«Ταξική» ανάλυση: Ο Μαρξ παίζει τον παπά
Παρ’ ό,τι ισχυρίζονται με υπερηφάνεια ότι μας προστατεύουν από την «ταξική σύγκρουση», το κράτος κι οι επωφελούμενοί του είναι οι προνομιούχες «τάξεις» και οι υποκινητές των κοινωνικών συγκρούσεων.
Ετικέτες: Καπιταλισμός, Πολιτισμός, Σοσιαλισμός
Άρθρο του Joshua Mawhorter, δημοσιευμένο στις 16/01/2025.
Αν και είναι γεμάτη πλάνες, η λεγόμενη μαρξιστική «ταξική» ανάλυση εξακολουθεί να διαπερνά ένα μεγάλο μέρος του καθημερινού και του πολιτικού διαλόγου. Αυτή η διχαστική κοσμοθεωρία επιδεινώνει αναίτια τις συγκρούσεις μεταξύ ομάδων (των λεγόμενων «τάξεων») και αποτελεί μια βολική κοσμοθεωρία για το κράτος, επειδή του δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει όλες τις διαφορές μεταξύ των ομάδων ως ηθικές ανισότητες και «προβλήματα», που πρέπει να επιλυθούν με την άνιση μεταχείριση αυτών των ομάδων στο όνομα της ισότητας, της ακριβοδικίας και της δικαιοσύνης.
Παλαιότερα, είχα γράψει για την «ταξική ανάλυση» του Μαρξ και για αυτό που αποκαλώ «ιδεολογική πλάνη» - εάν κάθε επιχειρηματολογία είναι αναγκαστικά ένας προκατειλημμένος ειδικός ισχυρισμός για λογαριασμό της «τάξης» κάποιου, τότε ο ίδιος ο μαρξισμός ομολογεί την απουσία αντικειμενικότητας ως απλώς μια ακόμα ταξικά προκατειλημμένη ιδεολογία. Σε αυτή την περίπτωση, ο μαρξισμός δεν μπορεί να είναι μια αντικειμενική επιστήμη. Ή, εάν ισχυρίζεται ότι η αντικειμενική αλήθεια και η πειθώ μέσω επιχειρημάτων είναι δυνατές μεταξύ των «τάξεων», η ταξική συνείδηση και η ανάλυση είναι κίβδηλες.
Κάθε φορά που κάποιοι ισχυρίζονται πως «Όλοι οι άνθρωποι είναι σκλάβοι της ιδεολογικής τους προκατάληψης», τότε έχουν δύο επιλογές - είτε η δήλωσή τους ισχύει για αυτούς (και δεν πρέπει να την εμπιστευόμαστε ως αντικειμενική), είτε δεν ισχύει για αυτούς (και η θεωρία τους δεν είναι αληθής). Ο συνεπής υποστηρικτής της ιδεολογικής προκατάληψης και του μαρξιστικού ταξικού πολέμου σε καλεί να μην τον πιστέψεις ούτε με τον έναν, ούτε με τον άλλον τρόπο! Επιπλέον, εάν ο μαρξιστής υποστηρικτής της ιδεολογικής προκατάληψης και της ταξικής σύγκρουσης πιστεύει πραγματικά αυτό που υποστηρίζει - ότι κανείς δεν μπορεί να πειστεί ενάντια στο ταξικό συμφέρον του και κανείς δεν μπορεί να σταθεί αντικειμενικά έξω από την ιδεολογία του, τότε το λογικό συμπέρασμα είναι σαφές: «Βγάλε τον σκασμό!» Αυτό είναι το λάθος του πολυλογισμού, δηλαδή το αυτο-υπονομευτικό επιχείρημα ότι οι διαφορετικές ομάδες ανθρώπων («τάξεις») έχουν θεμελιωδώς διαφορετικές λογικές.
Η κομπίνα του Μαρξ: «Οι τάξεις»
Αυτό το άρθρο επιχειρεί να αποκαλύψει μια άλλη πλάνη μέσα στη θεωρία του Μαρξ - την κομπίνα του σχετικά με την ταξική σύγκρουση. Ο Μαρξ εμπλέκεται σε μια μορφή της πλάνης της αμφιβολίας, δηλαδή επιχειρηματολογεί με βάση έναν ορισμό, αλλά μετά αλλάζει τον ορισμό, ή αυτό που ο ορισμός υποδηλώνει, κατά το συμπέρασμά του. Το παιχνίδι του παπά του είναι λεπτό, ειδικά επειδή στην πραγματικότητα ξεκινά με μια δήλωση που είναι σε μεγάλο βαθμό ιστορικά αληθής:
«Η ιστορία κάθε υπάρχουσας κοινωνίας μέχρι τώρα είναι η ιστορία των ταξικών αγώνων. Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, άρχοντας και δουλοπάροικος, μέλος συντεχνίας και μαθητευόμενος, με μια λέξη, καταπιεστής και καταπιεσμένος, βρίσκονταν σε διαρκή αντίθεση μεταξύ τους...»
