Γιατί η σοσιαλδημοκρατία καταστρέφει την Ευρώπη (audio)
Στη Δυτική Ευρώπη χρειαζόταν μια διαφορετική, πιο υπομονετική προσέγγιση για την κομμουνιστική επανάσταση. Και από εδώ πηγάζει η έννοια του σοσιαλδημοκράτη.
Ετικέτες: Σοσιαλισμός
Άρθρο του Alasdair Macleod δημοσιευμένο στις 2/5/2019 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγνωσης 4’.
Υπάρχει μια ορισμένη ένταση στη λέξη «σοσιαλ-δημοκρατία» και στον προσδιορισμό κάποιου ως σοσιαλδημοκράτη. «Σοσιαλ-» σε αυτό το πλαίσιο είναι ο σοσιαλισμός από το κράτος. Ένας δημοκράτης υποστηρίζει την ελευθερία των μεμονωμένων εκλογέων να εκφράζουν και να υπερασπίζονται προσωπικά συμφέροντα σε τακτικές εκλογές. Οι δύο θέσεις είναι ασυμβίβαστες.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειώσουμε ότι από οικονομική άποψη υπάρχει μικρή φιλοσοφική διαφορά μεταξύ του ευρωπαϊκού σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Και οι δύο επιδιώκουν να απαλλάξουν τους καπιταλιστές από τα μέσα παραγωγής υπέρ του κράτους, είτε αποκτώντας την ιδιοκτησία τους είτε ελέγχοντάς την (σ.σ. όπως συμβαίνει πλέον σε ολόκληρη την Δύση, και ακόμα πιο έντονα στην Ελλάδα). Ο ίδιος ο Μαρξ είδε τον σοσιαλισμό ως μια προσωρινή φάση στο δρόμο προς τον πλήρη κομμουνισμό. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε εκ πείρας ότι ο κομμουνισμός αποτυγχάνει, εξαθλιώνοντας τους πάντες εκτός από μια ηγετική κλίκα. Το ίδιο πρόβλημα της αδυναμίας του κράτους να υπολογίσει τις τιμές των παραγόμενων αγαθών, πέρα από μια αναφορά στο κόστος εργασίας, και να προβλέψει τι απαιτούν οι καταναλωτές στο αύριο, μαστίζει τόσο τον σοσιαλισμό όσο και τον κομμουνισμό. Η κύρια διαφορά μεταξύ των δύο είναι η ταχύτητα με την οποία λαμβάνει χώρα η οικονομική αποσύνθεση, που συνδέεται με τον ρυθμό με τον οποίο το σοσιαλιστικοποιητικό κράτος αφαιρεί τις προσωπικές ελευθερίες και καταστρέφει τον πλούτο.
Οι σοσιαλδημοκράτες υποθέτουν ότι ο μετριοπαθής σοσιαλισμός δεν οδηγεί σε αυτά τα αποτελέσματα, κάτι που είναι λάθος. [1] Απατώνται.
Με τη σοσιαλδημοκρατία παρατηρούμε αφοσιωμένους σοσιαλιστές και κομμουνιστές να χρησιμοποιούν τη δημοκρατία ως τον δρόμο προς την επέκταση του σοσιαλισμού, και τελικά προς τον κομμουνισμό. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα, το οποίο με τον καιρό γίνεται ολοένα και πιο εμφανές στο εκλογικό σώμα. Οι ψηφοφόροι γίνονται φτωχότεροι με την πάροδο του χρόνου και οι πιο προοδευτικοί ανάμεσά τους επιδιώκουν να δραπετεύσουν για να ζήσουν σε πιο καπιταλιστικές οικονομίες. Ο Λένιν και ο Μάο Τσε Τουνγκ αντιμετώπισαν αυτή την τάση καταπνίγοντας κάθε ελευθερία έκφρασης και επαναπροσδιόρισαν τη δημοκρατία για να επιτρέψουν μόνο την εκλογή κομμουνιστών αξιωματούχων. Οι διανοούμενοι, πάντα οι πρώτοι που εκφράζουν την δυσαρέσκειά τους, εκκαθαρίστηκαν ή στάλθηκαν στα σοβιετικά γκουλάγκ και στα τιμωρητικά στρατόπεδα εργασίας της Κίνας.
Στη Δυτική Ευρώπη χρειαζόταν μια διαφορετική, πιο υπομονετική προσέγγιση για την κομμουνιστική επανάσταση. Και από εδώ πηγάζει η έννοια του σοσιαλδημοκράτη.
Η τακτική ήταν (και εξακολουθεί να είναι) να παραμένουν σταθεροί στον σοσιαλισμό και να πιέζουν ώστε οι συμβιβασμοί να γίνονται πάντα από τους δημοκράτες. Για δεκαετίες ήταν η βάση της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία χρησιμοποίησε «χρήσιμους ηλίθιους» για να διαδώσει τον κομμουνισμό τόσο στα πανεπιστήμια όσο και στους πολιτικούς κύκλους. Η επιρροή τους ήταν αυτή που νίκησε τον Enoch Powell και εξακολουθεί να παρασύρει τον Ken Clarke και τους εξίσου κατευναστικούς ομοϊδεάτες του προς έναν ασφυκτικότερο σοσιαλισμό. Είναι σαφές ότι οι σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί δεν χρειάζεται να είναι κομμουνιστές, παρά μόνο κατευναστικοί (σ.σ. προς τον σοσιαλισμό/κομμουνισμό).
Τα σοσιαλδημοκρατικά πολιτικά κόμματα εκφράζουν πίστη στην «κοινωνική» δικαιοσύνη. Όμως η «κοινωνική» δικαιοσύνη είναι ένας όρος χωρίς νόημα, που χρησιμοποιείται από την άκρα αριστερά για να προσελκύσει την υποστήριξη για πιο ακραίες μορφές σοσιαλισμού. Στην Ευρώπη, οι σοσιαλδημοκράτες που υποστηρίζουν την κοινωνική δικαιοσύνη κυριαρχούν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά γίνονται θύματα της επιτυχίας τους στο γκρέμισμα του καπιταλισμού, επειδή χάνουν την υποστήριξη των εκλογέων.
Η εποχή της σοσιαλδημοκρατίας φαίνεται να πλησιάζει στο τέλος της. Το SPD της Γερμανίας υπέστη πρόσφατα (σ.σ. το 2019) το χειρότερο εκλογικό του αποτέλεσμα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας ήρθε πέμπτο στις προεδρικές εκλογές που κέρδισε ο Εμμανουέλ Μακρόν, ένα πολιτικό αουτσάιντερ. Άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που έχουν χάσει έδαφος περιλαμβάνουν το Εργατικό Κόμμα της Ολλανδίας, το Δημοκρατικό Κόμμα της Ιταλίας και τους Σοσιαλδημοκράτες της Αυστρίας. […]
Το Brexit ήταν η απόρριψη από τον Βρετανό ψηφοφόρο των σοσιαλιστικών ελέγχων που επέβαλε το απομακρυσμένο υπερκράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το βρετανικό κοινοβούλιο αρχικά ανταποκρινόταν -στα λόγια- στις επιθυμίες του εκλογικού σώματος, προτού να αρχίσει να επιδεικνύει τα σοσιαλιστικά του διαπιστευτήρια, και τώρα συνωμοτεί για να σταματήσει το Brexit. Ήταν τόσο ισχυρό το συλλογικό σοσιαλιστικό ένστικτο του βρετανικού Κοινοβουλίου, που η κατευναστική κυβέρνηση της Μέι ήταν πρόθυμη να καταστρέψει την εκλογική της βάση, παρά να σταθεί ενάντια στη σοσιαλιστική παλίρροια. Όλα αυτά σε μια στιγμή που το Εργατικό Κόμμα έχει αιχμαλωτιστεί από μια μαρξιστική κλίκα, που φαίνεται όλο και πιο πιθανό να σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση.
Οι σχολιαστές αποδίδουν την παρακμή της σοσιαλδημοκρατίας σε γεγονότα όπως η μεγάλη οικονομική κρίση. Αυτός και άλλοι λόγοι είναι η αιτία που τα παραδοσιακά μέλη της εργατικής τάξης και οι χειρώνακτες έχουν απομακρυνθεί. Η φιλοσοφική σύγκρουση μεταξύ σοσιαλισμού και δημοκρατίας βρίσκεται στο επίκεντρο της εξέγερσης, και μακάρι να το γνώριζαν οι ίδιοι οι ψηφοφόροι. Αντί να απορρίπτουν τον σοσιαλισμό, ενστερνίζονται τα άκρα, και τα άκρα είναι πάντα σοσιαλιστικά. Συγκεκριμένα, σχεδόν κανένας από τους απογοητευμένους σοσιαλδημοκράτες δεν υποστηρίζει τις ελεύθερες αγορές.
Το σημείο που διαφεύγει της προσοχής των περισσότερων αναλυτών είναι ότι η σοσιαλδημοκρατία αποτυγχάνει λόγω της αντίφασης μεταξύ της προσωπικής ελευθερίας και του κρατικού ελέγχου.
Ως μορφή ήπιου σοσιαλισμού, αποτυγχάνει για τον ίδιο λόγο που αποτυγχάνει και ο κομμουνισμός. Όλα αυτά είναι νερό στον μύλο των κομμουνιστών, για τους οποίους η αποτυχία της σοσιαλδημοκρατίας είναι μια ευκαιρία. Ενθαρρύνει τις μάζες να κατηγορούν τον καπιταλισμό. Η κατάρρευση του καπιταλισμού είναι «αναπόφευκτη», όπως έγραψε ο Μαρξ. Και η κατάρρευσή του επιταχύνει τον πλήρη κομμουνισμό. Ο κομμουνισμός είναι μια ελαττωματική φιλοσοφία, όπως έχει αποδειχθεί ξεκάθαρα. Ωστόσο, οι αδίστακτοι ηγέτες εξακολουθούν να τον βλέπουν ως το μέσο για να αποκτήσουν εξουσία επί των συνανθρώπων τους.
Δείτε επίσης: