Οι πανεπιστημιακοί κι οι ραδιούργοι: Πώς η αριστερά ευτέλισε την τριτοβάθμια εκπαίδευση (και) στις ΗΠΑ
Η κατάκτηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τον Γκράμσι έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Σύντομα οι σοβαροί καθηγητές θα αποτελούν μικρή μειοψηφία στα πανεπιστήμια και με τον καιρό θα εκλείψουν τελείως.
Ετικέτες: Εκπαίδευση, Πολιτισμός, Προοδευτισμός, Σοσιαλισμός
Άρθρο του Γουίλιαμ Άντερσον, δημοσιευμένο στις 7/8/2025. Ακούστε το κείμενο μέσω της εφαρμογής του Substack για κινητά.
Μολονότι η αριστερά το αρνείται συστηματικά, η τριτοβάθμια εκπαίδευση των ΗΠΑ έχει καταληφθεί από αριστερούς καθηγητές, φοιτητές και διοικητικούς υπαλλήλους. Αυτό δεν αποτελεί αποκύημα της φαντασίας κάποιων, καθώς κατά το μεγαλύτερο μέρος του αιώνα που διανύουμε τα κολέγια και τα πανεπιστήμια έχουν αλλάξει δραματικά.
Όποιος έχει φοιτήσει σε πανεπιστήμιο τα τελευταίο πενήντα χρόνια θα επιβεβαιώσει αυτό που τότε ονομαζόταν «προοδευτισμός» των περισσότερων καθηγητών του, και, στην εποχή μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η πιθανότητα ο καθηγητής κάποιου να ήταν εγγεγραμμένος Δημοκρατικός ήταν υψηλή. Όμως δεν εννοούμε αυτό με τον όρο «ριζοσπαστικοποίηση» της αμερικανικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς ακόμη και εκείνοι οι καθηγητές που αυτοχαρακτηρίζονταν «προοδευτικοί» και υποστήριζαν πιστά το Δημοκρατικό Κόμμα δεν θα θεωρούσαν τους εαυτούς τους ριζοσπάστες.
Ωστόσο, υπήρχαν επίσης απαιτήσεις για ακαδημαϊκή ακεραιότητα πριν από 50 χρόνια, και σίγουρα οι περισσότεροι καθηγητές μου στο Πανεπιστήμιο του Τενεσί (1971-75) θα είχαν καταβάλει τουλάχιστον μια καλή προσπάθεια για να θέσουν τον ακαδημαϊκό τους ρόλο υπεράνω πολιτικής. Στην πραγματικότητα, δεν θυμάμαι να έχω υποβληθεί σε κάποιο πολιτικοποιημένο πρόγραμμα σπουδών - και ήμουν φοιτητής δημοσιογραφίας κατά τη διάρκεια της κρίσης Watergate, η οποία μάλιστα ουσιαστικά έφερε την πολιτική στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι καθηγητές δεν είχαν πολιτικές απόψεις ή ότι το ίδιο το πανεπιστήμιο ήταν απαλλαγμένο από πολιτικές απόψεις. Είμαι βέβαιος ότι οι περισσότεροι καθηγητές μου ήταν Δημοκρατικοί, αλλά δεν θυμάμαι κανέναν από αυτούς να προσπάθησε να επηρεάσει τις δικές μου πολιτικές απόψεις (οι οποίες, στην καλύτερη περίπτωση, ήταν ένα συνονθύλευμα ανοησιών). Υπήρχαν, ωστόσο, οι επιπτώσεις της πολιτισμικής επανάστασης που είχε ξεκινήσει πριν πάω στο πανεπιστήμιο και είχαν ήδη επηρεάσει την φρασεολογία στον χώρο […]. Για τους περισσότερους από εμάς, αυτά τα πράγματα ήταν αστεία αλλά όχι πραγματικά επιβλαβή. Επιπλέον, αν κάποιοι από εμάς επιμέναμε να χρησιμοποιούμε κάποιον απορριπτέο όρο, δεν υπήρχε καμία προσπάθεια να επιβληθεί κάποια εκστρατεία διαπόμπευσής μας σε ολόκληρη την πανεπιστημιούπολη.
