Η πλάνη των «δημόσιων» αγαθών: To κράτος θα έπρεπε να πληρώνει όμορφα κορίτσια για να κυκλοφορούν δημοσίως!
Ο Charles Amos αμφισβητεί με χιούμορ την άποψη ότι το κράτος πρέπει να παράγει τα «δημόσια» αγαθά προκειμένου να διασφαλίσει τη βέλτιστη προσφορά τους
Άρθρο του Charles Amos, που δημοσιεύτηκε στις 23 Αυγούστου 2022 από το Mises Institute. Χρόνος ανάγνωσης 6'. Απόδοση στα ελληνικά, Libertarian Corfu - Νίκος Μαρής. Στο τέλος του άρθρου, υπάρχει κι ένα εξαιρετικό βίντεο για το θέμα των «δημόσιων» αγαθών από το κανάλι Λιμπερταριανισμός.
Σύμφωνα με πολλούς οικονομολόγους, το κράτος νομιμοποιείται να φορολογεί τα άτομα για την παροχή «δημόσιων» αγαθών, επειδή η ελεύθερη αγορά αυτών των υπηρεσιών (π.χ., ο φωτισμός των δρόμων) θα οδηγούσε στην υπο-βέλτιστη προσφορά τους. Αυτό το επιχείρημα για τα δημόσια αγαθά είναι θανάσιμα ελαττωματικό, διότι παίρνει σαν «δεδομένα» πάρα πολλά πράγματα, όπως ότι το κράτος πρέπει να πληρώνει τα όμορφα κορίτσια για να βγαίνουν στο δρόμο, διότι και αυτά είναι δημόσια αγαθά. Μια τέτοια πολιτική είναι εντελώς απαράδεκτη. Επομένως, μια φιλελεύθερη κοινωνία πρέπει να απορρίψει το επιχείρημα περί δημόσιων αγαθών - και μαζί με αυτό τους πρωταρχικούς λόγους υποστήριξης της κρατικής παροχής του φωτισμού στους δρόμους.
Τα δημόσια αγαθά ορίζονται αυστηρά στην οικονομική επιστήμη ως οι υπηρεσίες που είναι μη ανταγωνιστικές και μη αποκλειστικές. Ο φωτισμός των δρόμων είναι ένα κλασικό παράδειγμα. Η «κατανάλωση» του φωτισμού από τον Bill δεν μειώνει την κατανάλωση της ίδιας υπηρεσίας από τον Ben (μη ανταγωνιστικότητα). Ένας ιδιωτικός πάροχος φωτισμού των δρόμων δεν θα μπορούσε επίσης να εμποδίσει τους πεζούς να επωφεληθούν από το φως (μη αποκλειστικότητα).
Ως αποτέλεσμα αυτού του τελευταίου χαρακτηριστικού, της μη αποκλειστικότητας, η παροχή ιδιωτικού φωτισμού στους δρόμους θα ήταν υπο-βέλτιστη ή ανύπαρκτη. Εάν μια επιχείρηση δεν μπορεί να χρεώσει το φως επειδή στους δρόμους έχουν δικαιώματα διέλευσης όλοι, δεν υπάρχει κίνητρο για τις επιχειρήσεις να παρέχουν φωτισμό. Αντίθετα, αν οι πεζοί μπορούσαν να υποχρεωθούν να πληρώσουν, θα αγόραζαν φωτισμό μέχρις ότου η οριακή χρησιμότητα μιας πρόσθετης μονάδας φωτισμού για αυτούς να είναι ίση με το κόστος της. Η κοινωνική ευημερία θα μεγιστοποιείτο σε αυτό το σημείο.
Οικονομολόγοι όπως ο Samuelson και ο Friedman υποστηρίζουν ότι το κράτος θα πρέπει να διασφαλίσει την παροχή αυτής της βέλτιστης ποσότητας φωτισμού, μέσω της κρατικής παροχής φωτισμού, η οποία θα χρηματοδοτείται από τη φορολογία. Ουσιαστικά, το επιχείρημά τους είναι ότι το κράτος θα πρέπει να παρέχει ή να επιδοτεί τα δημόσια αγαθά, με τον φωτισμό των δρόμων να αποτελεί απλώς μια εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
Το θέμα είναι ότι ένα τέτοιο επιχείρημα υποστηρίζει επίσης την πληρωμή όμορφων κοριτσιών, για να κυκλοφορούν σε δημόσιους χώρους. Τα όμορφα κορίτσια είναι κι αυτά δημόσιο αγαθό, το να τα κοιτάζεις είναι μη ανταγωνιστικό - ο Μπεν μπορεί να χαζεύει τη Μελίσα όσο θέλει, και αυτό δεν θα μειώσει το αντίστοιχο χάζεμα του Τσαρλς. Η θέαση της Μελίσα εκ μέρους τους είναι επίσης μη αποκλειστική - αν η Μελίσα περπατάει στο δρόμο, δεν μπορεί πρακτικά να χρεώσει τους άνδρες που την βλέπουν, καθώς δεν μπορεί να αποκλείσει τους μη πληρωτές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια υποβέλτιστη προσφορά όμορφων κοριτσιών που βγαίνουν στους δρόμους.
Αν μπορούσαν να χρεώσουν όσους απολάμβαναν την εμφάνιση των κοριτσιών, εκείνα θα περπατούσαν πιο συχνά στους δρόμους. Οι άνδρες θα πλήρωναν ευχαρίστως, επειδή συνήθως εκτιμούν περισσότερο το να βλέπουν όμορφα κορίτσια, από το κόστος που θα εμπεριείχε κάτι τέτοιο. Αποκομίζουν ένα «καταναλωτικό πλεόνασμα». Τα όμορφα κορίτσια θα ήταν επίσης σε καλύτερη θέση, χάρη στη διαφορά μεταξύ των χρημάτων με τα οποία θα αμείβονταν και του κόστους του να κάνουν μια έξοδο. Αυτό είναι το «πλεόνασμα παραγωγής» τους. Συνολικά η κοινωνία θα ήταν καλύτερα από αυτά τα πλεονάσματα μαζί, τα οποία δεν θα υπήρχαν χωρίς τις πληρωμές. Σαφώς, όμως, είναι εντελώς ανέφικτο για τα όμορφα κορίτσια να προσπαθούν να χρεώνουν όσους τα κοιτάζουν.
Τώρα, σύμφωνα με το επιχείρημα των δημόσιων αγαθών, το κράτος θα πρέπει να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα πληρώνοντας όμορφα κορίτσια για να βγαίνουν έξω δημόσια. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με την πρόσληψη μοντέλων για να περπατούν μόνιμα στους δρόμους, ή με την πληρωμή καθημερινών, όμορφων γυναικών για να βηματίζουν για κάποιο χρονικό διάστημα. Η πληρωμή αυτή, μέσω οποιασδήποτε μεθόδου, θα αύξανε την προσφορά όμορφων κοριτσιών προς το κοινό στο βέλτιστο επίπεδο, αυξάνοντας έτσι την κοινωνική ευημερία. Χωρίς αυτή την κρατική παρέμβαση η κοινωνία θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση.
Τώρα, κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν ότι οι άνδρες δεν θα ήθελαν ποτέ να πληρώνουν για να βλέπουν όμορφα κορίτσια, καθιστώντας άκυρη την αντίκρουσή μου στο επιχείρημα περί δημόσιων αγαθών. Αμφιβάλλω γι' αυτό (αναλογιστείτε απλά γιατί υπάρχουν στριπτιτζάδικα). Παρ' όλα αυτά, ανεξάρτητα από τις ανδρικές προτιμήσεις σήμερα, θεωρητικά τα επιχειρήματα για τα δημόσια αγαθά επιτρέπουν το να πληρώνουμε όμορφα κορίτσια για να βγαίνουν έξω.
Παρ' όλα αυτά, είναι σαφές ότι η φορολόγηση των ιδιωτών για τη χρηματοδότηση της πληρωμής όμορφων κοριτσιών που βγαίνουν σε δημόσιους χώρους, με στόχο την αύξηση της κοινωνικής ευημερίας είναι λάθος. Αφήνοντας κατά μέρος τις φεμινιστικές και συντηρητικές αντιρρήσεις για μια τέτοια πρακτική, η αυξημένη κοινωνική ευημερία εξακολουθεί να μην δικαιολογεί τη φορολόγηση των ανδρών για να πληρώνουν για τέτοια όμορφα κορίτσια. Αυτό συμβαίνει για δύο τουλάχιστον λόγους.
Πρώτον, ορισμένα άτομα δεν θα ήθελαν να πληρώνουν για να βλέπουν όμορφα κορίτσια - ή να πληρώνουν τον καθορισμένο φόρο για αυτά. Οι ομοφυλόφιλοι, για παράδειγμα, θα αναγκάζονταν να πληρώνουν για μια υπηρεσία που δεν εκτιμούν. Ορισμένοι παντρεμένοι άνδρες μπορεί να μη θέλουν καν αυτόν τον περισπασμό, και να θεωρούν τα όμορφα κορίτσια ως δημόσιο «δεινό», αντί αγαθό. Και στις δύο περιπτώσεις, είναι προφανώς λανθασμένο να απαιτείται από τα άτομα αυτά να πληρώνουν -ακόμη και αν αυτό αυξάνει τη συνολική κοινωνική ευημερία.
Δεύτερον, παραμένει λάθος η φορολόγηση του άνδρα που επωφελείται από την παροχή όμορφων κοριτσιών, διότι μπορεί κάλλιστα να αλλάξει γνώμη. Αν το κάνει, τότε θα ανήκε στην ίδια κατηγορία με τους ομοφυλόφιλους και τους παντρεμένους άνδρες, που θα αναγκάζονταν αδίκως να πληρώσουν για μια υπηρεσία που δεν θέλουν. Ίσως θα έπρεπε να επιβαρύνονται με τον φόρο μόνο οι άνδρες που θέλουν να βλέπουν περισσότερα όμορφα κορίτσια, αλλά αυτό απλώς δεν θα ήταν δυνατό, καθώς είναι εντελώς ανέφικτο να ανακαλύψει κανείς τέτοιες πληροφορίες (θα προέκυπτε το οικονομικό φαινόμενο της «λαθρεπιβίβασης»).
Αυτές οι δύο αντικρούσεις υπονομεύουν πλήρως το επιχείρημα περί δημόσιων αγαθών κι υπέρ της πληρωμής όμορφων κοριτσιών. Με τον τρόπο αυτό, όμως, υπονομεύουν επίσης το επιχείρημα περί δημόσιων αγαθών για τα φώτα στους δρόμους. Διότι αν γίνει δεκτό ότι το κράτος δεν μπορεί να αναγκάσει τους άνδρες που δεν θέλουν να πληρώνουν για όμορφα κορίτσια (δηλαδή, για ένα δημόσιο αγαθό) να το κάνουν, τότε προκύπτει ότι δεν μπορεί να αναγκάσει ούτε τα άτομα που δεν θέλουν να πληρώνουν για τα φώτα των δρόμων (δηλαδή, επίσης ένα δημόσιο αγαθό). Η καθαρή αύξηση της κοινωνικής ευημερίας από τον φωτισμό των δρόμων δεν αποτελεί δικαιολογία για τη φορολόγηση, όπως δεν αποτελεί δικαιολογία και η αυξημένη κοινωνική ευημερία από μια βέλτιστη παροχή όμορφων κοριτσιών σε δημόσιους χώρους.
Επιπλέον, δεδομένου ότι ακόμη και εκείνοι που επωφελούνται από τα φώτα των δρόμων μπορεί να αλλάξουν γνώμη, θα ήταν λάθος να φορολογηθούν και αυτοί. Η επίκληση της κατάρρευσης του συστήματος από την απουσία φορολογίας, λόγω του φαινομένου της λαθρεπιβίβασης που οδηγεί σε μη βέλτιστη παροχή φωτισμού, δεν πετυχαίνει ούτε κι αυτή τον σκοπό της. Διότι ισχύει εξίσου και στην περίπτωση των όμορφων κοριτσιών, πως αν δεν φορολογηθεί ο κάθε άνδρας για την παροχή τους, θα υπάρξει και εκεί μια υπο-βέλτιστη προσφορά τους. Ουσιαστικά, δεν μπορείς να υπερασπιστείς τον δημόσιο φωτισμό των δρόμων με το επιχείρημα των δημόσιων αγαθών, χωρίς να πρέπει να υπερασπιστείς επίσης το να πληρώνει το κράτος όμορφα κορίτσια για να κυκλοφορούν δημόσια.
Ούτε η επίκληση της μείωσης της εγκληματικότητας και των θανάτων πεζών χάρη στα φώτα των δρόμων δεν αρκεί προς υπεράσπιση. Διότι αυτές οι εκτιμήσεις έχουν ήδη ενσωματωθεί στην καμπύλη ζήτησης για τα φώτα των δρόμων, και κάποιοι εξακολουθούν να μην θέλουν να πληρώσουν για το κόστος τους.
Έχω αποδώσει ψευδώς κάποιο επιχείρημα στους αντιπάλους μου; Όχι. Οι οικονομολόγοι Morgan, Katz και Rosen υποστηρίζουν την κρατική παροχή ανοιχτών κήπων για το κοινό, για να εξασφαλίσουν τη βέλτιστη δυνατή ποσότητα από τέτοιους κήπους, και άρα πρέπει επίσης να υποστηρίζουν την παροχή ή την επιδότηση όμορφων κοριτσιών επίσης, για τον ίδιο λόγο. Δηλαδή, οι άνθρωποι θα πλήρωναν για να τους βλέπουν. Παρ' όλα αυτά, ας εξετάσουμε τώρα ένα ισχυρό επιχείρημα υπέρ του φωτισμού των δρόμων, αλλά όχι υπέρ των όμορφων κοριτσιών.
Κάποιοι, όπως ο Richard Arneson, υποστηρίζουν ότι υπάρχουν «αντικειμενικά ανθρώπινα αγαθά και ότι όσο περισσότερα από αυτά αποκτά ένα άτομο κατά τη διάρκεια της ζωής του, τόσο καλύτερη είναι η ζωή του [και ότι] το κράτος οφείλει να προάγει αυτά τα αγαθά». Τα φώτα των δρόμων, μέσω της μείωσης της εγκληματικότητας κ.λπ. (όχι όμως η αύξηση των όμορφων κοριτσιών) μπορεί έτσι να προάγουν το αντικειμενικό για όλους αγαθό, και συνεπώς να δικαιολογούν την κρατική υποστήριξη. Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να εξεταστεί διεξοδικά, ωστόσο, δύο αντικρούσεις χρήζουν αναφοράς.
Πρώτον, ακόμη και αν δεχθούμε μια αντικειμενική αντίληψη περί του αγαθού, είναι αμφίβολο αν αυτή ισχύει για τον φωτισμό των δρόμων. Είναι αντικειμενικά καλό ένα άτομο να έχει έναν φανοστάτη, αντί για μια σακούλα πατατάκια; Αμφιβάλλω. Δεύτερον, αυτό το επιχείρημα είναι πατερναλιστικό, διότι απαιτεί να παραβιάζεται η ελευθερία του ατόμου (μέσω φόρων) για την προώθηση του δικού του καλού. Η απαγόρευση των τσιγάρων και το δελτίο στην κατανάλωση αλκοόλ είναι κάποια από τα αποτελέσματα αυτής της φιλοσοφίας. Είναι σαφές ότι οι φιλελεύθεροι δεν μπορούν να δεχτούν αυτό το σκεπτικό.
Θα ήταν λοιπόν μια πραγματικά φιλελεύθερη κοινωνία, μια σκοτεινή -στην κυριολεξία- κοινωνία; Μάλλον όχι. Όπως εξήγησε ο Steve Davies, στην Αγγλία του δέκατου ένατου αιώνα, όταν η γη πουλιόταν για οικιστική ανάπτυξη, συχνά συνοδευόταν από συμβόλαια που απαιτούσαν τον φωτισμό των δρόμων. Γιατί; Επειδή αυτό αύξανε την τιμή που ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν οι εργολάβοι για τη γη, αφού οι υποψήφιοι ιδιοκτήτες των σπιτιών προτιμούσαν τα καλά φωτισμένα περιβάλλοντα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σήμερα θα μπορούσαν να θεμελιωθούν αντίστοιχες συμφωνίες.
Συνοψίζοντας, το επιχείρημα των δημόσιων αγαθών οδηγεί σαφώς σε υπερβολικές συνεπαγωγές - π.χ., πως το κράτος θα πρέπει να πληρώνει όμορφα κορίτσια για να κυκλοφορούν δημοσίως. Το επιχείρημα, επομένως, πρέπει να απορριφθεί. Συνεπώς, προκύπτει ότι ούτε η κρατική παροχή κοινώς αποδεκτών δημόσιων αγαθών - π.χ., φωτισμός δρόμων και διακόσμηση με φυτά - μπορεί να υποστηριχθεί με αυτό το επιχείρημα. Μπορεί να είναι δυνατόν να επικαλεστεί κανείς άλλα επιχειρήματα για την παροχή τους από το κράτος, αλλά σε μια πραγματικά φιλελεύθερη κοινωνία, όπου το κράτος δεν επιδίδεται σε πατερναλισμό, μια τέτοια επιχειρηματολογία είναι βέβαιο ότι θα καταπέσει.
Ο Charles Amos είναι Άγγλος φιλελεύθερος συγγραφέας με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τον πατερναλισμό και τη θεωρία των δικαιωμάτων. Αποφοίτησε με πτυχίο First Class στην Πολιτική Οικονομία από το King's College του Λονδίνου και θα σπουδάσει Πολιτική Θεωρία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.