Μέχρι στιγμής, αυτό είναι αλήθεια. Αυτές ήταν νομικές κάστες που καθιερώθηκαν από το κράτος. Αφορούσαν τη δημιουργία νομικών κατηγοριών που επιβλήθηκαν από το κράτος. Ο Ralph Raico διέκρινε, ωστόσο, ότι «αυτά τα αντιτιθέμενα ζευγάρια αποδεικνύονται, εν όλω ή εν μέρει, όχι οικονομικές, αλλά νομικές κατηγορίες». Εν ολίγοις, ο Μαρξ δανείστηκε την συνεκτική φιλελεύθερη ταξική ανάλυση - ότι διάφορες ομάδες προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν την κρατική εξουσία για να εκχωρήσουν προνόμια στον εαυτό τους και/ή να περιορίσουν τους άλλους. Αυτό χρησιμοποιήθηκε για να εδραιώσει το σκεπτικό του μόνο για να εισέλθει γρήγορα σε μια εθελοντική-συμβατική σχέση σαν να επρόκειτο προφανώς για σύγκρουση ταξικών καστών: καπιταλιστές και εργάτες.
Ανάλυση τάξης έναντι ανάλυσης κάστας
«Ο Μαρξ συσκότισε το πρόβλημα, συγχέοντας την έννοια της κάστας και την έννοια της τάξης»— Mises, Theory and History
Ο φιλελευθερισμός έχει μια πλούσια παράδοση ταξικής ανάλυσης και ανάλυσης κάστας, στην πραγματικότητα - εστιάζοντας στη βασική διάκριση μεταξύ των πολιτικών ελίτ και των συνδεδεμένων με το κράτος παραγόντων από τη μια πλευρά (οι «λίγοι») και του παραγωγικού πληθυσμού από την άλλη (οι «πολλοί») —Η ανάλυση κάστας είναι το κλειδί για τον φιλελευθερισμό. Επιπλέον, ο Μαρξ δανείστηκε απλώς αυτές τις έννοιες και τη διατύπωσή τους από τους κλασικούς φιλελεύθερους (αν και αμφισβήτησε τον ορισμό). Ο Μαρξ παραδέχτηκε μάλιστα σε μια επιστολή του το 1852:
«...δεν μου αξίζουν τα εύσημα για το ότι ανακάλυψα την ύπαρξη τάξεων στη σύγχρονη κοινωνία ή την πάλη μεταξύ τους. Πολύ πριν από εμένα, αστοί ιστορικοί είχαν περιγράψει την ιστορική εξέλιξη αυτής της ταξικής πάλης και αστοί οικονομολόγοι την οικονομική ανατομία των τάξεων.»
Ωστόσο, ο Μαρξ πήρε μια εθελοντική-συμβατική, διαχρονική ανταλλαγή - αυτή μεταξύ του καπιταλιστή/επιχειρηματία και του μισθωτού - και την τοποθέτησε στην κατηγορία της εκμετάλλευσης, μαζί με άλλες σχέσεις εκμετάλλευσης (γαιοκτήμονας/δουλοπάροικος, δουλοπάροικος/σκλάβος κ.λπ.) εφαρμόζοντας την ολισθηρή έννοια της «ταξικής σύγκρουσης» και στις δύο. Αυτό μοιάζει με τη δημιουργία δύο κατηγοριών με αποδεκτούς ορισμούς—τετράγωνα και τρίγωνα—ακολουθούμενες από μια λίστα τετράγωνων αντικειμένων μόνο για να συμπεριληφθεί ένα στοιχείο σε σχήμα τριγώνου στην κατηγορία του τετραγώνου.
Λόγω αυτής της σύγχυσης και της ασάφειας στην έννοια της «τάξης», αντιμετωπίζουμε τώρα μια φαινομενικά ατελείωτη, συνεχώς αυξανόμενη λίστα νεομαρξιστικών «τάξεων» σε σύγκρουση μεταξύ τους – φυλή, φύλο, γένος, θρησκεία, σεξουαλικός προσανατολισμός κ.λπ. Για παράδειγμα, δείτε τον Τροχό Διατομεακών Προνομίων και Ισχύος. Ουσιαστικά κάθε αντιληπτή και πραγματική διαφορά μεταξύ ανθρώπων τους τοποθετεί σε κάποιο είδος διατομεακής «τάξης». Αυτές οι διαφορές αποτελούν «προφανείς» αποδείξεις αδικίας και απαιτούν από τις ελίτ του κράτους -στην πραγματικότητα, την πιο προνομιούχα τάξη!- να αντιμετωπίζουν άνισα τους άνισους ανθρώπους προκειμένου να επιτύχουν την «ισότητα».