Σήμερα, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει πολιτικοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό, που ακόμη και αν τα πράγματα άλλαζαν προς το καλύτερο σήμερα, θα χρειαζόταν μια ολόκληρη γενιά για να μπορέσουν τα πράγματα να βρεθούν εκεί που ήταν πριν από 30 χρόνια. Δεν έχουν απομείνει ακαδημαϊκοί τομείς στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που να μην έχουν διαφθαρεί από την αριστερή σκέψη.
Ο υποτιθέμενος ρατσισμός στα μαθηματικά
Πάρτε για παράδειγμα τα μαθηματικά. Όσοι από εμάς έχουμε περάσει από μερικά επίπεδα λογισμού και στατιστικής υψηλότερου επιπέδου δεν έχουμε βρει καμία φυλετική, σεξουαλική ή άλλη χροιά στη λήψη παραγώγων ή στην τροφοδοσία ενός υπολογιστικού φύλλου για την εκτέλεση στατιστικών παλινδρομήσεων. Ωστόσο, σύμφωνα με τα κορυφαία μυαλά μας στον ακαδημαϊκό χώρο, τα μαθηματικά είναι ρατσιστικά. Βεβαίως, οι επικριτές έχουν επικεντρωθεί στην ιστορία των μαθηματικών - ή, για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, στο ποιος συμμετείχε στην ανάπτυξη και τη διδασκαλία των μαθηματικών - παρ' όλα αυτά όμως, το γεγονός ότι οι φυλετικές μειονότητες συχνά σημειώνουν χαμηλότερες βαθμολογίες σε τυποποιημένα μαθηματικά τεστ σημαίνει (υποτίθεται) ότι ο τρόπος με τον οποίο διδάσκεται το μάθημα μαστίζεται από τον ρατσισμό.
Λόγω της αριστερής προκατάληψης στα κολέγια, σχολικές περιφέρειες όπως το Σιάτλ έχουν δηλώσει ότι τα ίδια τα μαθηματικά διαιωνίζουν τον ρατσισμό:
Το νέο προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδών μαθηματικών του Σιάτλ θα μεταφέρει τη διδασκαλία των μαθηματικών στα δημόσια σχολεία των ΗΠΑ σε ένα επίπεδο από το οποίο δεν έχει περάσει κανείς πριν.
Οι μαθητές θα διδαχθούν το πώς τα «Δυτικά Μαθηματικά» χρησιμοποιούνται ως εργαλείο εξουσίας και καταπίεσης και ότι στερούν τα δικαιώματα των ανθρώπων και των έγχρωμων κοινοτήτων. Θα διδαχθούν ότι τα «Δυτικά Μαθηματικά» περιορίζουν τις οικονομικές ευκαιρίες των έγχρωμων. Θα διδαχθούν ότι οι μαθηματικές γνώσεις έχουν αποκρυφθεί από τους έγχρωμους.
Η αριστερά δηλώνει ότι και η επιστήμη είναι ρατσιστική
Αν τα μαθηματικά είναι ρατσιστικά, τότε το ίδιο ισχύει και για την επιστήμη. Ομολογουμένως, ο όρος «επιστημονικός» υιοθετήθηκε από προοδευτικούς που τον χρησιμοποίησαν για να προωθήσουν την ευγονική, η οποία στην πραγματικότητα ήταν ψευδοεπιστήμη. Ωστόσο, παρόλο που η ευγονική ήταν η προτιμώμενη άποψη για τους προοδευτικούς επιστήμονες, το αντιρατσιστικό κίνημα εξακολουθεί να εμμένει στον προοδευτισμό, με τους οπαδούς του προφανώς να μην αντιλαμβάνονται την τραγική ειρωνεία πίσω από τις ιδεολογικές τους απόψεις.
Για την σχέση αριστεράς κι ευγονικής, δείτε επίσης το παρακάτω:
Ωστόσο, η απόρριψη της ευγονικής και των συναφών ψευδοεπιστημών δεν βρίσκεται πίσω από την πρόσφατη προσπάθεια να χαρακτηριστεί η ίδια η επιστήμη ως ρατσισμός. Αντίθετα, επειδή μεγάλο μέρος της σύγχρονης επιστήμης αναπτύχθηκε στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε η επιστήμη όπως την γνωρίζουμε είναι «αποικιοκρατική» και, ως εκ τούτου, ρατσιστική, σύμφωνα με το περιοδικό Nature, το οποίο δήλωσε σε ένα κύριο άρθρο του :
Αναγνωρίζουμε ότι το Nature είναι ένας από τους λευκούς θεσμούς που ευθύνεται για την προκατάληψη στην έρευνα και την ακαδημαϊκή δραστηριότητα. Η δραστηριότητα της επιστήμης ήταν — και παραμένει — συνένοχη στον συστημικό ρατσισμό και πρέπει να αγωνιστεί σκληρότερα για να διορθώσει αυτές τις αδικίες και να ενισχύσει τις περιθωριοποιημένες φωνές.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να προσπαθείτε να επεκτείνετε την επιστημονική γνώση και να βρείτε τρόπους για να παρουσιάσετε καλύτερα τις αλήθειές της σε ένα κοινό που περιλαμβάνει φυλετικές μειονότητες, καθώς και να ενθαρρύνετε περισσότερους ανθρώπους από φυλετικές μειονότητες να αναζητήσουν επιστημονικές σταδιοδρομίες, αλλά οι συντάκτες του Nature δεν υποστήριξαν αυτό. Αντίθετα, ισχυρίστηκαν ότι η ίδια η επιστημονική γνώση είναι μολυσμένη από τον ρατσισμό, λόγω του φυλετικού υποβάθρου πολλών ανθρώπων που ασχολούνται με τους επιστημονικούς τομείς, καθιστώντας τα αποτελέσματα της έρευνάς τους διεφθαρμένα κατά τρόπο απαράδεκτο. Ομοίως, το Smithsonian δήλωσε ότι απλές έννοιες, όπως το να είσαι στην ώρα σου, να εργάζεσαι σκληρά και να κοιτάς το μέλλον είναι ρατσιστικές, μαζί με την ανάπτυξη της «γραμμικής σκέψης» και της «αιτίας και του αποτελέσματος» που είναι θεμελιώδεις στην επιστημονική μέθοδο, οι οποίες είναι επίσης ρατσιστικές.
Πώς καταντήσαμε έτσι;
Μόνο κάποιος που είναι εγκλωβισμένος στον υπερβολικά αφηρημένο κόσμο της ακαδημαϊκής κοινότητας θα ισχυριζόταν ότι η ενασχόληση με τη σκέψη αιτίας-αποτελέσματος είναι ρατσιστική και θα έπρεπε να καταδικάζεται, ή ότι το φύλο ενός ατόμου είναι κάτι τυχαία «αποδιδόμενο κατά τη γέννηση». Έχοντας συμμετάσχει στην περίφημη υπόθεση Λακρός του κολεγίου Duke, είδα από πρώτο χέρι την τρέλα που προερχόταν από μέλη του διδακτικού προσωπικού του Duke, που επέμεναν ότι δεν υπήρχε αντικειμενική αλήθεια, μόνο «κοινωνικές κατασκευές» που εξαρτώνται από τη φυλή και την πολιτική, με μια καθηγήτρια, την Karla Holloway, να υπονοεί ότι δεν είχε πραγματικά σημασία αν οι κατηγορούμενοι παίκτες βίασαν κάποιαν ή όχι, αφού θα έπρεπε να είναι ένοχοι, ούτως ή άλλως.
Ο ακαδημαϊκός κόσμος είναι γεμάτος από αυτές τις ανοησίες, από την ακατάληπτη γλώσσα, την διαστρέβλωση των γεγονότων και την άρνηση της ίδιας της πραγματικότητας, και, όπως είδαμε στην υπόθεση Duke, όσο πιο «ελίτ» είναι το ίδρυμα, τόσο περισσότερο αντιμετωπίζεται αυτή η ανοησία σαν αλήθεια. Πώς όμως η τριτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία υποτίθεται ότι ήταν ένας θεσμός που αναζητούσε την αλήθεια, έγινε το μέρος όπου τέτοια πράγματα υποβιβάζονται στη θέση μιας «κοινωνικής κατασκευής»;
Για να βρούμε την απάντηση, ας ανατρέξουμε στη δεκαετία του 1930, όταν ο Ιταλός κομμουνιστής Αντόνιο Γκράμσι συνειδητοποίησε ότι οι δυτικοί θεσμοί (και ιδιαίτερα ο Χριστιανισμός) δεν θα επέτρεπαν το είδος της βίαιης επανάστασης που εγκαθίδρυσε τον κομμουνισμό στη Σοβιετική Ένωση:
Ο Γκράμσι πίστευε ότι οι συνθήκες που κατέστησαν εφικτή την επανάσταση στην Ρωσία του 1917 δεν θα υλοποιούνταν στις πιο προηγμένες καπιταλιστικές χώρες της Δύσης. Η στρατηγική έπρεπε να είναι διαφορετική και να περιλαμβάνει ένα μαζικό δημοκρατικό κίνημα, μια ιδεολογική πάλη.
Η υποστήριξή του για έναν πόλεμο θέσεων αντί για έναν πόλεμο κινήσεων δεν ήταν μια επίπληξη κατά της ίδιας της επανάστασης, απλώς μια διαφορετική τακτική - μια τακτική που απαιτούσε τη διείσδυση στις ισχυρές οργανώσεις που αποτελούν την κοινωνία των πολιτών. Ο Γκράμσι παρομοίασε αυτές τις οργανώσεις με τα «χαρακώματα» στα οποία θα έπρεπε να διεξαχθεί ο πόλεμος θέσεων.
Αυτός ο πόλεμος, ωστόσο, δεν θα διεξαγόταν με τα όπλα, αλλά με την διείσδυση σε δυτικούς θεσμούς, κάτι που ο Γερμανός ριζοσπαστικός φοιτητής Ρούντι Ντούτσκε περιέγραψε ως τη «μακρά πορεία» μέσα από αυτούς τους θεσμούς», ή αυτό που ο Γκράμσι ονόμασε «πόλεμο θέσεων»:
Ο Γκράμσι μίλησε για οργανισμούς όπως οι εκκλησίες, τα φιλανθρωπικά ιδρύματα, τα μέσα ενημέρωσης, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και η «οικονομική εταιρική» εξουσία ως οργανισμούς που έπρεπε να διεισδύσουν οι σοσιαλιστές στοχαστές.
Η νέα δικτατορία του προλεταριάτου στη Δύση, σύμφωνα με τον Γκράμσι, θα μπορούσε να προκύψει μόνο από μια ενεργή συναίνεση των εργατικών μαζών —με επικεφαλής εκείνες τις κρίσιμες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δημιουργούν μια ιδεολογική ηγεμονία.
Όπως το περιέγραψε ο Γκράμσι, ηγεμονία σημαίνει «πολιτισμική, ηθική και ιδεολογική» ηγεσία επί συμμαχικών και υποδεέστερων ομάδων. Οι διανοούμενοι, μόλις εδραιωθούν, θα πρέπει να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους επί των μελών αυτών των ομάδων με την συναίνεσή τους. Θα επιτύχουν την κατεύθυνση του κινήματος μέσω της πειθούς και όχι μέσω της κυριαρχίας ή του εξαναγκασμού.
Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, γνωρίζουμε πως εξελίχθηκε η ιστορία. Μέχρι το 1970, ορισμένα πανεπιστήμια είχαν θεσπίσει προγράμματα στις «γυναικείες σπουδές» και στη συνέχεια ακολούθησαν οι υπόλοιπες σπουδές πολιτισμικών ταυτοτήτων. Αυτά τα προγράμματα ήταν διαφορετικά από τα παραδοσιακά ακαδημαϊκά προγράμματα όπως η φιλολογία, η ιστορία ή τα οικονομικά, καθώς υπήρχαν για να δημιουργήσουν μια αριστερή αφήγηση σχετικά με τους ανθρώπους και την κοινωνία. Έτσι, δημιούργησαν μια πορεία για τους ριζοσπάστες ώστε να εντάσσονται στις σχολές των κολεγίων χωρίς να χρειάζεται να συμμετάσχουν σε μεταπτυχιακές σπουδές που προϋπέθεταν την ακαδημαϊκή αυστηρότητα. Πράγματι, οι περισσότεροι από τους 88 καθηγητές του Πανεπιστημίου Duke που είχαν υπογράψει μια εμπρηστική δήλωση που υπονοούσε την ενοχή των κατηγορούμενων, η οποία δημοσιεύτηκε στην Duke Chronicle, εργάζονταν στα τμήματα ταυτοτικών σπουδών, ενώ άλλοι στις κοινωνικές επιστήμες. Μόνο δύο ήταν στα μαθηματικά, ένας στις θετικές επιστήμες και κανένας στη νομική σχολή.
Κοίταξα τα αρχεία επιστημονικών δημοσιεύσεων πολλών από τους υπογράφοντες που ήταν μόνιμοι, και οι περισσότεροι από αυτούς είχαν πολύ αδύναμα ακαδημαϊκά προσόντα, τα οποία, αν είχαν σπουδάσει σε τμήματα όπως τα οικονομικά, δεν θα τους είχαν εξασφαλίσει ποτέ μόνιμη θέση. Ωστόσο, επειδή οι άνθρωποι σε αυτούς τους τομείς «σπουδών» πιστεύουν ότι αυτό που στο παρελθόν ονομαζόταν «ακαδημαϊκή αριστεία» είναι τώρα μια άλλη μορφή λευκής υπεροχής, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να μετατρέψουν τα μαθήματά τους σε προπαγανδιστικές συνεδρίες και τους φοιτητές τους σε φωνασκούντες ακτιβιστές.
Θα πίστευε κανείς ότι οι διοικητικοί υπάλληλοι των κολεγίων και άλλα μέλη του διδακτικού προσωπικού θα τα έβλεπαν όλα αυτά, αλλά κάθε είδους αντίθεση -σιωπηλή ή μη- σε αυτές τις «σπουδές» καταπνίγηκε γρήγορα, και κανένας καθηγητής δεν θέλει να χαρακτηριστεί δημόσια ρατσιστής ή σεξιστής ή ομοφοβικός. Ο λόγος είναι ότι κατά την περίοδο από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 έως σήμερα, οι κοινωνικές και οι ανθρωπιστικές επιστήμες πολιτικοποιήθηκαν, πρώτα με τον πόλεμο του Βιετνάμ και την προεδρία του Ρίτσαρντ Νίξον, και αργότερα με την άνοδο του Ρόναλντ Ρίγκαν στον Λευκό Οίκο.
Καθώς η φιλολογία, η ιστορία, η ψυχολογία, η κοινωνιολογία και άλλοι κλάδοι πολιτικοποιούνταν ολοένα και περισσότερο, η εξέλιξη αυτή επέτρεψε στα τμήματα σπουδών πολιτισμικών ταυτοτήτων, που ήταν προσανατολισμένα στον ακτιβισμό, να αποκτήσουν ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή στις πανεπιστημιουπόλεις. Ήταν εδώ που η τριτοβάθμια εκπαίδευση έγινε ένα άθλιο μείγμα από αυτό που αποκαλώ οι πανεπιστημιακοί και οι ραδιούργοι.
Για πολλούς από εμάς που διδάσκαμε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και δημοσιεύαμε ερευνητικές εργασίες σε ακαδημαϊκά περιοδικά, παίρναμε στα σοβαρά και τα τρία «σκέλη» των καθηκόντων μας - τη διδασκαλία, την έρευνα και την προσφορά. Η διδασκαλία και η έρευνα είναι αυτονόητες, ενώ η προσφορά περιλαμβάνει πράγματα όπως η παροχή συμβουλών, η συμμετοχή σε επιτροπές τμημάτων, κολεγίων και πανεπιστημίων. Για παράδειγμα, προήδρευσα της Υποεπιτροπής Προαγωγής και Μονιμότητας του πανεπιστημίου για τρία χρόνια και κατάφερα να πείσω τη διοικητική και διδακτική ηγεσία να αλλάξουν τα απαιτούμενα προσόντα μας για μονιμότητα.
