Αυγά») στην Καλιφόρνια [1] και του κινήματος Τάουνσεντ παντού [2] για να συνειδητοποιήσουμε τις δυνατότητες ενός ισχυρού κινήματος που οργανώνεται από ασήμαντους ηγέτες.
Αλλά όταν έρθει ο φασισμός, δεν θα έχει τη μορφή ενός αντιαμερικανικού κινήματος ή ενός φιλο-χιτλερικού, εθνοπροδοτικού ομοσπονδιακού κινήματος. Ούτε θα έρθει με τη μορφή μιας σταυροφορίας κατά του πολέμου. Θα εμφανιστεί, αντιθέτως, υπό τον φωτεινό μανδύα του φλεγόμενου πατριωτισμού. Θα πάρει κάποιο πραγματικά εντόπιο σχήμα και χρώμα και θα εξαπλωθεί μόνο επειδή οι ηγέτες του, που δεν είναι ακόμη ορατοί, θα ξέρουν πώς να εντοπίσουν τις μεγάλες πηγές της κοινής γνώμης και της επιθυμίας και τα ρεύματα σκέψης που πηγάζουν από αυτές και θα ξέρουν πώς να προσελκύσουν υπό τα λάβαρά τους ηγέτες που μπορούν να διεκδικήσουν την υποστήριξη των μειοψηφιών που ελέγχουν την αμερικανική δημόσια ζωή. Ο κίνδυνος δεν έγκειται τόσο στους επίδοξους φύρερ που μπορεί να εμφανιστούν, αλλά στην παρουσία ανάμεσά μας ορισμένων βαθέων ρευμάτων ελπίδας, ζωντάνιας και άποψης. Ο πόλεμος κατά του φασισμού πρέπει να ξεκινήσει εκεί.
Υπάρχει ένα άλλο φαινόμενο που έχει εμφανιστεί και φαίνεται να περιέχει κάποιο κίνδυνο μόλυνσης από τον φασισμό. Ο πόλεμος μας έφερε συμμάχους. Ένας από αυτούς είναι η Ρωσία. Και ήδη έχουμε δει το πώς η φιλική μας συνεργασία στις πολεμικές επιχειρήσεις έχει οδηγήσει σε πολλές ανοησίες σχετικά με τη ρωσική κυβέρνηση. Είμαστε πρόθυμοι να πιστέψουμε ότι δεν είναι πλέον αντιθρησκευτική. Υπάρχει μια αξιοσημείωτη άμβλυνση της αυστηρότητας με την οποία αξιολογούσαμε τον κομμουνισμό και της ανοχής με την οποία έχουμε συγχωρήσει τις εκκαθαρίσεις και τις βαρβαρότητες του σοβιετικού καθεστώτος.
Αλλά έχουμε και φασίστες συμμάχους. Και όχι μόνο βλέπουμε με επιείκεια τις πολιτικές τους επειδή είναι σύμμαχοί μας, αλλά και επειδή αντί να είναι επιτιθέμενοι, είναι θύματα μεγαλύτερων και ισχυρότερων φασιστών. Έτσι, είχαμε ένα φασιστικό καθεστώς στην Αυστρία υπό τον Ντόλφους και αργότερα υπό τον Σούσνιγκ. Ο δικτάτορας Ντόλφους [3] καταδιώχθηκε από τον δικτάτορα Χίτλερ, αλλά ήταν στενός φίλος και συνεργάτης του δικτάτορα Μουσολίνι. Είχε το δικό του ιστορικό καταστολής, κυρίως εκείνο τον τρομερό κανονιοβολισμό κατά των εργατικών κατοικιών στη Βιέννη. Όμως όλα αυτά συγχωρούνται και παραβλέπονται όταν οι εκτελεστές του Χίτλερ τον δολοφονούν.
Ομοίως, παραβλέπουμε τη φασιστική δομή του Σούσνιγκ, [4] επειδή ο Σούσνιγκ ήταν ένας βαθιά θρησκευόμενος άνθρωπος και επειδή κι αυτός απήχθη και δραπέτευσε από τον άθρησκο Χίτλερ. Ωστόσο η Αυστρία ήταν μια φασιστική χώρα. Δεν υπάρχει αμφιβολία για το γεγονός ότι ο Σούσνιγκ ήταν ένας έντιμος άνθρωπος, ένας αληθινός πατριώτης έτοιμος να θυσιαστεί για την Αυστρία, και ότι ήταν, επιπλέον, ένας άνθρωπος με βαθιά και γνήσια θρησκευόμενο χαρακτήρα. Όλα αυτά μας προειδοποιούν για άλλη μια φορά ότι δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος να υποθέτουμε ότι τα διάφορα συστατικά του φασισμού, εξεταζόμενα ξεχωριστά, είναι κακά, και ότι μόνο κακοί άνθρωποι ασπάζονται αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων.
Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για την Πορτογαλία, όπου ο δικτάτορας Σαλαζάρ [5] είναι ένας άνθρωπος χωρίς τα προσβλητικά προσωπικά χαρακτηριστικά, ούτε του Μουσολίνι ούτε του Χίτλερ. Χωρίς φωνές, πόζες, απειλές, χωρίς επιδείξεις. Αντίθετα, είναι ένας εστέτ, που ζει μια ζωή λιτότητας, ένας ευσεβής Καθολικός, με τον τοίχο του γραφείου του στολισμένο με ένα μόνο στολίδι, τον σταυρό του Χριστού, στα πόδια του οποίου είναι ένας ταπεινός λάτρης. Το φασιστικό καθεστώς της Πορτογαλίας αποτελεί μια παραδοξότητα ανάμεσα στις φασιστικές τάξεις της Ευρώπης. Οι θαυμαστές του, οι οποίοι είναι πολυάριθμοί σε αυτή τη χώρα και στην Ευρώπη, το αποκαλούν «χριστιανικό κορπορατισμό». Αυτός είναι ο τρόπος διακυβέρνησης, που διαμορφώθηκε με βάση την παλιά μεσαιωνική μορφή διακυβέρνησης των συντεχνιών, την οποία τόσο πολύ θαύμαζαν και στην οποία προέτρεπαν ένθερμα στη Βρετανία και την Αμερική μερικοί από τους πιο ευσεβείς σοσιαλιστές και άλλους ηγέτες των, όπως ο Χόμπσον και ο Κόουλ. Η περίπτωση της Πορτογαλίας είναι, ωστόσο, πολύ ιδιαίτερη, διαμορφωμένη από ιδιαίτερες συνθήκες και σώζεται τώρα χάρη στον πόλεμο και στη συμμαχία της Πορτογαλίας με την Αγγλία.
Η Ελλάδα συμμορφωνόταν περισσότερο με το πρότυπο των φασιστικών χωρών, ωστόσο επειδή η Ελλάδα δέχτηκε μια τόσο σκληρή επίθεση από τον Μουσολίνι και αντέταξε μια τόσο ένδοξη άμυνα, και επειδή είναι τώρα σύμμαχός μας, δεν την θεωρούμε ουσιαστικά κακή μολονότι είναι φασιστική. Ο Μεταξάς, πολεμιστής και θαυμαστής του γερμανικού στρατιωτικού συστήματος, τοποθέτησε τα κανόνια του στους δρόμους της Αθήνας, διέλυσε το κοινοβούλιο και το σύνταγμα, εξόρισε τους αντιπάλους του, στιγμάτισε κάθε αντιπολιτευόμενο ως κομμουνιστή και αυτοανακηρύχθηκε δικτάτορας. Έβαλε τέλος στην ελευθερία του τύπου, είπε στους εκδότες ότι «πρέπει να τον ακολουθούν σαν στρατιώτες στη μάχη, χωρίς ποτέ να τον συμβουλεύουν, να τον επικρίνουν ή να ανταλλάσσουν απόψεις μαζί του». Καθιέρωσε μια αδίστακτη ιδεολογική πειθαρχία στα σχολεία και είπε στους καθηγητές των πανεπιστημίων: «Δεν μπορώ να επιτρέψω σε κανέναν από εσάς να έχει ιδέες διαφορετικές από αυτές του κράτους».
Ανέλαβε την εξουσία χωρίς κανένα πρόγραμμα. Έδωσε αόριστες υποσχέσεις για καλή ζωή, είπε στους Έλληνες ότι ο ίδιος ήταν «ο πρώτος αγρότης και ο πρώτος τεχνίτης» της Ελλάδας, εφάρμοσε όλα τα τυπικά μέτρα της κρατικής πρόνοιας, τους κατώτατους μισθούς, τους νόμους για το οκτάωρο, τις συντάξεις, τις δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες κ.λπ., συνοδευόμενα από όλες τις γνωστές φασιστικές τεχνικές του άτεγκτου ελέγχου. Και φυσικά δαπάνησε δανεισμένα χρήματα και έκανε τον στρατό το μεγαλύτερο πρότζεκτ από όλα, λέγοντας στον λαό ότι «η σειρά του θα έρθει κάποια μέρα».
Πολλοί από αυτούς τους δικτάτορες είχαν κάνει τις εκκαθαρίσεις τους — ο Κεμάλ, [7] για παράδειγμα, στον οποίο τώρα αναφερόμαστε με θαυμασμό ως «εκείνος ο σπουδαίος άνδρας», ο οποίος όμως, όταν οι παλιοί συνάδελφοί του φαινόταν να ξεφεύγουν λίγο από τον έλεγχο, τους κρεμούσε κατά δεκάδες και έκανε μεγάλο πάρτυ τη νύχτα που εκκαθαρίστηκαν.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι για τον φασισμό κάνουμε κατά κάποιον τρόπο αυτό που αρχίσαμε να κάνουμε για τα τραστ στις αρχές του 1900. Αρχίσαμε να μιλάμε για «κακά τραστ» και «καλά τραστ». Τώρα αρχίζουμε να αναγνωρίζουμε τον «κακό φασισμό» και τον «καλό φασισμό». Ένας κακός φασισμός είναι ένα φασιστικό καθεστώς που είναι εναντίον μας στον πόλεμο. Ένα καλό φασιστικό καθεστώς είναι αυτό που είναι με το μέρος μας. Ή, για να επαναλάβω αυτό που έχω ήδη πει, ένα κακό φασιστικό καθεστώς είναι αυτό που κάνει πόλεμο στους γείτονές του και διώκει τους Εβραίους. Ένα καλό φασιστικό καθεστώς είναι αυτό που δέχεται επίθεση από κάποιον ισχυρότερο φασισμό και δεν αλλάζει τη μακροχρόνια στάση της χώρας του, ούτε απέναντι στους Εβραίους ούτε απέναντι στους Χριστιανούς. Και ορμώμενοι από αυτή την αρχή, υπάρχουν πολλοί Αμερικανοί που έχουν αναφερθεί εκτενώς στα μεγαλοπρεπή επιτεύγματα του Μουσολίνι και στην πιο φωτεινή πλευρά του γερμανικού καθεστώτος. [8] Έτσι, φλερτάρουμε λίγο με την ιδέα ότι ίσως ο φασισμός θα μπορούσε να στηθεί χωρίς αυτά τα εξευτελιστικά χαρακτηριστικά, ότι ακόμα κι αν πρόκειται να υπάρξει μια ολοκληρωτική κυβέρνηση, αυτή θα είναι μόνο λιγουλάκι ολοκληρωτική και μόνο λίγο μιλιταριστική και ιμπεριαλιστική, μόνο με την πλευρά του Θεού και της δημοκρατίας.
———————————————
1 Από μια κριτική βιβλίου του ιστότοπου EH.NET για το βιβλίο του Daniel JB Mitchell, Pensions, Politics, and the Elderly («Συντάξεις, Πολιτική και Ηλικιωμένοι»): «Η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών της Μεγάλης Ύφεσης και η συγκέντρωση απογοητευμένων ηλικιωμένων ψηφοφόρων στη Νότια Καλιφόρνια αποτέλεσαν το καύσιμο για μια σειρά πολιτικών κινημάτων που πιέζουν για αυξημένες συντάξεις. Το πιο εξωτικό από αυτά ήταν πιθανώς το κίνημα Ham and Eggs. [...] Οι Ham and Eggers συγκέντρωσαν αρκετές υπογραφές για να βάλουν το σχέδιό τους στο ψηφοδέλτιο της Καλιφόρνια ως Πρόταση 25 τον Νοέμβριο του 1938. Σύμφωνα με το σχέδιο, βασισμένο σε μια ιδέα του Irving Fisher, όποιος είχε δικαίωμα ψήφου στην Καλιφόρνια και ήταν πενήντα ετών και άνω χωρίς εργασία θα λάμβανε 30 δολάρια σε «εντάλματα» κάθε εβδομάδα. Κάθε ένταλμα του 1 δολαρίου θα απαιτούσε φόρο δύο σεντς που θα καταβαλλόταν εβδομαδιαίως για να διατηρείται το χαρτονόμισμα σε ισχύ μέχρι την εξαργύρωσή του. Τα ένταλμα θα ήταν νόμιμο χρήμα για την πληρωμή των κρατικών φόρων. Η ιδέα ήταν ότι για να αποφευχθεί η πληρωμή του εβδομαδιαίου φόρου επί των χρημάτων, οι άνθρωποι θα τα ξόδευαν αμέσως, ενισχύοντας έτσι την οικονομία.»
2 Σύμφωνα με τη Wikipedia : «Ο Δρ. Φράνσις Έβερετ Τάουνσεντ (13 Ιανουαρίου 1867–1 Σεπτεμβρίου 1960) ήταν Αμερικανός γιατρός, γνωστός για την πρότασή του για ανακυκλούμενες συντάξεις γήρατος κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης. Γνωστό ως το «Σχέδιο Τάουνσεντ», αυτή η πρόταση επηρέασε την καθιέρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης της κυβέρνησης Ρούσβελτ».
3 Στο βιβλίο «Η Σημασία των Εγγράφων του Mises», ο Hans-Hermann Hoppe γράφει: «Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Mises ήταν επικεφαλής οικονομολόγος του Αυστριακού Εμπορικού Επιμελητηρίου. Πριν δολοφονηθεί ο Dollfuss για την πολιτική του στάση, ο Mises ήταν ένας από τους στενότερους συμβούλους του». Γιατί άραγε ο διακεκριμένος φιλελεύθερος υπέρμαχος της ελεύθερης αγοράς της Αυστρίας συμβούλευε έναν μαχητικό παρεμβατιστή; Στο βιβλίο «Το Πολιτιστικό Υπόβαθρο του Λούντβιχ φον Μίζες» (PDF), ο Έρικ Ρίτερ φον Κούνελτ-Λέντιν προσφέρει την εξής εξήγηση: «Δεδομένης της αντιπολίτευσης που αντιμετώπισε ο Μίζες στο πανεπιστήμιο, αναζήτησε σταθερή απασχόληση στο Handelskammer, το ημιεπίσημο Εμπορικό Επιμελητήριο. Μετά το 1920, η αυστριακή κυβέρνηση βρισκόταν κυρίως στα χέρια του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος, ενός Κληρικοσυντηρητικού κόμματος, το οποίο τελικά οδήγησε στη δικτατορία του Ντόλφους και του Πατριωτικού Μετώπου του. Αυτό το κόμμα έπρεπε να πολεμήσει τους διεθνιστές σοσιαλιστές και, αργότερα, τους Εθνικοσοσιαλιστές. Ο Μίζες, ως αγνωστικιστής και γνήσιος Φιλελεύθερος, δεν είχε έμφυτο ενθουσιασμό για τους Χριστιανοκοινωνιστές, αλλά, κρίνοντας την επισφαλή κατάσταση της Αυστρίας με ψύχραιμη σκέψη, γνώριζε ότι ένας αξιοπρεπής, υπεύθυνος άνθρωπος έπρεπε να συνεργαστεί με αυτήν την κυβέρνηση».
4 «Ο Κουρτ φον Σούσνιγκ έγινε Καγκελάριος μετά τον θάνατο του Ντόλφους, συνεχίζοντας να κυβερνά με τον ίδιο αυταρχικό τρόπο όπως ο αποβιώσας προκάτοχός του.» Richard M. Ebeling, «Ο Οικονομολόγος ως ο Ιστορικός της Παρακμής: Λούντβιχ φον Μίζες και η Αυστρία μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων» ( PDF ).
5 Από τη Wikipedia : «Ο António de Oliveira Salazar (28 Απριλίου 1889 - 27 Ιουλίου 1970) ήταν ο Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου της Πορτογαλίας (Πρωθυπουργός) και ο de facto δικτάτορας της Πορτογαλικής Δημοκρατίας από το 1932 έως το 1968. Ήταν ο ιδρυτής και αρχηγός του Nuevo Estado (Νέο Κράτος), του δεξιού καθεστώτος που προήδρευε και ήλεγχε την κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική και πολιτική ζωή της Πορτογαλίας από το 1933 έως το 1974».
6 Από τη Βικιπαίδεια : «Ο Ιωάννης Μεταξάς (12 Απριλίου 1871 – 29 Ιανουαρίου 1941) ήταν Έλληνας Στρατηγός και Πρωθυπουργός της Ελλάδας από το 1936 μέχρι το θάνατό του το 1941».
7 Ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ (1881–1938) ήταν ο ιδρυτής και ο πρώτος Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας. Δείτε τη Wikipedia .
8 Δείτε την βιβλίοκριτική του Ντέιβιντ Γκόρντον με τίτλο «Τρεις Νέες Συμφωνίες: Γιατί οι Ναζί και οι Φασίστες Αγαπούσαν τον Ρούσβελτ».