Κατηγορίες «τάξεων»
Οι κλάσεις είναι κατηγορίες πραγμάτων που έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν από άλλα πράγματα. Υπάρχουν κάθε είδους ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των πραγμάτων (και των προσώπων) που τους επιτρέπουν να κατηγοριοποιηθούν και να ταξινομηθούν—άνδρες και γυναίκες, ηλικία, γεωγραφική θέση, εισόδημα, οικογενειακή κατάσταση κ.λπ. Μολονότι υπάρχει η τάση να προτιμάται το status quo και η ομοιότητα, και μολονότι υπάρχει η πιθανότητα προκαταλήψεων και σύγκρουσης λόγω των διαφορών, δεν υπάρχει απαραίτητη και εγγενής δέσμευση σε κάποια συγκεκριμένη «τάξη», ειδικά σε μια ελεύθερη αγορά. Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι ανήκουν αναπόφευκτα σε πολλές διασταυρούμενες τάξεις. (Αυτή είναι μια παρατήρηση που η θεωρία της «διατομεακότητας» κατανοεί σωστά.) Αλλά δεν υπάρχει απαίτηση οι όποιες κατηγορίες προσώπων να βρίσκονται σε σύγκρουση με άλλες τάξεις ενώ είναι ελεύθερες να στεγάζονται, να παράγουν, να αλληλεπιδρούν και να συναναστρέφονται ειρηνικά με όποιον θέλουν. Γράφει ο Ρόθμπαρντ:
Μια «κλάση» είναι ένα σύνολο οντοτήτων με ένα κοινό χαρακτηριστικό. Επομένως, υπάρχει μια κατηγορία «φαλακρών αετών» ή «γερανιών», και μια τέτοια κατηγορία μπορεί να διευρυνθεί ή να περιοριστεί: π.χ., η κατηγορία «γερανιών που καλλιεργούνται στο Νιου Τζέρσεϊ». Μια «κοινωνική τάξη» είναι μια κατηγορία ανθρώπινων όντων με ένα κοινό χαρακτηριστικό. Ο αριθμός των αναγνωρίσιμων κοινωνικών τάξεων είναι ουσιαστικά άπειρος. Έτσι: υπάρχει η «κατηγορία ανθρώπων άνω του 1.90 σε ύψος», η «κατηγορία ανθρώπων με το όνομα Smith», η «κατηγορία ανθρώπων που ζυγίζουν κάτω από 80 κιλά», κ.λπ. ad infinitum. Ορισμένες από αυτές τις τάξεις θα είναι χρήσιμες για ορισμένους τύπους κοινωνικής ανάλυσης (π.χ. η «κατηγορία ατόμων άνω των 65 ετών με διαβήτη»), για ιατρικούς ή ασφαλιστικούς ή δημογραφικούς σκοπούς. Αλλά από την άποψή μας, σε μια μελέτη της μαρξιστικής θεωρίας της τάξης, αυτές οι τάξεις είναι όλες άχρηστες επειδή δεν υπάρχει κάποια εγγενής σύγκρουση μεταξύ τους. Στην οικονομία της αγοράς, στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας και της ανταλλαγής προϊόντων, δεν υπάρχει εγγενής σύγκρουση μεταξύ κοντών και ψηλών ανθρώπων, ανθρώπων διαφόρων βαρών και ονομάτων κ.λπ. Όλες οι τάξεις ζουν σε αρμονία μέσω της οικειοθελούς ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών που ωφελούν αμοιβαία όλους. Επιπλέον, δεν υπάρχει κανένας λόγος για ένα άτομο σε μια ελεύθερη κοινωνία ή σε μια οικονομία της αγοράς, να ενεργεί για λογαριασμό των «συμφερόντων της τάξης του» αντί του δικού του ατομικού συμφέροντος (ή ακόμη και ως υποκατάστατο αυτού) . Όταν ένα άτομο αποφασίζει σε ποια δουλειά θα εργαστεί ή ποια επένδυση να κάνει, θα συμβουλευτεί άραγε πρώτα και κύρια το «ταξικό συμφέρον» του ως μέλος μιας «κατηγορίας ύψους άνω του 1.90»; Η ίδια η ιδέα είναι παράλογη.
(προστέθηκαν πλάγια γράμματα)
Κάστα—κράτος, πλιατσικολόγοι και παραγωγοί πλούτου
Η συνεκτική έννοια της «τάξης» είναι περισσότερο ανάλυση κάστας. Η εκμετάλλευση λαμβάνει χώρα όταν ένα άτομο ή ομάδα απαλλοτριώνει την παραγωγή άλλου ατόμου ή ομάδας μέσω εξαναγκασμού. Η εκμετάλλευση μπορεί να γίνει μεταξύ ατόμων, αλλά μια κάστα δημιουργείται μέσω της κρατικής νομικής εξουσίας. Μια κάστα δημιουργείται όταν μια τάξη «λαμβάνει προνόμια ή επιβαρύνεται από το κράτος». Ο Ρόθμπαρντ έγραψε, «Όπου παρεμβαίνει το κράτος, από την άλλη πλευρά, δημιουργείται έτσι σύγκρουση καστών, γιατί ένας άνθρωπος επωφελείται σε βάρος ενός άλλου» (πλάγια γράμματα στο πρωτότυπο).
Ο Μαρξ προσπάθησε (και απέτυχε) να αποδείξει την απαλλοτρίωση μεταξύ του καπιταλιστή και του εργάτη μέσω της υποτιθέμενης άντλησης «υπεραξίας» του εργάτη από τον καπιταλιστή. Αυτό οφειλόταν στην αποτυχία του να κατανοήσει τη χρονική προτίμηση και τη διαχρονική φύση της ανταλλαγής μεταξύ ενός εργοστασιάρχη (καπιταλιστή) και του εργάτη. Ο εργαζόμενος συνάπτει συμβάσεις για έναν εγγυημένο, προκαταβολικό μισθό στην παρούσα στιγμή, και πληρώνεται σύμφωνα με το προϊόν μειωμένης οριακής αξίας του (DMVP) σε αντίθεση με το να πληρώνεται μετά την πώληση του προϊόντος στην αγορά. Αντίθετα, ο καπιταλιστής-επιχειρηματίας οργανώνει τις εισροές στο παρόν, πληρώνει για τους συντελεστές παραγωγής στο παρόν (συμπεριλαμβανομένων των μισθών στους εργάτες) και αποκομίζει μεγαλύτερη απόδοση στο μέλλον εάν τα τελικά καταναλωτικά αγαθά πωληθούν με κέρδος (όπου τα έσοδα υπερβαίνουν το κόστος).
Ενώ κατανοούμε την καθολική δυσφορία που προκαλεί η εργασία και ό,τι κι αν σκεφτεί ένας συμβασιούχος μισθωτός εργάτης για τις εναλλακτικές του (π.χ. «ελευθερία στην πείνα»), αυτή η ανταλλαγή μεταξύ καπιταλιστών-εργατών δεν αποτελεί καταναγκαστική εκμετάλλευση με κανέναν ουσιαστικό ορισμό. Μια τέτοια ανταλλαγή απλώς αντιπροσωπεύει άτομα που στεγάζουν, παράγουν, συνάπτουν συμβάσεις και ανταλλάσσουν σε οικειοθελή βάση. Ο ισχυρισμός περί του αντίθετου ωθεί την έννοια της εκμετάλλευσης στον παραλογισμό. Έτσι, σύμφωνα με τον Mises:
«...είναι ανόητο να ταξινομούνται τα μέλη μιας καπιταλιστικής κοινωνίας σύμφωνα με τη θέση τους στο πλαίσιο του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και στη συνέχεια να ταυτίζονται αυτές οι τάξεις με τις κάστες μιας ιεραρχικής κοινωνίας.»
Οι περιττές συγκρούσεις μεταξύ διαφορετικών ακαθόριστων «τάξεων» ανθρώπων ωφελούν το κράτος. Ο Bastiat αποκάλεσε το κράτος «το μεγάλο φαντασιοκόπημα» με το οποίο όλοι προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν το κράτος για να λεηλατήσουν όλους τους άλλους. Αυτό ταυτόχρονα εμπλουτίζει και ενδυναμώνει την πολιτική κάστα και τους δικαιούχους της και κάνει τους ανθρώπους να συγκρούονται μεταξύ τους και όχι με την πολιτική κάστα.
Παρ’ ό,τι ισχυρίζεται με υπερηφάνεια ότι μας προστατεύει από την «ταξική σύγκρουση», το κράτος και οι επωφελούμενοί του είναι οι υπέρτατες προνομιούχες «τάξεις» και οι δημιουργοί της σύγκρουσης μεταξύ των καστών. Ενώ βρίσκεται στη διαρκή και επαναστατική αναζήτηση να κάνει κάθε «τάξη» ίση (κάτι αδύνατον), η πολιτική κάστα και οι επωφελούμενοί της δημιουργούν και επιδεινώνουν τις διακρίσεις λόγω κάστας, ενώ λειτουργούν σαν ουδέτεροι «αναδιατάκτες» των πόρων, για να φτάσουν τη «δικαιοσύνη» και την «ισότητα». Δυστυχώς, πολλοί εξακολουθούν να εξαπατώνται από το παπατζιλίκι του Μαρξ.
Δείτε επίσης: