Οι αυτοαναιρούμενες σοφιστείες του Μαρξ περί ταξικής πάλης και ταξικής συνείδησης
Άρθρο του Joshua Mawhorter. Χρόνος ανάγνωσης 5'
Σύμφωνα με τον Μαρξ, όλες οι ιδέες αντιπροσωπεύουν ταξικά συμφέροντα, χωρίς να αφήνουν περιθώριο για την αντικειμενική αλήθεια. Το πρόβλημα είναι ότι, ισχυριζόμενοι ότι εμμένουν στην αντικειμενική αλήθεια, οι μαρξιστές αντιφάσκουν.
Το σημερινό πολιτισμικό μας περιβάλλον είναι γεμάτο από την φρασεολογία της ταξικής σύγκρουσης, της ιδεολογίας, της προκατάληψης (συνειδητής ή ασυνείδητης) και της πολιτικοποίησης των πάντων. Αν και υπάρχουν πολλοί που συνεισέφεραν σ’ αυτό, μπορούμε σε μεγάλο βαθμό να ευχαριστήσουμε (ή να κατηγορήσουμε) τον Καρλ Μαρξ και τη θεωρία του για την ταξική συνείδηση και την ταξική σύγκρουση. Μολονότι δεν ακολουθούν απαραίτητα τον Μαρξ στα οικονομικά του, αυτές οι έννοιες έχουν αιχμαλωτίσει το φαντασιακό πολλών, ειδικά στον σύγχρονο δυτικό κόσμο.
Ο ισχυρισμός είναι αρκετά απλός: οι άνθρωποι είναι εγγενώς προκατειλημμένοι υπέρ της δικής τους «τάξης», είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Επομένως, ό,τι ισχυρίζονται ότι είναι «αληθινό» ή «σωστό» είναι απλώς μια ειδική μεροληψία προς όφελός τους. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι δεν αναζητούν την αντικειμενική αλήθεια, ούτε είναι εφικτό αυτό. Αντίθετα, είναι απολογητές και προπαγανδιστές υπέρ των συμφερόντων της τάξης τους (π.χ. οικονομικά, φυλή, φύλο κ.λπ.). Περαιτέρω, οποιαδήποτε προσπάθεια να το αρνηθεί κανείς αυτό σημαίνει ότι το επιβεβαιώνει, επειδή κάτι τέτοιο καταδεικνύει το βάθος της «ψευδούς συνείδησης».
Όσοι δεν πιστεύουν σ’ αυτή την ιδεολογική επιστημολογία, είτε έχουν απογοητευτεί είτε έχουν εκφοβιστεί από αυτή την επιχειρηματολογία, και αναρωτιούνται πώς να την αξιολογήσουν ή πώς να προχωρήσουν. Είναι μια αντιπαράθεση δίχως ξεκάθαρους νικητές; Θα ήταν απέλπιδα η απόπειρα έστω και να ασχοληθεί κανείς; Έχουν ένα δίκιο οι μαρξιστές, επειδή είμαστε «κολλημένοι» και δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε περαιτέρω;
Ως απάντηση σε αυτά τα πράγματα, μπορεί να επιδοθούμε σε ένα απλό αντεπιχείρημα: η ιδεολογική προκατάληψη ή η άποψη περί ταξικής σύγκρουσης είναι αυτο-αναιρούμενη.
Οι απόψεις περί ιδεολογικής προκατάληψης ή ταξικής σύγκρουσης συνεπάγονται αναπόφευκτα τον ισχυρισμό ότι όλοι οι άνθρωποι (συμπεριλαμβανομένων των μαρξιστών) είναι απλοί υπηρέτες των ιδεολογικών τους προκαταλήψεων και, επομένως, δεν μπορούμε να πούμε ότι κατέχουν την αντικειμενική αλήθεια. Αν όμως συμβαίνει αυτό, σημαίνει ότι οι ίδιοι οι υποστηρικτές της θεωρίας των ταξικών συγκρούσεων και της ιδεολογικής προκατάληψης δεν είναι παρά μόνο υποστηρικτές και απολογητές μιας άλλης τάξης ή ιδεολογίας. Ισχυρίζονται (στην πραγματικότητα) ότι δεν κατέχουν την αλήθεια αλλά ότι είναι σκλάβοι μιας ιδεολογίας και προπαγανδιστές αυτής της ιδεολογίας. Αν αυτός είναι ο ισχυρισμός, σας προσκαλούν να μην τους πιστέψετε.
