Μην τους αφήσεις να διαγράψουν από την συλλογική μνήμη αυτό που έκαναν
Άρθρο του Jeffrey Tucker, που δημοσιεύτηκε στις 23/4/2023 από το Brownstone Institute
Δεν θα υπάρξει αποκατάσταση της ελευθερίας, των δικαιωμάτων και της αλήθειας έως ότου κοιτάξουμε κατάματα το τι συνέβη, γιατί συνέβη, και πώς να το αποτρέψουμε στο μέλλον. Το να συμπορευόμαστε με αυτή τη συνωμοσία της σιωπής που περιβάλλει την πολιτική των εγκλεισμών -που οποία ουσιαστικά εξάλειψε κάθε πρόοδο στα ανθρώπινα δικαιώματα μετά την εποχή της Μάγκνα Κάρτα- είναι ένα καταστροφικό λάθος που θα μπορούσε να οδηγήσει στην εγκαθίδρυση μιας νέας σκοτεινής εποχής.
Σε ένα βίντεο podcast τις προάλλες, αναφέρθηκα στον υποχρεωτικό εγκλεισμό του Μαρτίου του 2020. Ο οικοδεσπότης μου απενεργοποίησε την εγγραφή. Είπε ότι δεν είχε πρόβλημα να μιλήσουμε για αυτό το θέμα, αλλά από εδώ και στο εξής παρακαλούσε να αναφερόμαστε στα «γεγονότα του Μαρτίου 2020», χωρίς συγκεκριμένες λεπτομέρειες.
Διαφορετικά, το YouTube και το Facebook θα καταργούσαν το βίντεο. Ο οικοδεσπότης μου χρειάζεται αυτές τις πλατφόρμες για να έχει πρόσβαση στο κοινό, και η πρόσβαση αυτή είναι απαραίτητη για το επιχειρηματικό του μοντέλο.
Συμμορφώθηκα, αλλά τρόμαξα. Βρισκόμαστε πραγματικά τώρα στη θέση που το να μιλάμε για αυτό που μας συνέβη είναι «verboten» σε mainstream πλατφόρμες; Δυστυχώς, φαίνεται ότι προς τα εκεί οδεύουμε. Με μεγάλα και μικρά βήματα, σε όλες τις πτυχές του πολιτισμού μας και σε ολόκληρο τον κόσμο, σιγά σιγά εκπαιδευόμαστε να ξεχνάμε και επομένως να μην μαθαίνουμε, και έτσι να επαναλαμβάνουμε το όλο πράγμα.
Αυτό δεν έχει νόημα, καθώς σχεδόν κάθε δημόσιο θέμα που διαδραματίζεται σήμερα εντοπίζεται σε εκείνες τις μοιραίες μέρες και τις επιπτώσεις τους, συμπεριλαμβανομένης της λογοκρισίας, της περιχαράκωσης των ολιγαρχών της βιομηχανίας-κράτους, της διαφθοράς των μέσων ενημέρωσης και της τεχνολογίας, της εκπαιδευτικής αναταραχής, της κατάχρησης των δικαστηρίων και του νόμου και την αναπτυσσόμενη χρηματοπιστωτική και τραπεζική κρίση.
Και όμως σχεδόν κανείς δεν θέλει να μιλήσει για το θέμα ειλικρινά. Μας αναστατώνει πολύ. Διακυβεύονται πάρα πολλά. Δεν μπορούμε να διακινδυνεύσουμε να ακυρωθούμε (βλ ‘‘cancel culture’’), κάτι που είναι ο μακράν μεγαλύτερος φόβος κάθε φιλόδοξου επαγγελματία στον σημερινό κόσμο. Επιπλέον, πάρα πολλοί ισχυροί άνθρωποι συμμετείχαν σε αυτό και δεν θέλουν να το παραδεχτούν. Φαίνεται ότι το όλο θέμα αποσύρεται από τη συλλογική μνήμη με τρόπους που όλοι επικροτούν.
Για σχεδόν δύο χρόνια, ή περισσότερο, οι αξιοσέβαστοι διανοούμενοι ήξεραν να μην διαφωνούν με τις επικρατούσες νόρμες και να μην αμφισβητούν ολόκληρο τον μηχανισμό. Αυτό ίσχυσε και για τις δεξαμενές σκέψης (think-tanks) της Ουάσιγκτον, οι οποίες συνέχισαν αμέριμνες από τον Μάρτιο του 2020 είτε επικροτώντας την «ανταπόκριση της δημόσιας υγείας» είτε απλώς παραμένοντας σιωπηλές. Το ίδιο ίσχυε και για την ηγεσία των μεγάλων πολιτικών κομμάτων και των μικρότερων κομμάτων.
Οι περισσότεροι θρησκευτικοί ηγέτες παρέμειναν σιωπηλοί, παρόλο που οι θύρες των εκκλησιών τους ήταν κλειδωμένες για 2 χρόνια. Οι οργανώσεις για τα δικαιώματα του πολίτη συνέργησαν κι αυτές. Αν νομίζατε ότι η δουλειά της ACLU ήταν να υπερασπίζεται τις πολιτικές ελευθερίες, κάνατε λάθος: μια μέρα αποφάσισαν ότι τα lockdown, οι υποχρεωτικές μάσκες και οι υποχρεωτικές ενέσεις ήταν απαραίτητα για την αποστολή τους.
Τόσο πολλοί συμβιβάστηκαν μέσα σε 3 χρόνια... Αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι τώρα θέλουν απλώς να εξαφανιστεί το όλο θέμα. Βρισκόμαστε σε μια περίεργη κατάσταση, έχοντας βιώσει το μεγαλύτερο τραύμα στη ζωή μας -και στη ζωή πολλών γενεών- και όμως γίνεται ελάχιστη ανοιχτή συζήτηση για αυτό. Το Brownstone ιδρύθηκε για να καλύψει αυτό το κενό, αλλά ως αποτέλεσμα έχουμε γίνει στόχος.
Οι μηχανές αναζήτησης προγραμματίστηκαν για το μεγαλύτερο μέρος των 3 αυτών ετών, για να διοχετεύουν την επιστήμη μόνο προς μία κατεύθυνση. Εάν οι διαδικτυακές πλατφόρμες ξεφύγουν από τη επίσημη γραμμή, είναι αρκετά εύκολο για τις μηχανές αναζήτησης και τις εταιρείες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να τις επισημάνουν ως προβληματικές και έτσι να περιορίσουν την απήχησή τους. Αν δεν είχαμε τους αρθρογράφους του Substack – οι οποίοι επίσης στοχοποιούνται τώρα – θα ήταν δύσκολο να μάθουμε κάτι άλλο από αυτό που θέλουν οι ολιγάρχες να πιστεύετε.
Αυτή η σιωπηλή μεταχείριση διεισδύει σε κάθε πτυχή της ζωής μας και εδραιώνεται επίσης στην πολιτική κουλτούρα. Ορίστε ένα παράδειγμα από αυτήν την εβδομάδα.
Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεψε από το θεατρικό και γελοίο κατηγορητήριό του για το τίποτα στη Νέα Υόρκη, πέταξε αμέσως πίσω στο Μαρ-α-Λάγκο όπου διηγήθηκε την ιστορία του σε ανθρώπους που ήταν συγκεντρωμένοι σε μια αίθουσα χορού παστις-μπαρόκ. Μίλησε για τις ψεύτικες ειδήσεις, τις απόπειρες παραπομπής του για τη Ρωσία και την Ουκρανία, τις συνωμοσίες και τις μηχανορραφίες, και στη συνέχεια για τα πλαστά ψηφοδέλτια και την επιδρομή του FBI στο σπίτι του, και τώρα αυτό το παράλογο νέο πράγμα.
Ήταν μια συνεκτική αφήγηση, συνολικά. Αλλά η εξιστόρησή του άφησε έξω μια εξαιρετικά σημαντική λεπτομέρεια. Δεν είπε ούτε μια λέξη για τα lockdown και το Operation Warp Speed, που υποτίθεται ότι ήταν η εξαιρετική λύση για τον ιό, αλλά απέτυχε οικτρά. Αυτή ήταν μια αρκετά σημαντική λεπτομέρεια για να την παραλείψει κανείς, καθώς κατέστρεψε την οικονομία, τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων, την εκπαίδευση, και οδήγησε σε μια τεράστια δημογραφική αναταραχή εκτός από τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις από άποψη πολιτισμού, οικονομίας και οτιδήποτε άλλο.
Οδήγησε επίσης στο να χάσει την προεδρία, είτε επειδή το σοκ είχε ως αποτέλεσμα την μαζική απομάγευση (αυτός σίγουρα δεν ήταν ένας δρόμος για «να ξαναγίνει η Αμερική σπουδαία») είτε λόγω των επιστολικών ψηφοδελτίων που έγιναν εφικτά χάρη στους περιορισμούς λόγω Covid, ή πιθανώς και τα δύο. Όπως και να το δει κανείς, ήταν η πιο καταστροφική απόφαση της προεδρίας του ή πιθανώς οποιασδήποτε προεδρίας στην ιστορία.
Πώς στο καλό θα έπρεπε απλώς να προσποιούμαστε ότι αυτό δεν συνέβη; Και όμως συμμετέχει στην αφωνία, απλά γιατί δεν θέλει να παραδεχτεί το λάθος. Νομίζει ότι τον κάνει να φαίνεται αδύναμος. Ούτε εξακολουθεί να επικρίνει τη διάδοχη προεδρία για τις υποχρεωτικές μάσκες και τα υποχρεωτικά εμβόλια, παρόλο που εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι επηρεάστηκαν από αυτά. Θα προτιμούσε να μην θίξει καθόλου το θέμα, μήπως και εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη δική του κρίση εκείνες τις μοιραίες μέρες του Μαρτίου 2020.
Εν τω μεταξύ, η εθνική επιτροπή του κόμματος των Δημοκρατικών δεν θέλει να παραδεχτεί ότι πανηγύρισε και έχτισε πάνω στη μεγαλύτερη καταστροφή του Τραμπ, ενώ η αντίστοιχη επιτροπή των Ρεπουμπλικανών δεν θέλει να συζητήσει για το ότι οι πολιτικές των Δημοκρατικών που αποδοκιμάζουν ξεκίνησαν στην πραγματικότητα υπό τους Ρεπουμπλικανούς. Και έτσι έχετε ένα είδος συμφωνίας «αμοιβαίας εξασφαλισμένης καταστροφής» μεταξύ τους, που δεν χρειάζεται συνωμοσίες ή συμβόλαια. Φιμώνοντας όλες τις συζητήσεις για το ζήτημα, κάθε κόμμα απλά κάνει αυτό που είναι προς το συμφέρον του.
Μπορούμε να αναμένουμε πλήρως ότι αυτά τα θέματα θα αποκλειστούν από τις αφηγήσεις της προεκλογικής εκστρατείας το 2024, όπως έγινε και το 2020 και το 2022. Όλοι φαίνεται να συμφωνούν: όσο λιγότερα ειπωθούν τόσο το καλύτερο. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο η ανακοινωθείσα υποψηφιότητα του Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, πυροδότησε τη συνήθη και αναμενόμενη φρενοβλαβοποίηση (gaslighting) από τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Το σχέδιο είναι να τον «μαστιγώσουν» μέχρι περιθωριοποίησης. Και αν αυτό δεν πετύχει, θα μαστιγώσουν και θα ξαναμαστιγώσουν.
Βλέπουμε σε πραγματικό χρόνο ένα παράδειγμα του πώς γράφεται πραγματικά η ιστορία. Η αφήγηση είναι πιο αυτο-εξυπηρετική από όσο ξέραμε. Αν όλα τα κέντρα εξουσίας στην κοινωνία κάνουν κάτι τρομερά λάθος, μια άτυπη συνωμοσία σιωπής αναπτύσσεται γύρω από αυτό, με την ελπίδα απλώς να το διαγράψει από τα βιβλία της ιστορίας.
Όπως έχει γράψει ο Michael Senger, «Τα lockdown συνάντησαν μικρή αντίσταση εν μέρει επειδή ενίσχυσαν τις υπάρχουσες δομές εξουσίας. Οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι, η τάξη του Zoom έκανε διακοπές, οι εργαζόμενοι πήραν επιδόματα, ενώ ορισμένοι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων, οι υπάλληλοί τους και οι πιο ευάλωτοι αναγκάστηκαν να θυσιάσουν τα πάντα για αυτό το φαντασιοκόπημα».
Και μπορούμε να προσθέσουμε σε αυτό: το κράτος απέκτησε πολύ περισσότερη εξουσία. Στην πραγματικότητα, ο Covid έγινε το εφαλτήριο για τη μεγαλύτερη επέκταση της κρατικής εξουσίας επί του πληθυσμού στην παγκόσμια ιστορία, πιο αποτελεσματικό από τους αρχαίους μύθους για θεόμορφους ηγεμόνες, τις δίκες των αιρετικών και την πυρπόληση των μαγισσών του Μεσαίωνα, τις εκκαθαρίσεις των στασιαστών του 18ου και 19ου αιώνα, τον φόβο για τον κομμουνισμό του 20ου αιώνα, τον Ψυχρό Πόλεμο, ή ακόμα και τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Ο φόβος για τις μολυσματικές ασθένειες ήταν πιο αποτελεσματικός από όλους για την ενίσχυση του δεσποτισμού.
Όταν κάτι λειτουργεί τόσο καλά υπέρ των πιο ισχυρών ανθρώπων της κοινωνίας, γιατί να μην παραμείνουν σιωπηλοί γι' αυτό;
Οι αφηγητές μπορούν να γράφουν ιστορίες αλλά δεν μπορούν να επινοήσουν τις δικές τους πραγματικότητες. Δεν θα υπάρξει αποκατάσταση της ελευθερίας, των δικαιωμάτων και της αλήθειας έως ότου κοιτάξουμε κατάματα το τι συνέβη, γιατί συνέβη, και πώς να το αποτρέψουμε στο μέλλον. Το να συμπορευόμαστε με αυτή τη συνωμοσία σιωπής που περιβάλλει μια πολιτική, η οποία ουσιαστικά εξάλειψε κάθε πρόοδο στα ανθρώπινα δικαιώματα μετά την εποχή της Μάγκνα Κάρτα, είναι ένα καταστροφικό λάθος που θα μπορούσε να οδηγήσει στην εγκαθίδρυση μιας νέας σκοτεινής εποχής.
Ο Jeffrey A. Tucker είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Ινστιτούτου Brownstone. Είναι επίσης Senior Economics Columnist για την Epoch Times, συγγραφέας 10 βιβλίων, συμπεριλαμβανομένου του Liberty or Lockdown , και χιλιάδων άρθρων στον επιστημονικό και καθημερινό Τύπο. Μιλάει δημοσίως για θέματα οικονομίας, τεχνολογίας, κοινωνικής φιλοσοφίας και πολιτισμού.
Όχι μόνο δεν είδαμε κατάματα αυτό που συνέβη αλλά τα ανθρωπόμορφα κτήνη μάς προειδοποιούν ότι έρχεται η "καταιγίδα" της Χ, καταπάνω μας: "είναι άγνωστος Ιός, αλλά ξέρουμε ότι θα' ρθει κι ότι θα' χει θνησιμότητα 70-80%"!!!!!!