Η χριστιανική παράδοση στα οικονομικά της ελεύθερης αγοράς
Θα μπορούσε κανείς να μπει στον πειρασμό να θεωρήσει τους Σχολαστικούς ως τους αληθινούς θεμελιωτές της οικονομικής επιστήμης και πρόδρομους της Αυστριακής Σχολής.
Ετικέτες: Ιστορία, Πολιτισμός, Βιβλία, Θρησκεία
Άρθρο του Στίβεν Κάρσον, δημοσιευμένο στις 14/07/2003 από το Mises Institute.
Κάποιοι από τους χριστιανούς φίλους μου είναι καχύποπτοι για το ενδιαφέρον μου για τα οικονομικά. Βλέπουν τα οικονομικά ως προϊόν του ορθολογισμού του Διαφωτισμού, μαζί με τον ντεϊσμό, τον αθεϊσμό, το χάος της Γαλλικής Επανάστασης και άλλες μη χριστιανικές πτυχές της σύγχρονης εποχής.
Είμαι λοιπόν πολύ χαρούμενος που μπορώ να τους κατευθύνω στο πρόσφατα επανεκδοθέν βιβλίο του Alejandro A. Chafuen, Faith and Liberty: The Economic Thought of the Late Scholastics, («Πίστη και Ελευθερία: Η Οικονομική Σκέψη των Ύστερων Σχολαστικών»). Το σύντομο αυτό βιβλίο ασχολείται αποκλειστικά με τους προ-Διαφωτιστές Σχολαστικούς, οι οποίοι ήταν κυρίως μέλη θρησκευτικών ταγμάτων στην Ισπανία. Αυτοί οι άνδρες βασίστηκαν πάνω στο έργο του Θωμά του Ακινάτη, από την εποχή μετά τον θάνατό του στα τέλη του 13ου αιώνα, έως τα μέσα του 17ου αιώνα.
Όσοι από εμάς γνωρίζουμε κάποια οικονομικά, έχουμε συνηθίσει να απελπιζόμαστε όταν ο τυπικός κληρικός κάνει μια δήλωση περί πολιτικής οικονομίας. (Για να είμαστε δίκαιοι, οι ιστορικοί, οι φιλόσοφοι, οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι τείνουν να έχουν την ίδια ασχετοσύνη, γεμάτοι αυτοπεποίθηση). Είναι λοιπόν κάπως απροσδόκητο να διαβάζεις για αυτές τις θρησκευτικές προσωπικότητες, που προφανώς ενδιαφέρονταν πρώτα και κύρια για τη δικαιοσύνη και για τα βιβλικά πρότυπα, και να διαπιστώνεις ότι όχι μόνο ήταν οικονομικά εγγράμματοι, αλλά ότι σε πολλές περιπτώσεις η οικονομική τους θεωρία ήταν πολύ πιο προηγμένη από πολλούς επαγγελματίες οικονομολόγους που επακολούθησαν.
Στην πραγματικότητα, για να είμαστε δίκαιοι, δεν μπορούν να θεωρηθούν από τους οικονομολόγους ως «απλά ηθικολόγοι». Η λαμπρή οικονομική τους ανάλυση τους χαρίζει την θέση των θεμελιωτών της οικονομικής επιστήμης. Θα μπορούσε κανείς να μπει στον πειρασμό να τους αποκαλέσει τους αληθινούς «Adam Smiths», εκτός από το ότι η οικονομική τους ανάλυση ήταν ανώτερη από του συγκεχυμένου Adam Smith στο βιβλίο του «Ο Πλούτος των Εθνών».
Ιδιοκτησία
«Οι κακοί άνθρωποι θα πάρουν περισσότερα και θα προσθέσουν λιγότερα στον αχυρώνα των κοινών αγαθών». -Φρανσίσκο ντε Βιτόρια (1480–1546).
Οι Σχολαστικοί κατανόησαν τα οφέλη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Ο Τομάς ντε Μερκάδο έγραψε το 1571, «Μπορούμε να δούμε ότι η ιδιοκτησία των ιδιωτών ακμάζει, ενώ η ιδιοκτησία των πόλεων και των συμβουλίων υποφέρει από ανεπαρκή φροντίδα και χειρότερη διαχείριση [...] Εάν η οικουμενική αγάπη δεν παρακινεί τους ανθρώπους να φροντίσουν τα πράγματα, το ιδιωτικό συμφέρον θα το κάνει» (σελ. 34–5).
Ο Domingo de Banez ανέφερε δύο σημαντικά οφέλη από την διαίρεση σε ιδιωτική ιδιοκτησία: «Γνωρίζουμε ότι τα χωράφια δεν πρόκειται να καλλιεργηθούν αποτελεσματικά υπό κοινή ιδιοκτησία και ότι δεν θα υπάρξει ειρήνη στη πολιτεία, επομένως βλέπουμε ότι είναι ωφέλιμο να αναλάβουμε τον διαμερισμό των αγαθών» (σελίδα 37). Σημειώνοντας την περίπτωση στη Γένεση, όπου η διαμερισμός της γης μεταξύ του Αβραάμ και του Λωτ τερμάτισε μια διαμάχη, ο Λεονάρντο Λέσιο υποστήριξε ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία ενθάρρυνε την ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων.
Ο πατέρας Bede James, στην ανάλυσή του για τις θεωρίες των Σχολαστικών για την ιδιωτική ιδιοκτησία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για εκείνους, «το δικαίωμα στην ιδιοκτησία ήταν ένα απόλυτο δικαίωμα, που καμία περίσταση δεν θα μπορούσε ποτέ να ακυρώσει» (σελίδα 42). (Θα συζητήσω σε επόμενο άρθρο το πώς έβλεπαν ωστόσο όρια στην άσκηση αυτού του απόλυτου δικαιώματος).
Ο Χουάν ντε Μαριάνα είδε επίσης τα ευεργετικά αποτελέσματα της ανταλλαγής ιδιοκτησίας. «Εάν καταργείτο η ανταλλαγή αγαθών, η κοινωνία θα ήταν ανέφικτη [...] Η σπανιότητα μπορεί να ξεπεραστεί μέσω της αμοιβαίας ανταλλαγής εκείνων των αντικειμένων που ανήκουν σε αφθονία από το ένα μέρος ή το άλλο μέρος» (σελ. 35).
Δημόσια οικονομικά
«Οι φόροι είναι συνήθως μια συμφορά για τους ανθρώπους και ένας εφιάλτης για την κυβέρνηση. Για τους ανθρώπους είναι πάντα υπερβολικοί, για τη κυβέρνηση ποτέ δεν είναι αρκετοί, ποτέ δεν είναι υπερβολικοί». -Χουάν ντε Μαριάνα (1535–1624)
Η ανάλυση των Σχολαστικών για την καρποφορία της ανταλλακτικής οικονομίας τους οδήγησε να γίνουν σκληροί επικριτές των άχρηστων δημόσιων οικονομικών. Ο Diego de Saavedra Fajardo συνέστησε ότι οι προϋπολογισμοί θα πρέπει να εξισορροπούνται με περικοπές δαπανών, επειδή «η εξουσία είναι άφρων και πρέπει να περιοριστεί από την οικονομική σύνεση».
Ο Chafuen γράφει για τον Πέδρο Φερνάντεζ Ναβαρρέτε:
Απορρίπτοντας την άποψη πως η αφθονία του νομίσματος υποδηλώνει πλούτο, ο Ναβαρρέτε όρισε μια πλούσια επαρχία ως παραγωγική. Δήλωσε ότι η παραγωγικότητα παρεμποδίζεται όταν οι παραγωγοί πρέπει να πληρώσουν υψηλούς φόρους και να αντιμετωπίσουν τον αχαλίνωτο πληθωρισμό. «Η προέλευση της φτώχειας είναι οι υψηλοί φόροι […] Όπως είπε ο βασιλιάς Teodorico, η μόνη ευχάριστη χώρα είναι αυτή όπου κανείς δεν φοβάται τους φοροεισπράκτορες». (σελ. 54)
Ο ντε Μαριάνα υποδεικνύει τη στάση των Σχολαστικών απέναντι στον πληθωρισμό ως μέθοδο δημόσιας οικονομικής, όταν περιγράφει έναν απελπισμένο ηγεμόνα που αναζητά ασυνήθιστα μέσα για να χρηματοδοτήσει τα έξοδά του:
Δεν είναι σπάνιο να ψιθυρίζεται στο αυτί του βασιλιά η άδικη και εξίσου άχρηστη πρόταση της μεταβολής της αξίας του χρήματος. […] Τέτοιου είδους μέσα, από κάθε άποψη, είναι και θα είναι πάντα λεηλασία. [...] Αν το χρήμα έχει γίνει ένα γενικό μέσο συναλλαγής, αυτό οφείλεται ακριβώς στη σταθερότητα της αξίας του, που υπόκειται σε λίγες μόνο ταλαντώσεις σε περιόδους μεγάλης κρίσης. (σελ. 56)
Χρήματα
«Ο Saavedra Fajardo συνέστησε επίσης στον πρίγκιπα να απέχει από την αλλαγή της αξίας του χρήματος. Τα νομίσματα είναι σαν τα νεαρά κορίτσια, είπε. Είναι προσβολή να τα αγγίζετε». (σελ. 68).
