Τι σημαίνει τέλος πάντων η λέξη καπιταλισμός;
Κομμουνιστές, σοσιαλιστές, και οπαδοί της αναδιανομής κάθε απόχρωσης είναι πρόθυμοι να σας πουν το πόσο κακός είναι ο «καπιταλισμός». Ξέρουν όμως τι πραγματικά είναι;
Ετικέτες: Καπιταλισμός
Άρθρο του Richard Ebeling, που δημοσιεύτηκε την 1/7/2017 από το Foundation for Economic Research (FEE).
Ένας από τους κορυφαίους ιδεολογικούς σάκους του μποξ για πάνω από εκατό χρόνια είναι οι ιδέες, οι θεσμοί και ο αντίκτυπος του «καπιταλισμού» στην κοινωνία. Σκεφτείτε κάτι στον κόσμο που δεν αρέσει σε κάποιον, και ο ένοχος που το προκαλεί είναι σχεδόν πάντα ο ίδιος – ο «καπιταλισμός». Τι είναι όμως ο καπιταλισμός και τι δεν είναι;
Οι λέξεις «καπιταλισμός» και «καπιταλιστής» χρησιμοποιήθηκαν με ποικίλους τρόπους πριν από αρκετούς αιώνες, αλλά είναι κυρίως μια επινόηση του 19ου αιώνα από τους επικριτές της κοινωνίας της αγοράς που έπαιρνε πολλές από τις «νεωτερικές» μορφές της κατά τις πρώτες και μεσαίες δεκαετίες του 1800. Η χρήση και η χροιά αυτών των λέξεων είχαν σκοπό να διαδώσουν την έννοια μιας οργάνωσης της κοινωνίας, στην οποία «οι λίγοι» κατείχαν τα υλικά μέσα παραγωγής (το «κεφάλαιο» μιας κοινωνίας), κάτι που τους επέτρεπε να εκμεταλλεύονται και να καταχρώνται την κατά πολύ μεγαλύτερη πλειονότητα, για το δικό τους υλικό και οικονομικό συμφέρον.
1/7: Ο καπιταλισμός σαν εχθρός της ανθρώπινης προόδου
Η πιο διαδεδομένη χρήση της λέξης, αναμφίβολα, προέκυψε από τα γραπτά του Καρλ Μαρξ και άλλων σοσιαλιστών, που ήταν βέβαιοι ότι αν δεν υπήρχε η ιδιωτική ιδιοκτησία στα υλικά μέσα παραγωγής, όλα τα δεινά και οι κακουχίες θα μπορούσαν να αρθούν από τους ώμους της ανθρωπότητας. Η κοινή, ή «συλλογική», ιδιοκτησία και χρήση των μέσων παραγωγής θα εξάλειφε σύντομα τη φτώχεια, θα καταργούσε τις ανισότητες στο εισόδημα και τον πλούτο και θα επέφερε έναν κόσμο σχεδόν χωρίς σπανιότητα πόρων, στον οποίο οι συγκρούσεις των «κοινωνικών τάξεων» για την κατοχή πραγμάτων θα ανήκαν στο παρελθόν.
Ωστόσο, στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, τα υφιστάμενα σοσιαλιστικά «πειράματα» με τη συλλογική ιδιοκτησία και τον κεντρικό σχεδιασμό από το κράτος έδειχναν όλο και περισσότερο ότι το μόνο που δημιουργούσαν ήταν πολιτικές τυραννίες, νέες κοινωνίες «καθεστωτικών» προνομίων που βασίζονταν στην ένταξη στο «Κόμμα» ή σε μια θέση στο εσωτερικό της γραφειοκρατίας, και μια γενική οικονομική στασιμότητα, με το βιοτικό επίπεδο πολύ πιο πίσω από αυτό των «καπιταλιστικών» χωρών.
2/7: Τι σημαίνει λοιπόν «καπιταλισμός» για έναν φίλο της ελευθερίας; Και τι δεν είναι «καπιταλισμός»;
Έτσι, ειδικά στη «Δύση», όσοι υπήρξαν υποστηρικτές ή απολογητές, πρώτα του σοβιετικού καθεστώτος στη Ρωσία και στη συνέχεια των υπόλοιπων κομμουνιστικών κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο, άλλαξαν τροπάρι. Η ιδιωτική ιδιοκτησία δεν έπρεπε να καταργηθεί εντελώς και σε κάθε γωνιά της κοινωνίας. Η ιδιωτική επιχειρηματικότητα θα μπορούσε να συνεχίσει να «προσφέρει τα αγαθά», αλλά χρειαζόταν να περιορίζεται και να ελέγχεται από έναν ιστό κανονισμών και περιορισμών, για να εξασφαλιστεί ότι ο «καπιταλισμός» θα παρήγαγε ακριβώς αυτά και εκεί όπου θα εξυπηρετούσε καλύτερα το «κοινό καλό», παρά τις κατευθύνσεις προς τις οποίες οι ιδιώτες επιχειρηματίες θα τον πήγαιναν με γνώμονα μόνο το «κίνητρο του κέρδους».
Το παρεμβατικό κράτος έπρεπε να συνοδεύεται, ταυτόχρονα, από το κράτος πρόνοιας για να εξασφαλίζει μια λιγότερο «εκμεταλλευτική» και πιο ισότιμη «αναδιανομή» του πλούτου μέσω της χρήσης του φορολογικού συστήματος, ώστε να τον αποσπά από τους «άδικα» πλουσιότερους «Πέτρους» για να τον δίνει στους, χαμηλότερου εισοδήματος και πιο άξιους, «Παύλους» στην κοινωνία. (Δείτε το άρθρο μου, «Ο Μπαράκ Ομπάμα και το νόημα του σοσιαλισμού».)
Στην κριτική της οικονομίας της αγοράς, μια κοινή τάση ήταν η απεικόνιση του «καπιταλισμού» σαν να ήταν μια ζωντανή οντότητα που ζει και αναπνέει και που δρα εναντίον και κόντρα στην κοινωνία. Ως εκ τούτου, ο «καπιταλισμός» εκμεταλλεύεται τους εργάτες. Ο «καπιταλισμός» δημιουργεί φτώχεια. Ο «καπιταλισμός» καταστρέφει το περιβάλλον. Ο «καπιταλισμός» είναι «ρατσιστικός». Ο «καπιταλισμός» κάνει διακρίσεις κατά των γυναικών.
Η λέξη έχει τόσες πολλές αρνητικές χροιές στο μυαλό τόσο πολλών ανθρώπων, που ορισμένοι φίλοι της ελευθερίας πρότειναν να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε τη λέξη εντελώς για τον προσδιορισμό του οικονομικού συστήματος που υπερασπίζονται οι υπέρμαχοι της ελεύθερης επιχειρηματικότητας, ή να προσθέσουμε μια πιο απαλή περιγραφική λέξη όταν την χρησιμοποιούμε. Για παράδειγμα, «Συμπονετικός Καπιταλισμός» ή «Ευσυνείδητος Καπιταλισμός» ή «Δημοκρατικός Καπιταλισμός» ή «Λαϊκός Καπιταλισμός» ή «Φιλελεύθερος Καπιταλισμός» κ.ο.κ.
Καλώς ή κακώς, κατά την άποψή μου, η λέξη «καπιταλισμός» δεν πρόκειται να πάψει να υπάρχει, και οι αντίπαλοί του θα συνεχίσουν να την κοπανάνε στο κεφάλι όλων εκείνων που θεωρούν ως υπερασπιστές του. Τι σημαίνει λοιπόν «καπιταλισμός» για έναν φίλο της ελευθερίας; Και τι δεν είναι ο «καπιταλισμός»;
3/7: Ιδιωτική περιουσία, προσωπική ελευθερία και πολιτισμένη κοινωνία
Η θεμελιώδης έννοια πίσω από την ερμηνεία του όρου «καπιταλισμός» είναι η ιδιωτική ιδιοκτησία. Δηλαδή, η ιδέα ότι ένα άτομο έχει το δικαίωμα ιδιοκτησίας και αποκλειστικής χρήσης σε κάτι. Για τον κλασικό φιλελεύθερο, το πιο θεμελιώδες δικαίωμα ιδιοκτησίας που κατέχει ένα άτομο είναι στον ίδιο του τον εαυτό. Με άλλα λόγια, ένα άτομο κατέχει τον εαυτό του. Δεν μπορεί νόμιμα ή ανεπίσημα να αντιμετωπίζεται ως σκλάβος κάποιου άλλου ατόμου. Το άτομο έχει την κυριότητα του μυαλού και του σώματός του. Κανένα από τα δύο δεν μπορεί να το ελέγχει ή να το διατάζει κάποιος άλλος, μέσω της χρήσης βίας ή της απειλής χρήσης της.
Αυτό συνεπάγεται ότι εάν κάθε άνθρωπος έχει ένα τέτοιο δικαίωμα ιδιωτικής ιδιοκτησίας στον εαυτό του, τότε όλες οι ενώσεις και οι σχέσεις μεταξύ των ξεχωριστών ανθρώπινων όντων πρέπει να βασίζονται στην εκούσια συναίνεση και την αμοιβαία συμφωνία. Κανένα άτομο δεν επιτρέπεται να εξαναγκάζεται ή να εξαπατάται στη σύναψη μιας ανταλλακτικής, εμπορικής ή συνεταιριστικής σχέσης.
Ο κλασικός φιλελεύθερος πιστεύει επίσης ότι εάν αυτή η αρχή ακολουθείται από την κοινότητα, τείνει να δημιουργεί ένα κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο είναι πιο πιθανό να υιοθετηθεί ο σεβασμός και η ανεκτικότητα προς τους άλλους και τις επιλογές τους . Έτσι, δημιουργεί, με διάφορους τρόπους, μια πιο ανθρώπινη κοινωνία. Οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη ο ένας τη βοήθεια και τη συντροφιά του άλλου, με διάφορους τρόπους. Εάν η βία δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται, και αν μόνο η ελεύθερη συναίνεση μπορεί να χρησιμεύει ως βάση αυτών των συνδέσεων μεταξύ των ανθρώπων, τότε στα άτομα αρμόζει να ενεργούν με ευγένεια, σεβασμό και αναγνώριση της αξιοπρέπειας των άλλων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να πάψουν να υπάρχουν μεταξύ των ανθρώπων τα αγενή, ασεβή, ακόμη και τα σκληρά λόγια και οι πράξεις. Σημαίνει, ωστόσο, ότι υπάρχει κόστος όταν το κάνει κάποιος αυτό, καθώς όσοι αντιμετωπίζονται με αυτόν τον τρόπο είναι λιγότερο πιθανό να συνάψουν πρόθυμα συναλλαγές, ή άλλου είδους σχέσεις, με εκείνους που τους αντιμετωπίζουν με αυτούς τους αρνητικούς τρόπους. Κάποιοι μπορεί να μην ενοχλούνται, και να συνεχίζουν να ενεργούν με αυτούς τους ασεβείς και μισαλλόδοξους τρόπους, ούτως ή άλλως. Αλλά για τους περισσότερους ανθρώπους, τα οφέλη των ειρηνικών και αμοιβαία αποδεκτών σχέσεων που συνάπτονται εθελούσια προσφέρουν μεγαλύτερες απολαβές μακροπρόθεσμα, από το να αφήνουν ανεξέλεγκτες τις προκαταλήψεις τους.
Επιπλέον, σε μια κοινωνία εθελοντικών σχέσεων, η ευγένεια κι ο σεβασμός, γίνονται οι κοινωνικοί κανόνες με την πάροδο του χρόνου, και εκείνοι που δεν μπορούν να συμπεριφέρονται με τέτοιο τρόπο προς τους άλλους (ανεξάρτητα από το πώς κάποιοι από αυτούς μπορεί να αισθάνονται «μέσα» τους) αντιμετωπίζονται με πιθανό κοινωνικό εξοστρακισμό ή με επίπληξη για την «κακή συμπεριφορά τους». Αυτό μειώνει τις πιθανότητες των ατόμων αυτών να επιτύχουν τους δικούς τους στόχους και σκοπούς, για τους οποίους χρειάζονται τη συνεργασία των συνανθρώπων τους. (Δείτε το άρθρο μου, «Οι ελεύθερες αγορές εξευγενίζουν την συμπεριφορά».)
4/7: Η προέλευση της νόμιμης ιδιοκτησίας και η δικαιοσύνη της
Αλλά μια κλασική φιλελεύθερη φιλοσοφία ελευθερίας και καπιταλισμού δεν τελειώνει με την αυτο-κυριότητα του κάθε ατόμου. Υποστηρίζει επίσης το δικαίωμα των ατόμων να θεμελιώνουν δικαίωμα ιδιοκτησίας επί της «ακίνητης ιδιοκτησίας» υπό τη μορφή πόρων, πρώτων υλών, γης, επί των παραγόμενων μέσων παραγωγής (μηχανές, εργαλεία, εξοπλισμός) και επί των τελικών προϊόντων που κατασκευάζονται από αυτά.