Οι ραδιούργοι, από την άλλη πλευρά, είναι πιο πιθανό να αποφεύγουν τις ποιοτικές δημοσιεύσεις και να χρησιμοποιούν τις θέσεις τους σε επιτροπές για να προωθήσουν μέτρα που σχετίζονται με την «σεξιστική γλώσσα» ή με κάτι που σχετίζεται με τις «προτιμώμενες αντωνυμίες» κάποιου. Ακόμα και πριν από την επιδημία του covid και τα επακόλουθα lockdown, οι ραδιούργοι ήταν ιδιαίτερα δραστήριοι, απαιτώντας κάθε πρόγραμμα σπουδών να περιέχει τις δικές τους εκδοχές περί κοινωνικής δικαιοσύνης, με κάθε καθηγητή να αναμένεται να φέρει τον «αντιρατσισμό» στις τάξεις του. Οι μαθητές-ακόλουθοί τους ακολούθησαν το παράδειγμά τους με παρόμοια αιτήματα.
Για παράδειγμα, στον προηγούμενο εργοδότη μου, το τμήμα της Φιλολογίας διέταξε τους καθηγητές να μην υπολογίζουν τα γραμματικά λάθη των μαύρων φοιτητών, επειδή, κατά τη γνώμη των ηγετών του τμήματος, αυτό θα ήταν ρατσιστικό. Δεν προσπαθούσαν να κάνουν τις εργασίες ευκολότερες για τους μαύρους φοιτητές, αλλά αντιθέτως ισχυρίζονταν ότι ο ρατσισμός ήταν ενσωματωμένος στην ίδια την δομή της αγγλικής γλώσσας, επομένως η προώθηση της αγγλικής γραμματικής θα ισοδυναμούσε με την προώθηση του μισαλλόδοξου προσανατολισμού.
Γιατί οι ακαδημαϊκοί δεν είπαν απλώς όχι; Μερικοί από αυτούς το έκαναν και βρέθηκαν να γίνονται στόχος επίθεσης για κοινωνική δικαιοσύνη μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Κατά τη διάρκεια της τρέλας του Duke Lacrosse, τα μέλη ΔΕΠ του Duke που μίλησαν ανοιχτά κατά της βιαστικής κρίσης έγιναν στόχοι εκδικητικών ακτιβιστών μελών ΔΕΠ, οι οποίοι προσπάθησαν να εκφοβίσουν όποιον διαφωνούσε μαζί τους.
Στον κόσμο των πανεπιστημιακών και των ραδιούργων, είναι δύσκολο για τους πρώτους να αντισταθούν στους δεύτερους. Πρώτον, και σημαντικότερο, αυτές οι δύο ομάδες έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για την εργασία τους ως μέλη ΔΕΠ. Οι πανεπιστημιακοί πιστεύουν ότι η δουλειά τους είναι να εισάγουν τους φοιτητές σε σύνολα γνώσης και να επιδιώκουν την έρευνα που αντανακλά τους τομείς εξειδίκευσής τους.
Οι ραδιούργοι, από την άλλη πλευρά, βλέπουν τη δουλειά τους ως μετατροπή των φοιτητών σε ακτιβιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης μέσω της προπαγάνδας τους. Όποιος μπορεί να αντιταχθεί χαρακτηρίζεται αμέσως ρατσιστής ή ακόμα χειρότερα, και υπάρχει πάντα ένας στρατός από θυμωμένους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έτοιμοι να επιτεθούν στον αντιφρωνούντα. Οι πολεμιστές της κοινωνικής δικαιοσύνης, άλλωστε, σώζουν τον κόσμο πολεμώντας τον ρατσισμό και αντιτιθέμενοι στον καπιταλισμό. Όποιος τους αντιτίθεται εξ ορισμού έχει δόλια κίνητρα.
Στο τέλος, οι πανεπιστημιακοί συνεχίζουν το έργο τους, αν και κρατώντας το κεφάλι τους χαμηλά και προσπαθώντας να μην γίνουν αντιληπτοί. Η κατάκτηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τον Γκράμσι έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και σύντομα, οι ακαδημαϊκοί θα αποτελούν μια μικρή μειοψηφία στα αμερικανικά κολέγια και πανεπιστήμια και με τον καιρό πιθανότατα θα εξαφανιστούν εντελώς.










