Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος: Η μεγάλη διάσωση των τραπεζιτών
Η είσοδος των ΗΠΑ στον πόλεμο εξασφάλισε την νίκη των Συμμάχων, αλλά και μια νίκη για τους διαπλεκόμενους τραπεζίτες που χορήγησαν πολεμικά δάνεια πληθωρίζοντας το χρήμα μέσω της κρατικής Fed.
Ετικέτες: Μεγάλο κράτος, Παρεοκρατία και Κορπορατισμός, Πόλεμος και Εξωτερική Πολιτική, Ιστορία, Κεντρικές τράπεζες
Άρθρο του Joshua Mawhorter, δημοσιευμένο την 1/2/2025 από το Mises Institute.
Μπορείτε να ακούσετε το κείμενο μέσω της εφαρμογής του Substack.
«Κανείς δεν θα μπορούσε να μισεί τον πόλεμο περισσότερο από εμένα».
— J.P. Morgan, Επιτροπή Πυρομαχικών της Γερουσίας
«Βλέπουμε άντρες να ζουν με τα κρανία τους ανατιναγμένα. Βλέπουμε στρατιώτες να τρέχουν με τα δύο πόδια τους κομμένα, να παραπατούν με τα κουτσουρεμένα τους μέλη μέχρι στην επόμενη τρύπα που έχει σκαφτεί από οβίδα. Ένας δεκανέας σέρνεται ενάμιση μίλι με τα χέρια του, σέρνοντας το σπασμένο γόνατό του πίσω του. Ένας άλλος πηγαίνει στο τμήμα απολύμανσης και πάνω από τα σταυρωμένα χέρια του προεξέχουν τα έντερά του. Βλέπουμε άντρες χωρίς στόματα, χωρίς σαγόνια, χωρίς πρόσωπα. Βρίσκουμε έναν άντρα που έχει κρατήσει την αρτηρία στο μπράτσο του με τα δόντια του για δύο ώρες, για να μην πεθάνει από την αιμορραγία. Ο ήλιος δύει, έρχεται η νύχτα, οι οβίδες στριγγλίζουν, η ζωή τελειώνει».
— «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο»
Εκτιμάται ότι η καταστροφή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στοίχισε τη ζωή σε περίπου 15-22 εκατομμύρια ανθρώπους. Αυτός ο αριθμός δεν λαμβάνει καν υπόψη τους τραυματισμούς, τις καταστροφές περιουσιών και άλλες μεταπολεμικές συνέπειες. Το παραπάνω απόσπασμα από το γνωστό μυθιστόρημα «All Quiet on the Western Front» (μεταφράστηκε ως «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο») αποτυπώνει ένα φρικτό στιγμιότυπο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μολονότι οι άνθρωποι συχνά μιλούν επιπόλαια για τον πόλεμο -ειδικά εντός των συνόρων μιας εύπορης ηγετικής δύναμης, όπως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες- οφείλουν να διαβάζουν τέτοιες περιγραφές και να ζυγίζουν νηφάλια το κόστος και τα οφέλη του πολέμου.
Δεδομένης της περιγραφής της καταστροφής που αναφέρθηκε παραπάνω, καθώς και του γεγονότος ότι ο Γούντροου Γουίλσον έθεσε υποψηφιότητα με το σύνθημα «Μας κράτησε μακριά από τον πόλεμο», οι Αμερικανοί πιθανότατα θα δυσανασχετούσαν με το γεγονός ότι η καθυστερημένη είσοδος των Ηνωμένων Πολιτειών στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο χρησίμευσε, τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό, για τη διάσωση των Αμερικανών τραπεζιτών. Μια δήλωση όπως «Διεξάγουμε αυτόν τον πόλεμο για λογαριασμό των τραπεζιτών» ήταν, κάποτε, αρκετή για να οδηγήσει έναν Αμερικανό λαϊκιστή υποψήφιο για την προεδρία - τον Γιουτζίν Β. Ντεμπς - στη φυλακή βάσει του Νόμου περί Κατασκοπείας και των Νόμων περί Στάσης το 1918. Ωστόσο, μετά τον πόλεμο, ο Γούντροου Γουίλσον παραδέχτηκε:
Γιατί, συμπολίτες μου, υπάρχει άραγε εδώ κάποιος άντρας ή κάποια γυναίκα — επιτρέψτε μου να πω, υπάρχει εδώ έστω κάποιο παιδί— που δεν γνωρίζει ότι ο σπόρος του πολέμου στον σύγχρονο κόσμο είναι η βιομηχανική και εμπορική αντιπαλότητα;... Αυτός ο πόλεμος, στην αρχή του, ήταν ένας εμπορικός και βιομηχανικός πόλεμος. Δεν ήταν ένας πολιτικός πόλεμος.
Ωστόσο, στο παραπάνω απόσπασμα, ο Γουίλσον παραδέχτηκε μόνο ότι αυτό ίσχυε για τις εμπορικές δυνάμεις της Γερμανίας και των αντιπάλων της, αλλά δεν αναγνώρισε τη διάσωση που παρείχαν οι ΗΠΑ στους Αμερικανούς τραπεζίτες στον πόλεμο, οι οποίοι χρηματοδότησαν τον σκοπό των Συμμάχων και παρείχαν δάνεια στις Συμμαχικές δυνάμεις. Τα νεο-εκτυπωμένα χρήματα για αυτά τα δάνεια, που παρασχέθηκαν στις Συμμαχικές Ευρωπαϊκές δυνάμεις, διοχετεύτηκαν γρήγορα πίσω σε ορισμένες βιομηχανίες στις Ηνωμένες Πολιτείες, που παρείχαν πολεμικό υλικό. Στη μέση βρίσκονταν οι τραπεζίτες που συνδέονταν με την Fed (σ.σ. την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ).
Ένας ιστορικός του διαμετρήματος του καθηγητή της Οξφόρδης, Νάιαλ Φέργκιουσον —από τον οποίο θα μπορούσαμε να περιμένουμε να ενεργεί ως «αυλικός» ιστορικός που κατασκευάζει στοιχεία μόνο για να υποστηρίξει θετικά τις ενέργειες του κράτους— στο έργο του «Pity of War» (σελίδα 329), έγραψε: «Στις αρχές του 1917, ο J.P. Morgan ήταν πολύ αφοσιωμένος στη Βρετανία... ήταν ο Morgan που διασώθηκε το 1917, όσο και η Βρετανία». Ο Φέργκιουσον είχε δίκιο.
Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος παρείχε μια νέα ευκαιρία για την αξιοποίηση των νεοσύστατων εξουσιών της κεντρικής τράπεζας μέσω του συστήματος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Federal Reserve). Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα — διπλασιάζοντας την προσφορά του χρήματος από την ίδρυσή της το 1914 — θα χρηματοδοτούσε την είσοδο των ΗΠΑ στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάτι τέτοιο πιθανότατα δεν θα μπορούσε να είχε υποστηριχθεί από τον αμερικανικό λαό μέσω της άμεσης φορολογίας. Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ενίσχυσε ταυτόχρονα την εξουσία και τον συγκεντρωτισμό της Fed, της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και της στενά διαπλεκόμενης τάξης των τραπεζιτών και βιομηχάνων.
Οι τράπεζες της Wall Street και ο Morgan επωφελήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τον πόλεμο, ως χρηματοδότες και εμπορικοί φορείς για την χορήγηση πολεμικού υλικού προς τους Συμμάχους. Πώς λειτούργησε αυτή η διαδικασία ;
Ο πόλεμος προκάλεσε επαχθή χρέη την Αγγλία και τη Γαλλία. Όταν οι εμπορικές τράπεζες, ακόμη και οι κεντρικές τράπεζες αυτών των χωρών, έφτασαν στα όριά τους, οι πολιτικές ελίτ της Αγγλίας και της Γαλλίας στράφηκαν στις ΗΠΑ και στον Οίκο Μόργκαν. Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που δανείστηκαν από τις ΗΠΑ διοχετεύτηκε γρήγορα πίσω στις ΗΠΑ, για την αγορά πολεμικού υλικού από επιλεγμένες αμερικανικές εταιρείες. Ενεργώντας τόσο ως τραπεζίτης όσο και ως μεσίτης αγορών, ο J.P. Morgan δάνεισε τα χρήματα στους Συμμάχους, τα εισέπραξε γρήγορα πίσω για να τα κατευθύνει σε αμερικανικές εταιρείες, λαμβάνοντας προμήθεια από κάθε συναλλαγή και από τις δύο κατευθύνσεις. Πολλές από τις εταιρείες που λάμβαναν αυτές τις συμβάσεις παραγωγής συχνά ανήκαν σε εταιρείες του χαρτοφυλακίου του Morgan ή τουλάχιστον βρίσκονταν εντός της «τροχιάς τραπεζικού ελέγχου» του.