Εάν, όπως είναι πιο συνηθισμένο, οι υποστηρικτές της θεωρίας των ταξικών συγκρούσεων ισχυρίζονται ότι η ανάλυσή τους είναι σωστή, ισχυρίζονται ουσιαστικά ότι αυτοί (και η ομάδα τους) δεν είναι σκλάβοι της προκατάληψης και κατέχουν την αντικειμενική αλήθεια. Κάθε φορά όμως που αξιώνουν την κατοχή της αντικειμενικής αλήθειας, υπονομεύουν την ίδια τους τη θέση. Επιπλέον, αν αυτό που λένε είναι αλήθεια, τότε επιδίδονται σε μια άκαρπη προσπάθεια να πείσουν ανθρώπους που, όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται, δεν μπορούν να πειστούν.
Αυτές οι απλές ασυνέπειες έχουν επισημανθεί από τους οικονομολόγους της Αυστριακής Σχολής, αλλά αξίζει να τις επαναλάβουμε. Για παράδειγμα, ο Ludwig von Mises έγραψε στο Theory and History :
«Έτσι, το δόγμα της ιδεολογίας έγινε ο πυρήνας της μαρξιστικής επιστημολογίας. […] Δεν ντράπηκαν μπροστά τον παραλογισμό. Ερμήνευσαν όλα τα φιλοσοφικά συστήματα, τις φυσικές και βιολογικές θεωρίες, όλη τη λογοτεχνία, τη μουσική και την τέχνη από την «ιδεολογική» σκοπιά. Αλλά, φυσικά, δεν ήταν αρκετά συνεπείς ώστε να αποδώσουν και στα δικά τους δόγματα απλώς ιδεολογικό χαρακτήρα. Οι μαρξιστικές αρχές, υπονοούσαν, δεν είναι ιδεολογίες. Είναι μια πρόγευση της γνώσης της μελλοντικής αταξικής κοινωνίας, η οποία, απαλλαγμένη από τα δεσμά των ταξικών συγκρούσεων, θα είναι σε θέση να συλλάβει την καθαρή γνώση, αμόλυντη από ιδεολογικά ψεγάδια.»
Ο Mises παρατήρησε και εκμεταλλεύτηκε την πλάνη ότι οι μαρξιστές στήριξαν την επιστημολογία τους στον ισχυρισμό πως όλοι οι άλλοι ήταν δουλικά αφοσιωμένοι στην ιδεολογία και τα ταξικά τους συμφέροντα, αλλά ότι οι ίδιοι δεν ήταν. Θυμάμαι ότι το συνειδητοποίησα για πρώτη φορά σε μια τάξη του κολεγίου, όπου ο καθηγητής και οι μαθητές μιλούσαν όλοι για ιδεολογική προκατάληψη και ταξική σύγκρουση, το ανέφικτο της αντικειμενικότητας και της αλήθειας, αλλά δεν έβλεπαν την τραγική ειρωνεία στην ιδέα ότι πίστευαν πως εκείνοι στέκονταν έξω από αυτό το πλαίσιο, ώστε να το αξιολογήσουν. Αυτό ο Murray Rothbard το αξιολόγησε ως το μοιραίο ελάττωμα στο επιχείρημα του Μαρξ:
«Για τον Μαρξ, η σκέψη κάθε ατόμου, οι αξίες και οι θεωρίες του, καθορίζονται όλα, όχι από το προσωπικό του συμφέρον, αλλά από το συμφέρον της τάξης στην οποία υποτίθεται ότι ανήκει. Αυτό είναι το πρώτο μοιραίο ελάττωμα στο επιχείρημα. Γιατί στο καλό, πρέπει άραγε κάθε άτομο να έχει την τάξη του πιο ψηλά από τον εαυτό του; Δεύτερον, σύμφωνα με τον Μαρξ, αυτό το ταξικό συμφέρον καθορίζει τις σκέψεις και τις απόψεις του, και πρέπει να τις καθορίζει, γιατί κάθε άτομο είναι ικανό μόνο για «ιδεολογία» ή ψεύτικη συνείδηση προς το συμφέρον της τάξης του. Δεν είναι ικανό για μια αμερόληπτη, αντικειμενική αναζήτηση της αλήθειας, ούτε για επιδίωξη του δικού του συμφέροντος ή όλης της ανθρωπότητας. Αλλά, όπως έχει επισημάνει ο φον Μίζες, το δόγμα του Μαρξ προσποιείται ότι είναι καθαρή, μη ιδεολογική επιστήμη, και παρ’ όλα αυτά είναι γραμμένο ρητά για να προωθήσει το ταξικό συμφέρον του προλεταριάτου.»
Η αντίφαση του Μαρξ είναι ότι προσπάθησε να παρουσιάσει έναν «επιστημονικό» σοσιαλισμό που θα μπορούσε να αποδειχθεί αντικειμενικά αλλά δημιούργησε μια ιδεολογική πραγματεία για να προωθήσει μια συγκεκριμένη τάξη. Το πρόβλημα του Μαρξ είναι ότι, είτε δεν μπορεί να ξεφύγει από την ιδεολογική-ταξική παγίδα, είτε ότι η θεωρία του για την ιδεολογική επιστημολογία είναι αναληθής. Τέλος, ο Gordon συνοψίζει επιγραμματικά την κριτική του Μίζες στον Μαρξ, σύμφωνα με τα πρότυπα του ίδιου του Μαρξ:
«Αν όλη η σκέψη για τα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα καθορίζεται από την ταξική θέση, τι συμβαίνει με το ίδιο το μαρξιστικό σύστημα; Εάν, όπως διακήρυττε περήφανα ο Μαρξ, στόχευε στο να παράσχει μια επιστήμη για την εργατική τάξη, γιατί να γίνει αποδεκτή οποιαδήποτε από τις απόψεις του ως αληθινή; Ο Μίζες σωστά σημειώνει ότι η άποψη του Μαρξ είναι αυτο-αναιρούμενη: εάν όλη η κοινωνιολογική σκέψη είναι ιδεολογική, τότε αυτή η πρόταση (σ.σ. «όλη η κοινωνιολογική σκέψη είναι ιδεολογική») είναι ιδεολογική η ίδια, και η βάση για να την πιστέψουμε έχει υπονομευτεί. Στις Θεωρίες της Υπεραξίας του, ο Μαρξ δεν μπορεί να συγκρατήσει την χλεύη του για την «απολογητική στάση» διαφόρων αστών οικονομολόγων. Δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι, με τις συνεχείς μομφές του για την ταξική προκατάληψη των συναδέλφων του οικονομολόγων, δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να σκάβει τον τάφο του γιγαντιαίου προπαγανδιστικού έργου του για λογαριασμό του προλεταριάτου.»
Οι κακές ιδέες είναι συχνά όχι μόνο αναληθείς αλλά και αυτο-αναιρούμενες. Μακράν του να μας τρομάζει η επικρατούσα φρασεολογία της ιδεολογικής προκατάληψης και της ταξικής σύγκρουσης, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτά τα επιχειρήματα περιέχουν την ίδια τους την καταστροφή. Όπως λέω συχνά στους μαθητές μου, «ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους του Μαρξ που, όχι μόνο μας είπε τις ιδέες του, αλλά που μας είπε και το γιατί οι ιδέες του είναι εσφαλμένες. Έκανε πολλή επιπλέον δουλειά, ενώ δεν ήταν υποχρεωμένος να την κάνει. Θα πρέπει να είμαστε ευγνώμονες.»
Αν εκτιμάς την δουλειά που κάνω και θέλεις να μου δώσεις ώθηση να συνεχίσω, μπορείς να κάνεις μια δωρεά, ξεκινώντας από το κατώτατο ποσό που επιτρέπει η πλατφόρμα του Substack (5 ευρώ).