D. Friedman: Αστυνομία, δικαστήρια και νόμοι χωρίς κράτος -από την αγορά (video)
Απόσπασμα από βιβλίο του David Friedman
Όσο απίστευτο κι αν μπορεί να ακούγεται, οι υπηρεσίες αστυνόμευσης, απονομής της δικαιοσύνης, και δημιουργίας των νόμων, μπορούν να παρασχεθούν μέσα από την ελεύθερη αγορά, όπως ακριβώς τα αυτοκίνητα, τα βιβλία και τα σουτιέν. Δείτε το πώς ακριβώς στο ιδιοφυές απόσπασμα που ακολουθεί
Πώς, χωρίς την ύπαρξη του κράτους, θα μπορούσαμε να διευθετήσουμε τις διαφορές που επιλύονται τώρα στα κρατικά δικαστήρια; Πώς θα μπορούσαμε να προστατευτούμε από τους εγκληματίες; Ας εξετάσουμε πρώτα την ευκολότερη περίπτωση, την επίλυση διαφορών που αφορούν συμβάσεις μεταξύ καθιερωμένων εταιρειών. Ένα μεγάλο μέρος τέτοιων διαφορών δεν επιλύονται πλέον από κρατικά δικαστήρια, αλλά μέσω ιδιωτικής επιδιαιτησίας.
Οι εταιρείες, όταν συνάπτουν μια σύμβαση, καθορίζουν μια διαδικασία για τη επιδιαιτησία οποιασδήποτε διαφοράς που μπορεί να προκύψει. Έτσι αποφεύγουν τα έξοδα και την αργοπορία των δικαστηρίων. Ο διαμεσολαβητής δεν διαθέτει αστυνομικές δυνάμεις. Ο ρόλος του είναι να λαμβάνει αποφάσεις, και όχι να τις επιβάλλει. Επί του παρόντος, οι αποφάσεις επιδιαιτησίας είναι συνήθως εκτελεστέες από τα κρατικά δικαστήρια, αλλά αυτό είναι μια πρόσφατη εξέλιξη.
Ιστορικά, η εφαρμογή των νόμων προερχόταν από την επιθυμία μιας εταιρείας να διατηρήσει τη καλή της φήμη στην αγορά. Μετά από μια άρνηση της αποδοχής της ετυμηγορίας ενός επιδιαιτητή, είναι δύσκολο να πείσει κάποια άλλη εταιρία να υπογράψει μια σύμβαση που θα προβλέπει επιδιαιτησία. Κανείς δεν θέλει να παίζει σε ένα παιχνίδι τύπου «κορώνα κερδίζεις, γράμματα χάνω».
Οι διευθετήσεις μέσω επιδιαιτησίας είναι ήδη ευρέως διαδεδομένες. Καθώς η κατάσταση στα κρατικά δικαστήρια συνεχίζει να επιδεινώνεται, η ιδιωτική επιδιαιτησία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται. Προβλέπει όμως μόνο την επίλυση διαφορών για προϋπάρχουσες συμβάσεις. Η επιδιαιτησία, από μόνη της, δεν παρέχει καμία λύση για τον άνθρωπο του οποίου το αυτοκίνητο έχει χτυπηθεί από έναν απρόσεκτο οδηγό, κι ακόμη λιγότερο για ένα θύμα κλοπής. Και στις δύο περιπτώσεις, ο ενάγων και ο εναγόμενος, έχοντας διαφορετικά συμφέροντα και χωρίς κάποια προϋπάρχουσα συμφωνία, είναι απίθανο να βρουν έναν αμοιβαία ικανοποιητικό επιδιαιτητή. Πράγματι, ο εναγόμενος δεν έχει κανένα λόγο να αποδεχθεί καμία επιδιαιτησία. Μόνο να χάσει μπορεί —πράγμα που μας φέρνει στο πρόβλημα της αποτροπής του εξαναγκασμού.
