O Mises μας εξηγεί την αγιοβασιλιάτικη οικονομική θεωρία των σοσιαλιστών
Kείμενο που δημοσιεύτηκε στις 28/12/2023 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγνωσης 6'.
Ένα βασικό στοιχείο της κοινωνικής φιλοσοφίας του παρεμβατισμού είναι η ύπαρξη ενός ανεξάντλητου ταμείου που μπορούμε να αρμέγουμε για πάντα.
[Από τo «Η εξάντληση του αποθεματικού ταμείου» στο βιβλίο Human Action , κεφάλαιο 36. Το βιβλίο δημοσιεύτηκε το 1949]
Η ιδέα που διέπει όλες τις παρεμβατικές πολιτικές είναι ότι τα υψηλότερα εισοδήματα και ο πλούτος του πιο εύπορου τμήματος του πληθυσμού αποτελούν ένα αποθεματικό ταμείο, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ελεύθερα για τη βελτίωση των συνθηκών των λιγότερο ευημερούντων. Η ουσία της παρεμβατικής πολιτικής είναι να πάρει από μια ομάδα για να δώσει σε μια άλλη. Είναι η δήμευση και η (ανα)διανομή. Κάθε μέτρο δικαιολογείται τελικά με το να διακηρύσσουν οι υποστηρικτές του ότι είναι δίκαιο να περιορίζονται οι πλούσιοι προς όφελος των φτωχών.
Στον τομέα των δημόσιων οικονομικών, η προοδευτικά αυξανόμενη φορολογία των εισοδημάτων και των ακινήτων είναι η πιο χαρακτηριστική εκδήλωση αυτού του δόγματος. Φορολογήστε τους πλούσιους και δαπανήστε τα έσοδα για τη βελτίωση της κατάστασης των φτωχών: Αυτή είναι η αρχή των κρατικών προϋπολογισμών στην εποχή μας. Στον τομέα των εργασιακών σχέσεων, η συντόμευση των ωρών εργασίας, η αύξηση των μισθών και χιλιάδες άλλα μέτρα, συνιστώνται υπό την προϋπόθεση ότι ευνοούν τον εργαζόμενο και επιβαρύνουν τον εργοδότη. Κάθε ζήτημα κυβερνητικών και κοινοτικών υποθέσεων αντιμετωπίζεται αποκλειστικά υπό το πρίσμα αυτής της αρχής.
Ένα ενδεικτικό παράδειγμα μας δίνουν οι μέθοδοι που εφαρμόζονται στη λειτουργία των κρατικών και δημοτικών επιχειρήσεων. Αυτές οι επιχειρήσεις συχνά οδηγούνται στην οικονομική αποτυχία. Οι ισολογισμοί τους εμφανίζουν τακτικά ζημίες που επιβαρύνουν το κράτος ή το ταμείο της πόλης. Δεν έχει νόημα να διερευνηθεί εάν τα ελλείμματα οφείλονται στην διαβόητη αναποτελεσματικότητα των δημόσιων επιχειρήσεων ή, τουλάχιστον εν μέρει, στις μειωμένες τιμές στις οποίες πωλούνται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες στους πελάτες. Μεγαλύτερη σημασία έχει το γεγονός ότι οι φορολογούμενοι πρέπει να καλύψουν αυτά τα ελλείμματα. Οι κρατικοπαρεμβατιστές εγκρίνουν πλήρως αυτήν τη διευθέτηση. Απορρίπτουν με πάθος τις δύο άλλες πιθανές λύσεις: την πώληση των επιχειρήσεων σε ιδιώτες επιχειρηματίες, ή την αύξηση των τιμών που χρεώνονται στους πελάτες σε ένα τέτοιο ύψος που να μην δημιουργείται περαιτέρω έλλειμμα. Η πρώτη από αυτές τις προτάσεις είναι προφανώς «αντιδραστική», επειδή θεωρούν ότι η αναπόφευκτη τάση της Ιστορίας είναι προς ολοένα και περισσότερη «κοινωνικοποίηση». Η δεύτερη θεωρείται «αντικοινωνική» επειδή επιβαρύνει περισσότερο τις μάζες των καταναλωτών. Είναι πιο δίκαιο να επιβαρύνουμε τους φορολογούμενους, δηλαδή τους πλούσιους πολίτες. Η ικανότητά τους να πληρώνουν είναι μεγαλύτερη από εκείνη των μέσων πολιτών, που ταξιδεύουν στους εθνικοποιημένους σιδηροδρόμους και στα δημοτικά μετρό, τρόλεϊ και λεωφορεία. Το να πει κανείς ότι τέτοιες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας θα πρέπει να είναι αυτοχρηματοδοτούμενες, είναι - μας λένε οι κρατικοπαρεμβατιστές - ένα κατάλοιπο των παλιομοδίτικων ιδεών της παραδοσιακής χρηματοδότησης. Θα μπορούσαμε κάλλιστα να θέσουμε ως στόχο το να γίνουν κι οι δρόμοι και τα δημόσια σχολεία αυτοχρηματοδοτούμενα.