Βασίζεται, πρωτίστως, στην ιδέα της «αρχικής οικειοποίησης» ή της απόκτησης μέσω εθελοντικής ανταλλαγής με άλλους στην κοινωνία. Η θεωρία των «φυσικών δικαιωμάτων» είναι εδώ και πολύ καιρό αμφιλεγόμενη μεταξύ των πολιτικών φιλοσόφων γενικά, ακόμη και μεταξύ των κλασικών φιλελεύθερων στοχαστών διαφόρων πλευρών. Παραμένει, ωστόσο, μια βασική αντίληψη που προέρχεται από τον John Locke ότι εάν ένας άνθρωπος εγκατασταθεί σε γη που προηγουμένως δεν είχε κατοικηθεί ή δεν ανήκε σε κανέναν άλλον, το άτομο αυτό την διεκδικεί δίκαια ως νόμιμη κατοχή του, δουλεύοντας και τροποποιώντας με κάποιον τρόπο τη γη, όπως λ.χ. με το καθάρισμα του χωραφιού, τη φύτευση της σοδειάς, την περιποίηση της μέχρι την ωρίμανση, και την μεταφορά της σοδειάς. (Δείτε το άρθρο μου, «Ο Τζον Λοκ μας χρειάζεται τώρα περισσότερο από ποτέ» .)
Αυτή η ιδέα απορρέει από τη διαισθητική αντίληψη, που σχεδόν όλοι οι λογικοί άνθρωποι μοιράζονται από κοινού, ότι θα υπήρχε μια εγγενής αδικία ή κάτι πολύ «λάθος» εάν μια ομάδα κλεφτών έπεφτε πάνω στον αγρότη μας που ήταν εγκατεστημένος και εργαζόταν στη γη μας και προχωρούσε στη λεηλασία των διανοητικών του προσπαθειών και της σωματικής του εργασίας. Άλλωστε, ο αγρότης μας χρησιμοποίησε το μυαλό του για να συλλάβει τη μετατροπή της ακαλλιέργητης γης σε αγρόκτημα. Και στη συνέχεια άρχισε να παράγει τη συγκομιδή του μέσα από τις δικές του κοπιώδεις εργασίες.
Αν δεν είναι ιδιωτική του ιδιοκτησία, τότε ποιος μπορεί να διεκδικήσει δίκαια τους καρπούς της εργασίας του; Η απειλητική ομάδα των κλεφτών που βρίσκεται τώρα απέναντί του; Κάποιοι άλλοι πάνω σε κάποιο γειτονικό λόφο που δεν έκαναν τίποτα για να υπάρξει η σοδειά, αλλά λένε ότι τη «χρειάζονται» για τη δική τους επιβίωση ή ευχαρίστηση;
Εάν ένας τέτοιος ισχυρισμός προβάλλεται είτε από τους κλέφτες είτε από εκείνους τους άλλους που θέλουν απλώς τη σοδειά του, τι θα συμβεί αν δεν αποχωριστεί πρόθυμα αυτή τη σοδειά; Μπορούν να χρησιμοποιήσουν βία για να του την αρπάξουν; Μπορούν να απειλήσουν τη ζωή του αν προβάλει αντίσταση; Μπορούν να τον σκοτώσουν εάν ενεργήσει με σκοπό να διατηρήσει στην κατοχή του ό,τι έχει παράγει η εργασία του; Και αν συμβεί αυτό το τελευταίο, θα πρόκειται για μια αδικαιολόγητη δολοφονία εκ μέρους του;
Αν ο δύστυχος αγρότης μας δεν αντισταθεί στους κλέφτες, επειδή φοβάται περισσότερο για τη ζωή του αν επιχειρήσει μια τέτοια αντίσταση, υποθέστε ότι αποφασίζει πως αυτή η κλοπή είναι πιθανό να επαναληφθεί εάν αναλάβει τη φύτευση και τη συγκομιδή μιας καλλιέργειας την επόμενη σεζόν. Αποφασίζει, λοιπόν, να μην το κάνει, και απλώς προσπαθεί να «ζήσει από τη γη» από αυτά που παρέχει η ίδια η φύση χωρίς καμία εργατική προσπάθεια εκ μέρους του που να μετασχηματίζει τη γη, ώστε να κρατήσει χαμηλό προφίλ στα ληστρικά μάτια αυτών των κλεφτών.
Εάν η ομάδα των κλεφτών επιστρέψει και δεν βρει τίποτα να λεηλατήσει, μπορεί να πάρει τον έλεγχο του δύσμοιρου αγρότη μας και, πάλι υπό την απειλή της βίας, να τον κάνει να δουλέψει τη γη για να φυτέψει, να καλλιεργήσει και να θερίσει μια σοδειά, ώστε να την αξιώσουν σαν δική τους; Αν το κάνουν, δεν έχει μεταμορφωθεί ο άνθρωπός μας σε σκλάβο, σε άτομο που δεν κατέχει πλέον το μυαλό και το σώμα του, αλλά αναγκάζεται να τα χρησιμοποιήσει υπό τις απειλητικές διαταγές άλλων;
Επέλεξα να παρουσιάσω αυτό το σενάριο με τη μορφή μιας σειράς ρητορικών ερωτήσεων παρά με θετικές δηλώσεις. Ο λόγος είναι ότι στη μορφή τους ως ερωτήσεις, ζητούν πιο άμεσα από τον αναγνώστη να δηλώσει στον εαυτό του ποιες είναι οι απαντήσεις καθώς τις διαβάζει. Υποψιάζομαι ότι ελάχιστοι που το έκαναν έχουν καταλήξει σε κάποιο άλλο συμπέρασμα εκτός από ένα: η συγκομιδή είναι η δίκαια παραγόμενη ιδιοκτησία αυτού του ατόμου, που δεν επιτρέπεται να την πάρουν οι άλλοι δίχως τη συγκατάθεσή του. Και ότι θα ήταν εξίσου άδικο αν του αρνούνταν το δικαίωμα στην ελευθερία του αναγκάζοντάς τον να εργάζεται υπό τις εντολές άλλων, υπό την απειλή ή τη χρήση βίας.
5/7: Η ιδιωτική ιδιοκτησία ως πηγή πλούτου και πολιτισμού
Τώρα, εάν το άτομο έχει δικαίωμα στη ζωή του και στην ελευθερία του, και στους καρπούς της δικής του εργασίας - τη συγκομιδή του - τότε προκύπτει λογικά ότι αυτό το άτομο έχει ένα εξίσου δίκαιο δικαίωμα ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα εργαλεία, τα μέσα, και τον εξοπλισμό που παρήγαγε μέσω της διανοητικής και σωματικής του εργασίας για να τον βοηθήσουν στις παραγωγικές του προσπάθειες.
Έτσι, έχει έναν δικαιωματικό τίτλο ιδιοκτησίας στο άροτρο με το οποίο άνοιξε τα αυλάκια στο χωράφι, που ο ίδιος έχει φτιάξει. Αυτά τα παραχθέντα μέσα παραγωγής –το άροτρο και όλα τα άλλα εργαλεία και εργαλεία– είναι το υλικό «κεφάλαιο» που δίκαια κατέχει το άτομο, το οποίο τον βοηθά τις παραγωγικές του προσπάθειες.
Κατέχοντας την προσωπική ελευθερία και τη νόμιμη ιδιοκτησία τόσο στην γη που έχει εγκατασταθεί όσο και στο υλικό «κεφάλαιο» για την παραγωγή ενός επιθυμητού προϊόντος, αυξάνει τη δική του ικανότητα να επιβιώσει και να βελτιώσει τη ζωή του. Πράγματι, έχει υποστηριχθεί ότι το δικαίωμα και η αναγνώριση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας υπήρξε η βάση όλων αυτών που ονομάζουμε πολιτισμό και υλική ευημερία του ανθρώπου.
Όπως εξήγησε ο γνωστός Βρετανός πολιτικός οικονομολόγος του δέκατου ένατου αιώνα, John R. McCulloch (1789-1864), στις πολυδιαβασμένες Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας (1864):
«Ας μην εξαπατούμε, λοιπόν, τους εαυτούς μας υποθέτοντας ότι είναι δυνατό για οποιονδήποτε λαό να βγει από τη βαρβαρότητα ή να γίνει πλούσιος, ευημερών και πολιτισμένος χωρίς την ασφάλεια της ιδιοκτησίας [...] Η προστασία που παρέχεται στην ιδιοκτησία από όλες τις πολιτισμένες κοινωνίες, αν και δεν έχει κάνει όλους τους ανθρώπους πλούσιους, έχει κάνει περισσότερα για να αυξήσουν τον πλούτο τους, από όλους τους άλλους θεσμούς μαζί...»
«Η καθιέρωση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία επιτρέπει στην προσπάθεια, την εφεύρεση και την επιχείρηση, στην προνοητικότητα και την οικονομία να καρπωθούν την ανταμοιβή τους. Αλλά το κάνει αυτό δίχως να προκαλεί ούτε την μικρότερη βλάβη που μπορεί να φανταστεί κανείς σε οτιδήποτε άλλο. . . Τα αποτελέσματά της [ιδιοκτησίας] είναι καθ' ολοκληρίαν ευεργετικά. Είναι ένας προμαχώνας που υψώνεται από την κοινωνία ενάντια στους κοινούς εχθρούς της – ενάντια στην αρπαγή, τη βία, τη λεηλασία και την καταπίεση. Χωρίς την προστασία της, οι πλούσιοι θα γίνονταν φτωχοί και οι φτωχοί θα ήταν εντελώς ανίκανοι να γίνουν πλούσιοι – όλοι θα βυθίζονταν στην ίδια απύθμενη άβυσσο της βαρβαρότητας και της φτώχειας.»
Ο καπιταλισμός, επομένως, είναι ένα οικονομικό σύστημα που βασίζεται στην αρχή του δικαιώματος του κάθε ατόμου στη δική του ζωή, στη δική του ελευθερία και στη δική του εντίμως αποκτηθείσα περιουσία. Αυτή η ιδιωτική ιδιοκτησία περιλαμβάνει το δικό του μυαλό και σώμα, και τα υλικά προϊόντα που έχουν παραγάγει οι διανοητικές και σωματικές του προσπάθειες.
Το καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται επίσης στην αρχή ότι η αναγνώριση του δικαιώματος κάθε ατόμου στη ζωή και την ελευθερία του απαιτεί τη δημιουργία όλων των ανθρώπινων σχέσεων και ενώσεων μέσω εκούσιας συναίνεσης και αμοιβαίας συμφωνίας. Η βία και η απάτη είναι ασύμβατες με τη λογική ενός καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής και ανθρώπινων σχέσεων.
6/7: Ο καταμερισμός της εργασίας και η εργασία των άλλων που τίθεται υπό την κρίση μας
Μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος εύλογα, τι γίνεται όμως με έναν κόσμο, όπως ο δικός μας, στον οποίο η αδιεκδίκητη και ακατοίκητη, και, ως εκ τούτου, άκτητη γη και οι πόροι για την παραγωγή των αναγκών και των ανέσεων της καθημερινής ζωής, δεν είναι διαθέσιμα για κάθε άτομο ή οικογένεια, ώστε να τους οικειοποιηθούν για λογαριασμό τους; Γεννιόμαστε σ' αυτόν τον κόσμο, κι οι άλλοι κατέχουν ήδη σχεδόν τα πάντα σε αυτόν. Έτσι, η έννοια του Locke για τους δίκαιους τίτλους ιδιοκτησίας φαίνεται να έχει μικρή σημασία στη «νεωτερική εποχή». Η εποχή των αχανών εκτάσεων που είναι ανοιχτές και διαθέσιμες για εγκατάσταση και οικειοποίηση, έχει παρέλθει προ πολλού.
Δεν είναι όμως απαραίτητο για όλους να έχουν γη, πόρους και παραγόμενα μέσα παραγωγής, για να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλα τα επιθυμητά τελικά προϊόντα. Είναι αρκετό εάν αυτοί που όντως τα κατέχουν βρίσκονται σε μια θέση όπου μπορούν να προάγουν τα δικά τους συμφέροντα και τη βελτίωση της δικής τους ζωής, καθώς είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν και να κατευθύνουν τη χρήση τους με τρόπους που να εξυπηρετούν και τις επιθυμίες των άλλων στην κοινωνία.
Ο Αυστριακός οικονομολόγος Λούντβιχ φον Μίζες το περιέγραψε αυτό στο περίφημο έργο του Σοσιαλισμός: Μια Οικονομική και Κοινωνιολογική Ανάλυση (1951):
«Για να έχει κανείς παραγωγικά αγαθά με την οικονομική έννοια, δηλαδή να τα κάνει να εξυπηρετούν τους δικούς του οικονομικούς σκοπούς, δεν είναι απαραίτητο να τα έχει φυσικά με τον τρόπο που πρέπει να έχει κανείς καταναλωτικά αγαθά για να τα καταναλώσει ή να τα χρησιμοποιεί σε διάρκεια. Για να πίνω καφέ δεν χρειάζεται να κατέχω μια φυτεία καφέ στη Βραζιλία, ένα εμπορικό υπερωκεάνιο, και ένα εργοστάσιο καβουρδίσματος καφέ, αν και όλα αυτά τα μέσα παραγωγής πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να φέρω ένα φλιτζάνι καφέ στο τραπέζι μου.
Αρκεί να κατέχουν άλλοι αυτά τα μέσα παραγωγής και να τα χρησιμοποιούν για λογαριασμό μου. Στην κοινωνία που καταμερίζει την εργασία κανείς δεν είναι αποκλειστικός ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής, είτε των υλικών πραγμάτων είτε του προσωπικού στοιχείου, της ικανότητας για εργασία. Όλα τα μέσα παραγωγής παρέχουν υπηρεσίες σε όλους όσους αγοράζουν και πωλούν στην αγορά.»
Σε ένα σύστημα καταμερισμού της εργασίας που βασίζεται στην ελεύθερη αγορά (τον καπιταλισμό), τα άτομα βρίσκουν τη θέση τους στο κοινωνικό σύστημα του καταμερισμού της εργασίας με τις διάφορες ικανότητές τους. Το άτομο που δεν κατέχει τίποτα εκτός από την εργασία του μυαλού και του σώματός του, είναι σε θέση να πουλήσει τα ταλέντα και τις ικανότητές του για ό,τι οι άλλοι μπορεί να θεωρήσουν ότι αξίζουν, είτε ικανοποιώντας άμεσα τις καταναλωτικές απαιτήσεις κάποιων άλλων, είτε βοηθώντας έναν εργοδότη στην παραγωγή ενός προϊόντος προς πώληση στους καταναλωτές στην αγορά.
Με τους μισθούς που κερδίζει για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, αυτό το άτομο, που δεν κατέχει τίποτα εκτός από τον εαυτό του, έχει τώρα τα προϊόντα όλου του κόσμου μπροστά του από όλους τους άλλους ιδιώτες ιδιοκτήτες διαφόρων μέσων παραγωγής, οι οποίοι μπορούν να αποκομίζουν έσοδα μόνο βρίσκοντας ενδιαφερόμενους και πρόθυμους αγοραστές για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προσφέρουν. Για χάρη των δικών τους συμφερόντων, ώστε να μπορούν κι εκείνοι να ζητούν τα χρήματα των άλλων στην αρένα των συναλλαγών της αγοράς, οι ιδιοκτήτες των υλικών μέσων παραγωγής πρέπει να ασκήσουν τον ρόλο τους ως παραγωγού για να εκπληρώσουν επιτυχώς τις καταναλωτικές επιθυμίες όλων των άλλων στην κοινωνία.
Βγάζω το ψωμί μου ως καθηγητής οικονομικών. Εκτός από τις διαλέξεις και το γράψιμο, δεν είμαι πραγματικά καλός σε πολλά άλλα (απλώς ρωτήστε τη γυναίκα μου όταν πρόκειται για τις απλές καθημερινές επισκευές στο σπίτι!). Διαθέτω το μυαλό μου και το σώμα μου. Έχω γεμίσει το μυαλό μου με πολλές ιδέες σχετικά με την οικονομία, την ιστορία, την πολιτική φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, κι ένα συνονθύλευμα κλασικής λογοτεχνίας. Και έχω το σώμα μου για να μπω στην τάξη και να μιλήσω για αυτές τις ιδέες μπροστά σε μια ομάδα μαθητών και να καθίσω μπροστά σε έναν φορητό υπολογιστή, για να γράψω ότι κάθομαι μπροστά σε αυτό το φορητό υπολογιστή και δεν είμαι καλός για πολλά άλλα.
Ωστόσο, με το εισόδημα που μου πληρώνει ο εργοδότης του πανεπιστημίου μου για τις παρεχόμενες υπηρεσίες στην τάξη και τις συναφείς υπηρεσίες, μπορώ να βγω στην αγορά με τον ρόλο του καταναλωτή, και να απαιτήσω τα προϊόντα όλων των άλλων στην παγκόσμια αγορά. Τα προϊόντα τους μου προσφέρονται με πολιτισμένο και ευχάριστο τρόπο, καθώς κάθε πωλητής με τον οποίο συναναστρέφομαι γνωρίζει ότι δεν χρειάζεται να αγοράσω το προϊόν του. Μπορώ να φύγω αυτοβούλως, με άδεια χέρια επειδή δεν μου άρεσε το προϊόν, ή επειδή σκέφτηκα ότι δεν ήταν ακριβώς αυτό που έψαχνα, ή επειδή δεν βρήκα την τιμή ελκυστική. Ο πωλητής γνωρίζει ότι σε αυτό το εθελοντικό σύστημα καταμερισμού της εργασίας που βασίζεται στην αγορά, μπορώ να αγοράσω κάποια εναλλακτική εκδοχή του προϊόντος που πουλά από έναν από τους ανταγωνιστές του, ο οποίος επίσης θέλει να κερδίσει την προτίμησή μου.
7/7: Η εισοδηματική ανισότητα και η αξιολόγηση της αξίας μας από την αγορά
Ωστόσο, σε αυτό το καπιταλιστικό σύστημα καταμερισμού της εργασίας και συναλλαγών στην αγορά, δεν έχουν κάποιοι περισσότερα χρήματα να ξοδέψουν από εμένα; Δεν μπορούν άραγε να αγοράσουν περισσότερα και να αντέξουν οικονομικά να πληρώσουν υψηλότερες τιμές από εμένα, και έτσι να πλειοδοτήσουν για μερικά από τα πράγματα που θα ήθελα να αγοράσω; Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Γιατί όμως έχουν περισσότερα χρήματα να ξοδέψουν στην αγορά, από όσα έχω εγώ στην τσέπη μου; Επειδή όλοι οι άλλοι στην κοινωνία που βγάζουν χρήματα, έχουν ξοδέψει περισσότερα από αυτά για το προϊόν ή τις υπηρεσίες του πλούσιου, παρά για τα δικά μου προϊόντα ή υπηρεσίες. Οι συμμετέχοντες στην αγορά συνάνθρωποί μου, κατά μία έννοια, «ψήφισαν» με τα χρήματά τους, και είπαν πως θεωρούν ότι αυτό που ο άλλος προσφέρει προς πώληση έχει μεγαλύτερη σημασία και αξία για αυτούς, από αυτό που φέρνω εγώ στην αγορά.
Όλες οι ατομικές μας σχετικές θέσεις στην κοινωνία, αναφορικά με το εισόδημα και τον πλούτο, αντικατοπτρίζουν αυτό που οι συμμετέχοντες στην αγορά συμπολίτες μας πιστεύουν ότι αξίζει ο καθένας μας για την ικανοποίηση των απαιτήσεών του για αγαθά κι υπηρεσίες. Καθένας από εμάς συνεισφέρει στον καθορισμό της σχετικής εισοδηματικής θέσης όλων των άλλων, όταν ξοδεύουμε τμήματα του δικού μας εισοδήματος σε διάφορα αγαθά που επιθυμούμε και για τα οποία είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε.
Το καπιταλιστικό σύστημα δημιουργεί το θεσμικό πλαίσιο και τη δομή κινήτρων που αφήνει τον καθένα ελεύθερο ως άτομο να ζήσει τη δική του ζωή, να απολαύσει την προσωπική του ελευθερία και να χρησιμοποιήσει την ιδιωτική του περιουσία ειρηνικά. Αλλά αυτό ακριβώς το θεσμικό πλαίσιο και η δομή των κινήτρων των εθελούσιων σχέσεων και συναλλαγών σε ένα αναδυόμενο δίκτυο αλληλοεξαρτώμενων καταμερισμών της εργασίας, δημιουργεί το περιβάλλον στο οποίο είναι προς το συμφέρον του καθενός να αφιερώσει τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητές του πρωτίστως στις παραγωγικές του δραστηριότητες, για να ικανοποιήσει τις ιδιοτελείς (σ.σ. με την κυριολεκτική, θετική έννοια της λέξης, ίδιον τέλος) επιθυμίες των άλλων ως μέσο για την προώθηση των δικών του στόχων και σκοπών στην κοινωνία.
Πού είναι, λοιπόν, η «εκμετάλλευση» των εργαζομένων ή των καταναλωτών σε μια τέτοια «καπιταλιστική» κοινωνία; Πού είναι τα κίνητρα ή οι δυνατότητες για «βιασμό του περιβάλλοντος», ή για επιζήμιες διακρίσεις εις βάρος των ανθρώπων με βάση, λόγου χάρη, το φύλο ή τη φυλή; Ποιοι δρόμοι είναι ανοιχτοί και διαθέσιμοι για τους λιγότερο εύπορους λόγω γέννησης ή συνθηκών, ώστε να βελτιώσουν την ζωή τους και να αυξήσουν το σχετικό τους εισόδημα και την κοινωνική τους θέση στην κοινωνία των ανθρώπων;
Θα στραφούμε σε αυτές τις ερωτήσεις και τα προβλήματα στο δεύτερο μέρος αυτού του άρθρου.
Δείτε επίσης:
Ο Richard M. Ebeling είναι διακεκριμένος καθηγητής Ηθικής και Ελεύθερης Επιχειρηματικής Ηγεσίας στο Citadel στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας. Διετέλεσε πρόεδρος του Ιδρύματος Οικονομικής Εκπαίδευσης (FEE) από το 2003 έως το 2008.