Γράφει ο Chafuen:
Ο de Soto, όπως και οι Ισπανοί συνάδελφοί του, εξήγησε τη φύση και την προέλευση του χρήματος με αριστοτελικούς όρους και παρατήρησε ότι «η κατασκευή ενός σπιτιού δεν μπορεί να εκτιμηθεί με βάση τα παπούτσια, τις κάλτσες ή άλλα βιομηχανοποιημένα αγαθά». Ο υπολογισμός είναι αδύνατος χωρίς χρήματα (την μονάδα μέτρησης). Αν και ο de Soto είπε ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να γίνουν από πολλά διαφορετικά υλικά, προτιμούσε τα χρυσά νομίσματα. (σελίδα 61)
Αυτή η εκπληκτική εικόνα του ουσιαστικού ρόλου του χρήματος ως μέσου ορθολογικού οικονομικού υπολογισμού (ένα σημείο που τώρα συνδέουμε με τον Mises) δεν ήταν το τέλος της διορατικότητας των Σχολαστικών σε αυτήν την κεντρική πτυχή μιας οικονομίας της αγοράς. Ο Chafuen σημειώνει ότι «ο Martin de Azpilcueta παρείχε αυτό που πολλοί συγγραφείς θεωρούν ότι είναι η πρώτη διατύπωση της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος: «τα χρήματα αξίζουν περισσότερο όπου και όταν είναι λιγοστά, παρά όπου και όταν είναι άφθονα» […]» (σελίδα 62).
Όπως σημειώθηκε προηγουμένως, οι Σχολαστικοί φαινόταν να μοιράζονται ελάχιστα από την ανορθολογική σκέψη τόσων σύγχρονων οικονομολόγων σχετικά με τον πληθωρισμό: «ο ντε Μαριάνα έβλεπε την υποτίμηση του νομίσματος ως μια μορφή φορολογίας» (σελίδα 63).
Διεθνές εμπόριο
«[Ο Βιτόρια ισχυρίστηκε ότι] το αιώνιο, φυσικό και θετικό ανθρώπινο δίκαιο ευνοεί το διεθνές εμπόριο. Αν το αποκηρύξουμε, αυτό θα παραβίαζε τον χρυσό κανόνα.» (σελίδα 74).
Οι Σχολαστικοί ήταν αποφασιστικοί στην υποστήριξή τους προς το ελεύθερο εμπόριο. Ο Teofilo Urdanoz δήλωσε «ότι κανείς δεν έχει συνειδητοποιήσει, τουλάχιστον μέχρι τώρα, ότι το όραμα του Vitoria για το δικαίωμα στην ελεύθερη επικοινωνία και τις απαρεμπόδιστες διεθνείς σχέσεις αντιπροσωπεύει μια ρητή προώθηση των αρχών του οικονομικού φιλελευθερισμού και της ελεύθερης αγοράς παγκοσμίως» (σελ. 74).
Ο Bartolome de Albornoz μίλησε συγκινητικά επαινώντας την ανταλλαγή αγαθών με ξένους εμπόρους:
Είναι πιο αμετάβλητο, και υπόκειται λιγότερο σε παραλλαγές και αλλοιώσεις από ότι άλλα μέρη του αστικού δικαίου [...] Η αγορά και η πώληση είναι το νεύρο της ανθρώπινης ζωής που συντηρεί την οικουμένη. Μέσω της αγοράς και της πώλησης ο κόσμος ενώνεται, συνδέοντας μακρινές χώρες και έθνη, ανθρώπους διαφορετικών γλωσσών, νόμων και τρόπων ζωής. Εάν δεν υπήρχαν αυτές οι συμβάσεις, ορισμένοι θα στερούνταν τα αγαθά που οι άλλοι έχουν σε αφθονία και δεν θα μπορούσαν να μοιραστούν τα πλεονάζοντα αγαθά τους με εκείνες τις χώρες όπου είναι λιγοστά. (σελίδα 75)
Αξία και τιμές
«Ο ορισμός των Σχολαστικών περί της δίκαιης τιμής ήταν η τιμή που καθορίζεται ή καθιερώνεται μέσω της, από κοινού, αποτίμησης στην αγορά» (σελίδα 82).
Ένας από τους τομείς που χαρακτηρίζει τους Σχολαστικούς ως πιο εξελιγμένους από τους κλασικούς οικονομολόγους που ακολούθησαν είναι η θεωρία τους περί της αξίας και των τιμών. Ο Chafuen γράφει ότι «σχεδόν όλα τα στοιχεία της σύγχρονης θεωρίας περί αξίας και τιμών εμφανίζονται στα γραπτά των Μεσαιωνικών Σχολών».
Αν και πίστευαν σε μια αντικειμενική αξία που βασίζεται στη φυσική τάξη, (στην οποία τα έμψυχα πλάσματα, όπως τα έντομα, είναι υψηλότερα από τα άψυχα πράγματα, όπως ο χρυσός), αναγνώρισαν ότι υπήρχε μια άλλη αξιολογική κλίμακα βασισμένη στη χρησιμότητα, αυτό που τώρα θα ονομάζαμε υποκειμενική αξία. Αντιλαλβάνονταν ότι οι τιμές σχετίζονταν με την υποκειμενική αξία, και όχι με την αντικειμενική αξία, και ότι επηρεάζονταν από τη σπανιότητα.
«…Η εξήγηση του Saint Bernardino για την επίδραση της σπανιότητας στις τιμές επιλύει το παράδοξο της αξίας: «Το νερό είναι συνήθως φθηνό όπου είναι άφθονο. Ωστόσο, μπορεί να τύχει, σε ένα βουνό ή σε άλλο μέρος, το νερό να είναι λιγοστό, όχι άφθονο. Μπορεί κάλλιστα να συμβεί το νερό να εκτιμάται περισσότερο από τον χρυσό, επειδή ο χρυσός είναι πιο άφθονος.»…»
Για τους Σχολαστικούς, η αξία κατά την συναλλαγή εξαρτάται από την αξία στην χρήση. Ωστόσο, αυτή η αξία στη χρήση δεν είναι μια αντικειμενική ποιότητα [...] η θεωρία της χρησιμότητας της αξίας των Σχολαστικών πρέπει να γίνει κατανοητή ως υποκειμενική. Στην πραγματικότητα, οι Σχολαστικοί ήταν οι πρόδρομοι των οικονομολόγων του τέλους του δέκατου ένατου αιώνα που «ανακάλυψαν» την υποκειμενική θεωρία της αξίας.
Κέρδος
Με βάση τη διορατική τους θεωρία περί τιμών, οι Σχολαστικοί είχαν μια οξυδερκή ανάλυση των κερδών. Υποστήριξαν ότι τα κέρδη προέρχονται από «αγορές και πωλήσεις σε δίκαιες τιμές» και ότι «Αν είναι νόμιμο να χάνεις, πρέπει να είναι νόμιμο να κερδίζεις» (σελίδα 113).
Επομένως, εφόσον οι επιχειρηματίες διατηρούν τα κέρδη τους όταν πωλούν με κέρδος, «όταν υφίστανται ζημία, δεν πρέπει να τη μεταφέρουν στους αγοραστές [καταναλωτές] ή στη πολιτεία» (Juan de Medina). Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα σκέφτονταν για τις αγροτικές επιδοτήσεις, την προστασία της «νεοφυούς βιομηχανίας», τα προγράμματα διάσωσης κ.λπ. Ο Mariana έγραψε ότι «Όσοι, επειδή βίωσαν την κατάρρευση της επιχείρησής τους, προσκολλώνται στις πολιτειακές αρχές, όπως ο ναυαγός σε έναν βράχο, και προσπαθούν να μετριάσουν τις δυσκολίες τους σε βάρος του κράτους, είναι οι πιο επιζήμιοι εκ των ανθρώπων. Πρέπει να απορρίπτονται και να αποφεύγονται μετά μεγίστης προσοχής».
Σύνοψη
Το εξαιρετικό βιβλίο του Chafuen περιέχει πολλά ακόμη παραδείγματα της πολυπλοκότητας της Σχολαστικής οικονομικής ανάλυσης. Σε ένα επόμενο άρθρο, θα περιγράψω το πώς οι συστάσεις περί δημόσιας πολιτικής και οι ηθικές διδασκαλίες των Σχολαστικών ενσωμάτωσαν την κατανόησή τους για την αγορά. Μάλλον είναι υπερβολικό να ζητάω από τον σημερινό κλήρο να είναι τόσο εξελιγμένος όσο οι Σχολαστικοί οικονομικοί αναλυτές, αλλά τουλάχιστον ο Chafuen μου δίνει τα πυρομαχικά για να απαντήσω στους χριστιανούς φίλους μου που βλέπουν τα οικονομικά με καχυποψία. Αγνοώντας τα οικονομικά, δεν αγνοούν μόνο μια σπουδαία κοσμική επιστήμη αλλά και την ίδια μας την χριστιανική κληρονομιά.