Δείτε σχετικά: «D. Friedman: Αποκρατικοποιήστε τους δρόμους για να εξαλείψετε το μποτιλιάρισμα και τα εκατομμύρια χαμένων ωρών στην κίνηση»
Δεν χρειάζεται να συζητάμε με τους υποστηρικτές αυτής της πολιτικής των ελλειμμάτων. Είναι προφανές ότι η προσφυγή σε αυτήν την αρχή της δυνατότητας πληρωμής εξαρτάται από την ύπαρξη τέτοιων εισοδημάτων και περιουσιών που μπορούν ακόμη να φορολογηθούν. Δεν μπορεί πλέον να προσφύγει κανείς εκεί όταν αυτά τα επιπλέον κεφάλαια εξαντληθούν από τους φόρους και τα άλλα παρεμβατικά μέτρα.
Αυτή ακριβώς είναι η σημερινή κατάσταση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν φτάσει ακόμα μέχρι εκεί, αλλά εάν η πραγματική τάση των οικονομικών της πολιτικών δεν αλλάξει ριζικά πολύ σύντομα, θα βρεθεί στην ίδια κατάσταση σε λίγα χρόνια. [σ.σ. όπως και έγινε τελικά]
Για χάρη της συζήτησης, μπορούμε να αγνοήσουμε όλες τις άλλες συνέπειες που επιφέρει αναπόφευκτα ο πλήρης θρίαμβος της «αρχής (principle) της ικανότητας πληρωμής», και να επικεντρωθούμε στις οικονομικές της πτυχές.
Ο παρεμβατιστής που υποστηρίζει τις επιπρόσθετες δημόσιες δαπάνες, έχει άγνοια του γεγονότος ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια είναι πεπερασμένα. Δεν συνειδητοποιεί ότι η αύξηση των δαπανών σε έναν τομέα τον υποχρεώνει να περιορίσει τις δαπάνες στους άλλους τομείς. Κατά τη γνώμη του, υπάρχει άφθονο διαθέσιμο χρήμα. Το εισόδημα και ο πλούτος των πλουσίων μπορούν να αξιοποιηθούν κατά βούληση. Προτείνοντας μεγαλύτερους προϋπολογισμούς για τα σχολεία, υπογραμμίζει απλώς ότι θα ήταν καλό να ξοδεύουμε περισσότερα χρήματα για την εκπαίδευση. Δεν μπαίνει στο κόπο να αποδείξει ότι η αύξηση της δημοσιονομικής χρηματοδότησης για τα σχολεία είναι πιο πρόσφορη από την αύξηση της χρηματοδότησης ενός άλλου τομέα, π.χ., εκείνου της υγείας. Δεν του περνά ποτέ από το μυαλό ότι θα μπορούσαν να διατυπωθούν πολύ σοβαρά επιχειρήματα υπέρ του περιορισμού των δημοσίων δαπανών και της μείωσης του βάρους της φορολόγησης.
Με το τωρινό ύψος των φορολογικών συντελεστών εισοδήματος και κληρονομιάς, αυτό το αποθεματικό ταμείο από το οποίο οι παρεμβατιστές προσπαθούν να καλύψουν όλες τις δημόσιες δαπάνες, συρρικνώνεται γρήγορα. Στην πράξη έχει σχεδόν εξαφανιστεί εντελώς στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πρόσφατες εξελίξεις στους φορολογικούς συντελεστές παρήγαγαν μόνο αμελητέα αποτελέσματα κρατικών εσόδων, πέρα από αυτά που θα προέκυπταν από μια προοδευτική αύξηση που θα σταματούσε σε πολύ χαμηλότερους συντελεστές. Η υψηλή φορολόγηση των πλουσίων είναι πολύ δημοφιλής ιδέα στους χομπίστες κρατικοπαρεμβατιστές και στους δημαγωγούς, αλλά δεν εξασφαλίζουν παρά μόνο μέτριες αυξήσεις στα έσοδα. [1] Από μέρα σε μέρα γίνεται όλο και πιο προφανές ότι οι μεγάλης κλίμακας προσαυξήσεις στο ποσό των δημόσιων δαπανών δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν με το «άρμεγμα των πλουσίων», αλλά ότι το βάρος πρέπει να το επωμιστούν οι μάζες. Η παραδοσιακή φορολογική πολιτική της εποχής του παρεμβατισμού, τα ωραιοποιημένα τεχνάσματα της προοδευτικά αυξανόμενης φορολογίας και των γαλαντόμων κρατικών δαπανών, έχουν φτάσει σε ένα σημείο στο οποίο ο παραλογισμός τους δεν μπορεί πλέον να κρυφτεί. Η διαβόητη πεποίθηση ότι, ενώ οι ιδιωτικές δαπάνες εξαρτώνται από το μέγεθος του διαθέσιμου εισοδήματος, τα δημόσια έσοδα θα πρέπει να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις δαπάνες, αυτοαναιρείται. Στο εξής, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι ένα δολάριο δεν μπορεί να δαπανηθεί δύο φορές, και ότι τα διάφορα πεδία των κρατικών δαπανών έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους. Κάθε δεκάρα επιπρόσθετων κρατικών δαπανών θα πρέπει να εισπράττεται από ακριβώς εκείνους τους ανθρώπους που μέχρι τώρα στόχευαν στο να μεταφέρουν το κύριο βάρος του λογαριασμό στους άλλους. Όσοι αγωνιούν να λάβουν επιδοτήσεις θα πρέπει να πληρώσουν το λογαριασμό από την τσέπη τους. Τα ελλείμματα των επιχειρήσεων που ανήκουν και διοικούνται από το δημόσιο θα επιβαρύνουν πια το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.
Η κατάσταση στις σχέσεις εργοδότη-εργαζομένου θα είναι ανάλογη. Το δόγμα της εποχής υποστηρίζει ότι οι μισθωτοί αποκομίζουν κάποια «κοινωνικά οφέλη» εις βάρος του «μη δίκαια αποκτημένου» εισοδήματος της «εκμεταλλευτικής» τάξης. Οι απεργίες, μας λένε, δεν πλήττουν τους καταναλωτές αλλά την «εργοδοσία». Δεν υπάρχει λόγος αύξησης των τιμών των προϊόντων όταν αυξάνεται το κόστος εργασίας, η διαφορά πρέπει να βαρύνει τους εργοδότες. Αλλά όταν ένα όλο και μεγαλύτερο τμήμα από το μερίδιο των επιχειρηματιών και των καπιταλιστών απορροφάται από τους φόρους, τα υψηλότερα επίπεδα μισθών και τα άλλα «κοινωνικά οφέλη» των εργαζομένων, και από τα ανώτατα όρια των τιμών, δεν απομένει τίποτα για μια τέτοια λειτουργία απορρόφησης κραδασμών. Τότε γίνεται εμφανές ότι κάθε αύξηση των μισθών, με όλη της την ορμή, επηρεάζει αναγκαστικά τις τιμές των προϊόντων, και ότι τα κοινωνικά οφέλη κάθε ομάδας αντιστοιχούν πλήρως στις κοινωνικές ζημίες των άλλων ομάδων. Κάθε απεργία γίνεται, ακόμη και βραχυπρόθεσμα και όχι μόνο μακροπρόθεσμα, απεργία εναντίον των υπόλοιπων ανθρώπων.
Ένα βασικό σημείο στην κοινωνική φιλοσοφία του παρεμβατισμού είναι η ύπαρξη ενός ανεξάντλητου ταμείου που μπορεί να το απομυζά κανείς για πάντα. Ολόκληρο το δόγμα του παρεμβατισμού καταρρέει όταν αυτή η πηγή αποστραγγίζεται. Η αρχή του Άγιου Βασίλη εξαϋλώνεται.
----------------------------------------------------------