Η προστασία από τον εξαναγκασμό είναι ένα οικονομικό αγαθό. Προς το παρόν πωλείται σε διάφορες μορφές — σωματοφύλακες, κλειδαριές, συναγερμοί κατά των διαρρήξεων. Καθώς η αποτελεσματικότητα της κρατικής αστυνομίας μειώνεται, αυτά τα υποκατάστατα της αστυνομίας, όπως και τα υποκατάστατα της αγοράς για τα κρατικά δικαστήρια, γίνονται όλο και πιο δημοφιλή.
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι κάποια στιγμή στο μέλλον δεν θα υπάρχει κρατική αστυνομία, αλλά αντ' αυτής, ιδιωτικές υπηρεσίες προστασίας. Αυτοί οι οργανισμοί θα πωλούν την υπηρεσία της προστασίας των πελατών τους από το έγκλημα. Ίσως να εγγυώνται επίσης την καλή απόδοσή τους, ασφαλίζοντας τους πελάτες τους έναντι ζημιών που προκύπτουν από εγκληματικές πράξεις.
Πώς θα μπορούσαν να μας προστατεύουν αυτές οι εταιρίες προστασίας; Αυτή θα ήταν μια οικονομική απόφαση, ανάλογα με το κόστος και την αποτελεσματικότητα των διαφορετικών εναλλακτικών λύσεων. Στο ένα άκρο του φάσματος, μπορεί να περιορίζονται στην παθητική αποτροπή, εγκαθιστώντας εξελιγμένες κλειδαριές και συναγερμούς. Ή μπορεί να μην λαμβάνουν καθόλου προληπτικά μέτρα, αλλά να καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες στο να καταδιώκουν εγκληματίες που είναι ένοχοι για εγκλήματα κατά των πελατών τους. Μπορεί να διατηρούν πεζές περιπολίες ή περιπολικά αυτοκίνητα, όπως η σημερινή κρατική αστυνομία, ή μπορεί να βασίζονται σε κάποια ηλεκτρονικά υποκατάστατα. Σε κάθε περίπτωση, θα πουλούσαν μια υπηρεσία στους πελάτες τους και θα είχαν ισχυρό κίνητρο να παρέχουν μια όσο το δυνατόν υψηλότερη ποιότητα υπηρεσιών, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι η ποιότητα της υπηρεσίας θα ήταν υψηλότερη και το κόστος χαμηλότερο από ό,τι με το σημερινό κρατικό σύστημα προστασίας.
Αναπόφευκτα, θα προέκυπταν συγκρούσεις μεταξύ μιας εταιρείας προστασίας και μιας άλλης. Πώς θα μπορούσαν άραγε να επιλυθούν;
Επιστρέφω σπίτι ένα βράδυ και ανακαλύπτω ότι η τηλεόρασή μου λείπει. Καλώ αμέσως την εταιρεία προστασίας μου, την Tannahelp Inc. (σ.σ. έμμεση αναφορά στο πρωτοπόρο ζευγάρι αναρχοκαπιταλιστών Morris & Linda Tannehill που έγραψαν το ''The Market for Liberty'') , για να αναφέρω την κλοπή. Στέλνουν έναν πράκτορα. Ελέγχει την αυτόματη κάμερα, που η Tannahelp -ως μέρος των υπηρεσιών της- εγκατέστησε στο σαλόνι μου, και ανακαλύπτει την εικόνα ενός Joe Bock να κρατάει την τηλεόραση κοντά στην εξώπορτα. Ο πράκτορας της Tannahelp επικοινωνεί με τον Joe, τον ενημερώνει ότι η Tannahelp έχει λόγους να πιστεύει ότι έχει στην κατοχή του την τηλεόρασή μου, και του προτείνει να την επιστρέψει, μαζί με δέκα επιπλέον δολάρια για να πληρώσει για τον χρόνο της Tannahelp και τον κόπο να τον εντοπίσει. Ο Τζο απαντά ότι δεν έχει δει ποτέ στη ζωή του την τηλεόρασή μου και λέει στον πράκτορα της Tannahelp να πάει στο διάολο.
Ο πράκτορας τονίζει ότι μέχρι να πειστεί η Tannahelp ότι έγινε κάποιο λάθος, πρέπει να προχωρήσει με βάση την υπόθεση ότι η τηλεόραση αποτελεί ιδιοκτησία μου. Έξι υπάλληλοι της Tannahelp, όλοι μεγαλόσωμοι και ζωηροί, θα χτυπήσουν την πόρτα του Τζο το επόμενο πρωί για να παραλάβουν την τηλεόραση. Ο Τζο, εις απάντηση, ενημερώνει τον πράκτορα ότι έχει κι εκείνος μια υπηρεσία προστασίας, την Dawn Defense, και ότι το συμβόλαιό του μαζί της απαιτεί αναμφίβολα να τον προστατεύσουν εάν έξι κακοποιοί προσπαθήσουν να εισβάλουν στο σπίτι του και να κλέψουν την τηλεόρασή του.
Το σκηνικό μοιάζει έτοιμο για μια ωραία μικρή πολεμική σύρραξη μεταξύ Tannahelp και Dawn Defense. Είναι ακριβώς μια τέτοια πιθανότητα που οδήγησε ορισμένους λιμπερταριανούς που δεν είναι αναρχικοί, κυρίως την Ayn Rand, να απορρίψουν τη δυνατότητα ανταγωνιστικών οργανισμών προστασίας της ελεύθερης αγοράς.
Ωστόσο οι πόλεμοι είναι ενέχουν μεγάλο κόστος, και η Tannahelp κι η Dawn Defense είναι και οι δύο εταιρείες κερδοσκοπικές, που ενδιαφέρονται περισσότερο για την εξοικονόμηση χρημάτων παρά για διατηρούν τα προσχήματα. Θεωρώ ότι η συνέχεια της ιστορίας μας θα ήταν λιγότερο βίαιη από ό,τι πίστευε η κυρία Rand.
Ο πράκτορας της Tannahelp καλεί τον ομόλογό του της Dawn Defense. «Έχουμε πρόβλημα...» Αφού του εξηγεί την κατάσταση, επισημαίνει ότι αν η Tannahelp στείλει έξι άνδρες και η Dawn Defense οκτώ, θα υπάρξει μάχη. Κάποιος μπορεί να πάθει κακό. Όποιος κι αν κερδίσει, όταν θα έχει λήξει η σύγκρουση θα έχει αποδειχθεί ακριβή και για τις δύο πλευρές. Ίσως χρειαστεί να αρχίσουν να πληρώνουν στους υπαλλήλους τους υψηλότερους μισθούς για να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο. Τότε και οι δύο εταιρείες θα αναγκαστούν να αυξήσουν τις χρεώσεις τους. Αν το κάνουν, η Murbard Ltd., μια ανερχόμενη νέα εταιρεία που προσπαθεί να εγκατασταθεί στην περιοχή, θα ρίξει τις τιμές και θα πάρει τους πελάτες τους. Πρέπει να υπάρξει μια καλύτερη λύση.
Ο άνθρωπος της Tannahelp προτείνει ότι η καλύτερη λύση είναι η επιδιαιτησία. Θα μεταφέρουν την διένεξη για την τηλεόρασή μου σε μια αξιόπιστη τοπική εταιρεία επιδιαιτησίας. Εάν ο επιδιαιτητής αποφασίσει ότι ο Joe είναι αθώος, η Tannahelp συμφωνεί να πληρώσει τον Joe και την Dawn Defense μια αποζημίωση, για να αποζημιώσει τον χρόνο και τον κόπο τους. Εάν κριθεί ένοχος, η Dawn Defense θα δεχτεί την ετυμηγορία. Δεδομένου ότι η τηλεόραση δεν είναι του Joe, δεν έχουν καμία υποχρέωση να τον προστατεύσουν όταν έρθουν οι άνδρες από την Tannahelp για να την κατασχέσουν.
Αυτό που μόλις περιέγραψα είναι μια πολύ πρόχειρη διευθέτηση. Στην πράξη, όταν οι αναρχοκαπιταλιστικοί θεσμοί εμπεδωθούν καλά, οι οργανισμοί προστασίας θα προβλέπουν τέτοιες δυσκολίες και θα συνάπτουν συμβάσεις εκ των προτέρων, πριν από τις προκύπτουσες συγκρούσεις, έχοντας προκαθορίσει τον επιδιαιτητή που θα τις διευθετήσει.
Σε μια τέτοια αναρχική κοινωνία ποιος θα έφτιαχνε τους νόμους; Σε ποια βάση θα αποφάσιζε ο ιδιωτικός επιδιαιτητής ποιες ενέργειες θα θεωρούνταν εγκληματικές και ποιες θα έπρεπε να είναι οι ποινές γι’ αυτές; Η απάντηση είναι ότι τα νομικά συστήματα θα παράγονται με σκοπό το κέρδος από την ελεύθερη αγορά, όπως παράγονται σήμερα τα βιβλία και τα σουτιέν. Θα μπορούσε να υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ διαφορετικών εταιρειών Δικαίου, όπως ακριβώς υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα σε διαφορετικές μάρκες αυτοκινήτων.
Σε μια τέτοια κοινωνία μπορεί να υπάρχουν πολλά δικαστήρια, ακόμη και πολλά νομικά συστήματα. Κάθε ζεύγος εταιριών προστασίας συμφωνεί εκ των προτέρων ποιο δικαστήριο θα χρησιμοποιήσουν σε περίπτωση διένεξης. Έτσι, οι νόμοι βάσει των οποίων κρίνεται μια συγκεκριμένη υπόθεση καθορίζονται υπόρρητα με μια εκ των προτέρων συμφωνία μεταξύ των φορέων προστασίας των εμπλεκόμενων πελατών. Θεωρητικά, θα μπορούσε να υπάρχει ένα διαφορετικό δικαστήριο και ένα διαφορετικό σύνολο νόμων για κάθε ζεύγος εταιριών προστασίας. Στην πράξη, πολλές εταιρίες πιθανότατα θα θεωρήσουν βολικό να προτιμήσουν τα ίδια δικαστήρια, και πολλά δικαστήρια μπορεί να το θεωρήσουν βολικό να υιοθετήσουν πανομοιότυπα, ή σχεδόν πανομοιότυπα, νομικά συστήματα προκειμένου να απλοποιήσουν τα πράγματα για τους πελάτες τους.
Προτού χαρακτηρίσετε χαοτική και άδικη μια κοινωνία στην οποία διαφορετικοί άνθρωποι ζουν υπό διαφορετικό νομικό καθεστώς, θυμηθείτε ότι στη δική μας κοινωνία, ο νόμος βάσει του οποίου κρίνεστε εξαρτάται από τη χώρα, την πολιτεία, ακόμη και την πόλη στην οποία τυχαίνει να βρίσκεστε. (σ.σ. αναφέρεται στις Πολιτείες των ΗΠΑ, αλλά κάτι παρεμφερές ισχύει και ανάμεσα σε πολίτες από διαφορετικές χώρες της ΕΕ)
Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που περιγράφω, αντίθετα, εξαρτάται από την εταιρία προστασίας σας και την εταιρία του ατόμου που κατηγορείτε για το έγκλημα - ή εκείνου που σας κατηγορεί για το έγκλημα.
Σε μια τέτοια κοινωνία το Δίκαιο παράγεται από την αγορά. Ένα δικαστήριο συντηρείται χρεώνοντας την υπηρεσία της επιδιαιτησίας του στους διάδικους. Η επιτυχία του εξαρτάται από τη καλή φήμη του σε σχέση με την εντιμότητά του, την αξιοπιστία του, την ταχύτητά του, και από το πόσο ελκυστικό θεωρούν οι δυνητικοί πελάτες του το συγκεκριμένο σύνολο νόμων βάσει του οποίου δικάζει. Οι άμεσοι πελάτες αυτών των δικαστηρίων είναι οι εταιρείες προστασίας. Αλλά μια εταιρία προστασίας πουλά με τη σειρά της ένα προϊόν στους πελάτες της. Μέρος αυτού του προϊόντος είναι το νομικό σύστημα -ή τα συστήματα- των δικαστηρίων με τα οποία συνεργάζεται και σύμφωνα με το οποίο θα δικαστούν κατά συνέπεια οι πελάτες της. Κάθε εταιρία προστασίας θα προσπαθήσει να συνεργαστεί με εκείνα τα δικαστήρια, υπό το νομικό σύστημα των οποίων οι πελάτες της θα ήθελαν να ζουν.
Ας εξετάσουμε, για να έχουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, το ζήτημα της θανατικής ποινής. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να αισθάνονται ότι ο κίνδυνος για τους ίδιους να καταδικαστούν, σωστά ή λανθασμένα, και να εκτελεστούν για ένα έγκλημα που επισύρει την θανατική ποινή, αντισταθμίζει κάθε πιθανό πλεονέκτημα της ύπαρξης θανατικής ποινής. Θα προτιμούσαν, όπου είναι δυνατόν, να συνεργαστούν με εταιρίες προστασίας που συνεργάζονται με δικαστήρια που δεν επιβάλλουν την θανατική ποινή. Άλλοι πολίτες μπορεί να αισθάνονται ότι θα ήταν πιο ασφαλείς από πιθανούς δολοφόνους αν ήταν γνωστό ότι όποιος τους δολοφονήσει θα καταλήξει στην ηλεκτρική καρέκλα. Θα μπορούσαν να θεωρήσουν αυτή την εξασφάλιση περισσότερο σημαντική από ό,τι τον κίνδυνο να καταλήξουν οι ίδιοι στην ηλεκτρική καρέκλα, ή να ευθύνονται για το θάνατο ενός αθώου κατηγορούμενου για φόνο. Θα συνεργάζονταν, όπου θα ήταν δυνατόν, με εταιρίες που θα συνεργάζονταν με δικαστήρια τα οποία πράγματι θα επέβαλλαν την θανατική ποινή.
Στην περίπτωση που η μία ή η άλλη στάση (σ.σ. σε σχέση με την θανατική ποινή) είναι σχεδόν καθολικά αποδεκτή, μπορεί να συμφέρει όλες τις εταιρίες προστασίας να χρησιμοποιούν δικαστήρια που ευθυγραμμίζονται με την μία ή με την άλλη στάση. Αν κάποιοι νιώθουν έτσι και κάποιοι αλλιώς, και αν τα συναισθήματά τους είναι αρκετά ισχυρά ώστε να επηρεάζουν την επιλογή της εταιρίας προστασίας τους, τότε συμφέρει ορισμένες εταιρίες να υιοθετήσουν μια τακτική εγγύησης, όποτε είναι αυτό δυνατόν, να χρησιμοποιούν δικαστήρια που δεν αναγνωρίζουν τη θανατική ποινή. Στη συνέχεια, μπορούν να προσελκύσουν πελάτες κατά της θανατικής ποινής. Άλλες εταιρίες θα κάνουν το αντίθετο.
Φυσικά, οι διαφωνίες μεταξύ δύο οργανισμών προστασίας κατά της θανατικής ποινής θα παραπεμφθούν σε ένα δικαστήριο κατά της θανατικής ποινής. Οι διαφωνίες μεταξύ δύο εταιριών υπέρ της θανατικής ποινής θα οδηγηθούν σε ένα δικαστήριο υπέρ της θανατικής ποινής. Τι θα μπορούσε να συμβεί σε μια διένεξη μεταξύ μιας εταιρίας που τάσσεται κατά της θανατικής ποινής, και μιας εταιρίας που τάσσεται υπέρ της; Προφανώς δεν γίνεται αν σε σκοτώσω η υπόθεση να οδηγηθεί σε ένα δικαστήριο, αλλά αν σκοτωθείς από εμένα (σ.σ. που είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα από άλλη οπτική) να οδηγηθεί σε άλλο. Δεν μπορούμε να έχουμε ο καθένας μας ακριβώς τον νόμο που θέλουμε.
Ο καθένας μας μπορεί να δει τις προτιμήσεις του να αντικατοπτρίζονται στις διαπραγματευτικές απαιτήσεις των αντίστοιχων εταιριών μας. Αν οι αντίπαλοι της θανατικής ποινής νιώθουν πιο έντονα από τους υποστηρικτές της, οι εταιρίες θα συμφωνήσουν να μην υπάρξει θανατική ποινή. Σε αντάλλαγμα, οι εταιρίες που τάσσονται υπέρ της θανατικής ποινής θα πάρουν κάτι άλλο. Ίσως να συμφωνηθεί ότι θα συμφωνήσουν εάν δεν πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα, ή εάν κάποιο άλλο αμφισβητούμενο ζήτημα διευθετηθεί υπέρ τους.
Μπορεί κανείς να φανταστεί μια ιδεατή διαδικασία διαπραγμάτευσης, για αυτήν ή για οποιανδήποτε άλλη διένεξη, ως εξής:
Δύο εταιρίες διαπραγματεύονται για το εάν θα καταλήξουν σε ένα δικαστήριο υπέρ, ή σε ένα δικαστήριο κατά, της θανατικής ποινής. Η εταιρία που τάσσεται υπέρ υπολογίζει ότι το να εξασφαλίσει ένα δικαστήριο υπέρ της θανατικής ποινής θα αξίζει 20.000 $ ετησίως για τους πελάτες της. Αυτό είναι το πρόσθετο ποσό που μπορεί να κερδίσει για τις υπηρεσίες της, εάν περιλαμβάνουν την εγγύηση της επιλογής της θανατικής ποινής σε περίπτωση διαφωνίας με την αντίδικη εταιρία.
Η εταιρία κατά της θανατικής ποινής υπολογίζει το αντίστοιχο ποσό για εκείνην στα 40.000 δολάρια. Προσφέρει 30.000 $ ετησίως στην εταιρία που τάσσεται υπέρ, ως αντάλλαγμα για να αποδεχτεί ένα δικαστήριο κατά της θανατικής ποινής. Η εταιρία υπέρ της θανατικής ποινής δέχεται. Τώρα η εταιρία που τάσσεται κατά μπορεί να αυξήσει τις χρεώσεις της αρκετά για να αποκομίσει επιπλέον 35.000 $. Οι πελάτες της είναι ευχαριστημένοι, δεδομένου ότι η εγγύηση για αποκλεισμό της θανατικής ποινής αξίζει για εκείνους περισσότερο από αυτό το ποσό χρέωσης. (σ.σ. η εταιρία υπολόγισε το ποσό αυτό στα 40.000 όπως είδαμε λιγο πιο πάνω)
Η εταιρία είναι ευχαριστημένη: αποκομίζει ένα επιπλέον κέρδος 5.000 $ ετησίως. Η εταιρία υπέρ της θανατικής ποινής μειώνει τις χρεώσεις της κατά ένα ποσό που της μειώνει τα έσοδα κατά 25.000 δολάρια το χρόνο. Αυτό της επιτρέπει να κρατήσει τους πελάτες της και να αποκτήσει ακόμη περισσότερους, αφού οι αποταμιεύσεις της είναι υπεραρκετές για να τους αποζημιώσει για το γεγονός ότι δεν οδηγούνται στο δικαστήριο της επιλογής τους. Επίσης, βγάζει 5.000 $ κέρδος ανά έτος από την συμφωνία (σ.σ. με την άλλη εταιρία). Όπως σε κάθε καλή εμπορική συναλλαγή, όλοι κερδίζουν.
Εάν βρίσκετε το παράδειγμα μπερδεμένο, ίσως αξίζει τον κόπο να το ξαναδιαβάστε. Η βασική αρχή μιας τέτοιας διαπραγμάτευσης θα γίνει σημαντική αργότερα, όταν θα συζητήσω τι είδους Δίκαιο είναι πιθανό να επικρατήσει σε μια αναρχοκαπιταλιστική κοινωνία.
Εάν, κατά σύμπτωση, οι πελάτες των δύο εταιριών αισθάνονται εξίσου έντονα (σ.σ. για τη στάση τους στο ζήτημα της θανατικής ποινής), ίσως να επιλέγονται δύο δικαστήρια, ένα από το κάθε είδος, και οι υποθέσεις να κατανέμονται τυχαία μεταξύ τους. Σε κάθε περίπτωση, η νομική προτίμηση του πελάτη, η γνώμη του ως προς το υπό ποιο είδος Δικαίου θέλει να ζήσει, θα ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στον καθορισμό του είδους του Δικαίου υπό το οποίο θα ζει. Δεν μπορεί βέβαια να το καθορίσει πλήρως, αφού κατηγορούμενος και κατήγορος πρέπει να έχουν το ίδιο Δίκαιο.
Στην περίπτωση της θανατικής ποινής, οι δύο θέσεις είναι ευθέως αντίθετες. Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι ότι ορισμένοι πελάτες μπορεί να θέλουν ένα εξειδικευμένο δίκαιο, κατάλληλο για τις ιδιαίτερες περιστάσεις τους. Οι άνθρωποι που ζουν σε ερημικές περιοχές μπορεί να θέλουν ένα νομικό σύστημα που ορίζει πολύ ξεκάθαρα τα δικαιώματα ιδιοκτησίας του νερού. Οι άνθρωποι σε άλλες περιοχές θα έβρισκαν μια τέτοια λεπτομερή αντιμετώπιση αυτού ζητήματος περιττή στην καλύτερη περίπτωση. Στη χειρότερη, μπορεί να ήταν και αιτία ενοχλητικών μηνύσεων πταισματικού χαρακτήρα. Έτσι οι άνθρωποι της ερήμου θα μπορούσαν όλοι να συνεργάζονται με μια εταιρία προστασίας, η οποία θα είχε την τακτική να πηγαίνει πάντα σε ένα δικαστήριο με μια αρκετά εξελιγμένη νομοθεσία για τα ύδατα. Άλλες εταιρίες θα συμφωνούσαν να χρησιμοποιούν αυτό το δικαστήριο για τις διαφορές τους με αυτήν την εταιρία, αλλά να χρησιμοποιούν άλλα δικαστήρια μεταξύ τους.
Οι περισσότερες διαφορές μεταξύ των δικαστηρίων θα ήταν πιθανώς πιο λεπτές. Οι άνθρωποι θα ανακάλυπταν ότι οι αποφάσεις ενός δικαστηρίου είναι πιο γρήγορες ή πιο προβλέψιμες από τις αποφάσεις ενός άλλου, ή ότι οι πελάτες μιας εταιρίας προστασίας είναι καλύτερα προστατευμένοι από τους πελάτες μιας άλλης. Οι εταιρίες προστασίας, προσπαθώντας να χτίσουν τη φήμη τους, θα αναζητούσαν τα -υποκειμενικά πάντα- καλύτερα δικαστήρια.
Μπορούν να εγερθούν διάφορες ενστάσεις για αυτού του είδους τα δικαστήρια από την ελεύθερη αγορά . Η πρώτη είναι ότι θα ξεπουλούσαν την δικαιοσύνη αποφασίζοντας υπέρ του πλειοδότη. Αυτό όμως θα ήταν αυτοκτονικό. Αν δεν διατηρούσαν μια φήμη εντιμότητας, θα έμεναν χωρίς πελάτες —σε αντίθεση με τους σημερινούς κρατικούς δικαστές μας. Μια άλλη ένσταση είναι ότι η δουλειά των δικαστηρίων και των νομοθετικών σωμάτων είναι να ανακαλύπτουν τους (σ.σ. σωστούς) νόμους, όχι να τους δημιουργούν. Δεν μπορεί να υπάρχουν δύο ανταγωνιστικοί νόμοι της βαρύτητας, οπότε γιατί να υπάρχουν δύο ανταγωνιστικοί νόμοι περί ιδιοκτησίας; Ωστόσο, μπορούν να υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές θεωρίες σχετικά με τον νόμο της βαρύτητας ή με τον σωστό ορισμό των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Η ανακάλυψη των νόμων είναι τόσο παραγωγική δραστηριότητα όσο και η δημιουργία τους.
Αν είναι προφανές ποιος είναι ο σωστός νόμος, ποιοι κανόνες των ανθρώπινων σχέσεων απορρέουν από τη φύση του ανθρώπου, τότε όλα τα δικαστήρια θα συμφωνήσουν, όπως όλοι οι αρχιτέκτονες συμφωνούν για τους νόμους της φυσικής. Εάν δεν είναι προφανές, η αγορά θα παρακινήσει την διερεύνηση με σκοπό την ανακάλυψη των σωστών νόμων.
Μια άλλη ένσταση είναι ότι μια κοινωνία πολλών διαφορετικών νομικών συστημάτων θα προκαλούσε σύγχυση. Εάν αυτό αποδειχθεί σοβαρό πρόβλημα, τα δικαστήρια θα έχουν ένα οικονομικό κίνητρο να υιοθετήσουν ένα ενιαίο Δίκαιο, όπως έχουν κίνητρο οι εταιρείες χαρτιού να παράγουν τυποποιημένα μεγέθη χαρτιού. Ένας νέος νόμος θα παρουσιαστεί μόνο όταν ο καινοτόμος νομοθέτης πιστεύει ότι τα πλεονεκτήματά του υπερβαίνουν τα πλεονεκτήματα της νομικής ομοιομορφίας.
Η πιο σοβαρή αντίρρηση στο Δίκαιο της ελεύθερης αγοράς είναι ότι ο ενάγων και ο εναγόμενος ενδέχεται να μην μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα κοινό δικαστήριο. Προφανώς, ένας δολοφόνος θα προτιμούσε έναν επιεική δικαστή. Πράγματι, αν το δικαστήριο επιλέγεται από τους διάδικους μετά την τέλεση του εγκλήματος, αυτό μπορεί να είναι μια ανυπέρβλητη δυσκολία. Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που περιέγραψα, το δικαστήριο επιλέγεται προκαταβολικά από τις εταιρίες προστασίας. Δύσκολα θα υπήρχαν τόσοι δολοφόνοι ανά πάσα στιγμή, ώστε να συντηρούν οικονομικά την δική τους εταιρία προστασίας, μια εταιρία με μια πολιτική συνεργασίας με δικαστήρια που δεν θα θεωρούσαν τη δολοφονία ως έγκλημα. Ακόμα κι αν υπήρχαν τόσοι, καμία άλλη εταιρία προστασίας δεν θα αποδεχόταν τέτοια δικαστήρια. Η εταιρία των δολοφόνων είτε θα αποδεχόταν ένα λογικό δικαστήριο, είτε θα διεξήγαγε μια απέλπιδα μάχη ενάντια σε ολόκληρη την υπόλοιπη κοινωνία.
Μέχρι να κατηγορηθεί κανείς πραγματικά για ένα έγκλημα, όλοι θέλουν νόμους που να τους προστατεύουν από το έγκλημα και τους επιτρέπουν να σχετίζονται ειρηνικά και παραγωγικά με τους άλλους. Ακόμα και εγκληματίες. Δεν είναι πολλοί οι δολοφόνοι που θα ήθελαν να ζήσουν υπό ένα νομικό σύστημα που θα τους επέτρεπε να σκοτώνουν - και επομένως να σκοτωθούν.
Πολύ ωραίο άρθρο. Έχει πολύ ενδιαφέρον που τα έχει σκεφτεί με τόση λεπτομέρεια.