Όταν φαινόταν ότι οι Δυνάμεις του Άξονα θα μπορούσαν να νικήσουν στον πόλεμο […], αυτά τα οικονομικά συμφέροντα κινητοποιήθηκαν για την είσοδο των Αμερικανών στον πόλεμο, ώστε να απαλλαχθούν από μια μεγάλη οικονομική ζημία (στο ενδεχόμενο ήττας των Συμμάχων) και να ανοίξουν νέες προοπτικές κέρδους. Ο Γούντροου Γουίλσον θεωρούσε επίσης τον οικονομικό έλεγχο των ΗΠΑ επί των άλλων Συμμάχων ως απαραίτητο, ώστε να προσεταιριστεί τη Γαλλία και την Αγγλία στην άποψή του για την μεταπολεμική ειρήνη και την παγκόσμια τάξη.
Η περιουσία του Οίκου των Μόργκαν στην πραγματικότητα μειωνόταν από το 1900 περίπου, αλλά το ξέσπασμα του πολέμου έδωσε την ευκαιρία στον Μόργκαν, στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα, στις τράπεζες που ήταν συνδεδεμένες με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα και στις επιλεγμένες εταιρείες που θα λάμβαναν πολεμικά συμβόλαια. Ο Ρόθμπαρντ είπε : «Τη στιγμή του μεγάλου οικονομικού κινδύνου για τους Μόργκαν, η έλευση του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ήρθε σαν θεόσταλτο δώρο». Ο Γουόλτερ Χάινς Πέιτζ -επίτροπος του Συμβουλίου Γενικής Εκπαίδευσης Ροκφέλερ, εκδότης αρκετών εκδόσεων της Γουόλ Στριτ και τόσο φιλοβρετανός που συχνά φαινόταν στους γύρω του ως Βρετανός πράκτορας - περιγράφεται στο βιβλίο του Λούντμπεργκ «Οι 60 Οικογένειες της Αμερικής» (1937): «Έκανε ό,τι μπορούσε για να βγάλουν οι Ηνωμένες Πολιτείες τα κάστανα της Αγγλίας από τη φωτιά». Επομένως, «υπήρχε κάθε λόγος, φυσικά, για να θεωρήσει η Γουόλ Στριτ τον πόλεμο ως ευεργετικό».
Μολονότι δεν υπάρχει απολύτως τίποτα κακό στο εθελούσιο εμπόριο και το κέρδος σε μια ελεύθερη αγορά, καθώς αυτά αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά ενός ακμάζοντος πολιτισμού, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχουν δύο τρόποι για να καρπωθεί κανείς την οικονομική ανάπτυξη - η συμμετοχή στη διαδικασία παραγωγής και ανταλλαγής, ή η βία και η απάτη για την απαλλοτρίωση της παραγωγής άλλων. Η οικειοποίηση του πλούτου με πολιτικά μέσα - με πόλεμο, βία, καταναγκασμό, ευνοιοκρατία - δεν πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτει στην ίδια κατηγορία με τα κέρδη στην αγορά. Ενώ υπήρχαν πολλές τίμια αποκτημένες επιχειρηματικές περιουσίες κατά τη διάρκεια αυτής της εποχής, πολλές περιουσίες δημιουργήθηκαν μέσω του πολέμου: πλούτος που μεταφέρθηκε από τον αμερικανικό λαό σε αυτούς τους θεσμούς μέσω της Fed και της κυβέρνησης.
Ο Λούντμπεργκ, πάλι, καταγράφει ότι, το 1892, ο αριθμός των περιουσιών που ανέρχονταν σε ένα εκατομμύριο δολάρια ή περισσότερο ήταν μόνο 4.047. Το 1914, οι περιουσίες των εκατομμυριούχων έφταναν τις 7.509, αλλά μέχρι το επόμενο έτος - κυρίως λόγω των κερδών από τον πόλεμο - υπήρχαν 10.450. Το Γραφείο Εσωτερικών Εσόδων κατέγραψε ότι ο αριθμός αυξήθηκε σε 11.800 το 1917. Τα άρτι πληθωρισμένα χρήματα που «απέστειλε» η κυβέρνηση των ΗΠΑ στην Ευρώπη επέστρεψαν γρήγορα στους Αμερικανούς τραπεζίτες και στις εταιρείες με τα πολεμικά συμβόλαια. Ο Λούντμπεργκ γράφει:
Η Ευρώπη δεν έλαβε τίποτε από τα χρήματα που την δάνεισε το Υπουργείο Οικονομικών. Έλαβε μόνο πολεμικά υλικά. Οι ιδιοκτήτες των αμερικανικών βιομηχανιών πήραν τα χρήματα. Χρησιμοποίησαν το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων για να επεκτείνουν τον βιομηχανικό εξοπλισμό της χώρας και να αυξήσουν το μέγεθος της περιουσίας τους και την έκταση της ισχύος τους. Με λίγα λόγια, το πολεμικό χρέος που δημιούργησε η αμερικανική κυβέρνηση αναλογούσε απλώς στα χρήματα που μεταφέρθηκαν από τον λαό της χώρας στις πλουσιότερες οικογένειες, οι οποίες κατείχαν τις τράπεζες και τις βιομηχανίες. Τα κέρδη από τον πόλεμο... ήταν τεράστια.
Τα χρήματα που η κυβέρνηση των ΗΠΑ —με τη βοήθεια και την υποκίνηση της Fed και του τραπεζικού συστήματος— έδωσε στους Συμμάχους ουσιαστικά «[μεταφέρθηκαν] στα χέρια των πλουσιότερων οικογενειών». Ο στρατηγός Σμέντλεϊ Μπάτλερ —απόστρατος υποστράτηγος, δύο φορές βραβευμένος με το Μετάλλιο της Τιμής και συγγραφέας του βιβλίου «Ο πόλεμος είναι μια απάτη»— έγραψε το 1935:
Στον Παγκόσμιο Πόλεμο, μια χούφτα μόνο άνθρωποι αποκόμισαν τα κέρδη της σύγκρουσης. Τουλάχιστον 21.000 νέοι εκατομμυριούχοι και δισεκατομμυριούχοι δημιουργήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Πολέμου. Τόσοι ήταν, τουλάχιστον, εκείνοι που παραδέχτηκαν στις φορολογικές τους δηλώσεις τα τεράστια κέρδη τους από την αιμοδοσία των φορολογουμένων. Πόσοι άλλοι εκατομμυριούχοι πολέμου πλαστογράφησαν τις φορολογικές τους δηλώσεις κανείς δεν ξέρει. (η έμφαση προστέθηκε)
Οι ΗΠΑ ενεπλάκησαν στον πόλεμο, εξασφαλίζοντας γρήγορα μια νίκη των Συμμάχων. Αντί για μια ισοπαλία μεταξύ εξαντλημένων δυνάμεων, η είσοδος των ΗΠΑ στον πόλεμο εμπόδισε την διαπραγμάτευση για ειρήνευση, οδήγησε τους Συμμάχους στην πολιτική της επιβολής μιας άνευ όρων παράδοσης στην Γερμανία, στον διαμελισμό του γερμανικού έθνους, στην δημιουργία πολεμικών ενοχών, και στις απαιτήσεις για αποζημιώσεις που επιβλήθηκαν εξ ολοκλήρου στη Γερμανία, κ.λπ. Η αναστάτωση του Α' Παγκοσμίου Πολέμου όχι μόνο κόστισε ζωές και περιουσίες, αλλά οδήγησε στην ανάδυση του φασισμού, του ναζισμού και του κομμουνισμού.
Αγνοώντας τις υπόλοιπες καταστροφικές συνέπειες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, τουλάχιστον οι άνδρες που πολέμησαν και πέθαναν, οι άμαχοι που πέθαναν, οι οικογένειές τους, οι τραυματίες, όσοι είδαν την περιουσία και τα μέσα διαβίωσής τους να καταστρέφονται, όσοι θα υπέφεραν υπό τα μεταγενέστερα βάναυσα καθεστώτα του 20ού αιώνα, και όσοι κράτησαν τις αρτηρίες τους με τα δόντια τους, μπορούσαν να είναι σίγουροι ότι η είσοδος των ΗΠΑ και μια νίκη των Συμμάχων τουλάχιστον έσωσαν τους Αμερικανούς τραπεζίτες και διοχέτευσαν τα κέρδη του πολέμου σε πολιτικά διαπλεκόμενες αμερικανικές επιχειρήσεις.
[ Πηγή άρθρου: World War I —The Great Banker Bailout ]








