Ο καταναλωτισμός είναι συνέπεια των εσφαλμένων θεωριών του Κέυνς
Άρθρο του Steven Horwitz, που δημοσιεύτηκε στις 9/12/2010 από το Foundation for Economic Research. Χρόνος ανάγνωσης 5'
Οι σοβαροί οικονομολόγοι ποτέ δεν θεώρησαν την κατανάλωση ως την κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας, μέχρι που άρχισαν να αναδύονται οι αντιεπιστημονικές επικρίσεις του Κέυνς για τις ελεύθερες αγορές
Μία από τα πιο ολέθριες και διαδεδομένες οικονομικές πλάνες είναι η πεποίθηση ότι η κατανάλωση είναι το κλειδί για μια υγιή οικονομία. Ακούμε αυτή την άποψη όλη την ώρα στον καθημερινό τύπο και τις περιστασιακές μας συζητήσεις, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής ύφεσης. Οι άνθρωποι λένε πράγματα όπως, «Λοιπόν, αν αρχίζαμε να αγοράζουμε διάφορα πράγματα ξανά, η οικονομία θα ανέκαμπτε» ή «Αν μπορούσαμε να πάρουμε περισσότερα χρήματα από τα χέρια των καταναλωτών, θα βγαίναμε από αυτήν την ύφεση». Αυτή η πίστη στη δύναμη της κατανάλωσης είναι επίσης αυτό που καθοδηγεί μεγάλο μέρος της οικονομικής πολιτικής τα τελευταία δύο χρόνια, με την ατελείωτη ροή των «πακέτων τόνωσης».
Αυτή η πεποίθηση είναι μια κληρονομιά του εσφαλμένου τρόπου σκέψης του Κέυνς. Στην πραγματικότητα η παραγωγή, και όχι η κατανάλωση, είναι η πηγή του πλούτου. Αν θέλουμε μια υγιή οικονομία, πρέπει να δημιουργήσουμε τις συνθήκες υπό τις οποίες οι παραγωγοί μπορούν να συνεχίσουν τη διαδικασία δημιουργίας πλούτου για να μπορέσουν να τον καταναλώσουν οι άλλοι, και υπό τις οποίες τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις μπορούν να επιδοθούν στην αποταμίευση που απαιτείται για τη χρηματοδότηση αυτής της παραγωγής.
Είναι δελεαστικό να πούμε ότι αυτό είναι ουσιαστικά ένα πρόβλημα «της κότας και του αυγού». Τελικά, τι ωφελεί να παράγεις πράγματα αν δεν υπάρχει κανείς να τα καταναλώσει; Η διέξοδος από αυτόν τον κύκλο είναι να αναγνωρίσουμε ότι έχουμε τη δύναμη να καταναλώσουμε μόνο εάν έχουμε παράγει και πουλήσει κάτι, ώστε να αποκτήσουμε τα μέσα για να επιδοθούμε στην κατανάλωση. Το να εκκινεί κανείς την ανάλυσή του με την κατανάλωση προϋποθέτει ότι κάποιος έχει ήδη αποκτήσει τα μέσα γι’ αυτήν. Σε αντίθεση με αυτήν την ανάλυση, ο πλούτος δημιουργείται μέσω των ενεργειών της παραγωγής που αναδιατάσσουν τους πόρους με τρόπους που οι άνθρωποι εκτιμούν περισσότερο σε σύγκριση με τις εναλλακτικές. Οι ενέργειες αυτές χρηματοδοτούνται με αποταμιεύσεις που προέρχονται από τα νοικοκυριά που απέχουν από την κατανάλωση.
Η διάθεση περισσότερων πόρων στα χέρια των καταναλωτών μέσω ενός κυβερνητικού «πακέτου τόνωσης» αποτυγχάνει ακριβώς επειδή ο πλούτος που μεταφέρεται με αυτόν τον τρόπο πρέπει τελικά να προέλθει από τους παραγωγούς. Αυτό είναι προφανές όταν οι δαπάνες χρηματοδοτούνται από τη φορολογία, αλλά ισχύει εξίσου για τις ελλειμματικές δαπάνες και τον πληθωρισμό. Με τις ελλειμματικές δαπάνες, ο πλούτος προέρχεται από τις αγορές κρατικών ομολόγων από τους παραγωγούς πλούτου. Με τον πληθωρισμό προέρχεται αναλογικά από κατόχους χρημάτων (που αποκτήθηκαν μέσω παραγωγικών ενεργειών) των οποίων η αγοραστική δύναμη αποδυναμώνεται από την υπερβολική προσφορά χρήματος. Σε καμία περίπτωση η κυβέρνηση δεν δημιουργεί πλούτο. Ούτε η κατανάλωση. Η νέα ικανότητα κατανάλωσης εξακολουθεί να προέρχεται από πρωθύστερες παραγωγικές ενέργειες. Αν θέλουμε πραγματικά κίνητρα, πρέπει να απελευθερώσουμε τους παραγωγούς δημιουργώντας ένα πιο φιλόξενο περιβάλλον για την παραγωγή, και όχι να τιμωρούμε την αποταμίευση που τους χρηματοδοτεί.
Κατηγορείστε τον Keynes
Ιστορικά ήταν ο κεϋνσιανισμός που έφερε την έμφαση στην κατανάλωση, στα οικονομικά. Πριν από την κεϋνσιανή «επανάσταση», η καθιερωμένη πεποίθηση μεταξύ των οικονομολόγων ήταν ότι η παραγωγή ήταν η πηγή της ζήτησης και ότι η ενθάρρυνση της αποταμίευσης και της παραγωγής ήταν ο τρόπος για την δημιουργία οικονομικής ανάπτυξης. Αυτή ήταν, λίγο πολύ, η ορθή κατανόηση του νόμου των αγορών του Say. Όπως έγραψε ο ίδιος ο J.B. Say στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα:
«Η ενθάρρυνση της απλής κατανάλωσης δεν είναι όφελος για το εμπόριο, γιατί η δυσκολία έγκειται στην παροχή των μέσων, όχι στην τόνωση της επιθυμίας για κατανάλωση. Και είδαμε ότι η παραγωγή από μόνη της παρέχει αυτά τα μέσα. Επομένως, στόχος της καλής κυβέρνησης είναι να τονώσει την παραγωγή, ενώ της κακής κυβέρνησης να ενθαρρύνει την κατανάλωση.»
Φυσικά, η ανάγκη «τόνωσης της παραγωγής» δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από το να αφήνουμε τους παραγωγούς ελεύθερους να αναζητούν κέρδη, όπως εκείνοι κρίνουν, μέσα στο τυπικό κλασικό-φιλελεύθερο πλαίσιο δικαίου. Δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να ωφελήσει τεχνητά τους παραγωγούς περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε να ενθαρρύνει την κατανάλωση.
Η μεγάλη ειρωνεία είναι ότι οι αριστεροί υποστηρίζουν συχνά πως ο καπιταλισμός ισούται με τον «καταναλωτισμό». Νομίζουν ότι οι υπερασπιστές των ελεύθερων αγορών θεωρούν ότι η αύξηση της κατανάλωσης προάγει την οικονομική ανάπτυξη. Έτσι, νομίζουν πως είμαστε επιφορτισμένοι να παρέχουμε την ιδεολογική κάλυψη που δικαιολογεί τον καταναλωτισμό ο οποίος, κατ’ εκείνους, νεκρώνει ζωές και σπαταλά πόρους. Αυτό που διαφεύγει από τους αριστερούς επικριτές είναι ότι οι οικονομολόγοι δεν θεώρησαν ποτέ την κατανάλωση ως την κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας, μέχρι που οι κεϋνσιανές επικρίσεις για τις ελεύθερες αγορές άρχισαν να αναδύονται.
Εξαιτίας του κεϋνσιανισμού, η χειραγώγηση των στοιχείων του συνολικού εισοδήματος (κατανάλωση, επενδύσεις και κρατικές δαπάνες) έγινε το επίκεντρο της μακροοικονομικής πολιτικής και της οικονομικής ανάπτυξης. Το θεωρητικό πλαίσιο των Κεϋνσιανών ήταν που οδήγησε στην ανάπτυξη των σχετικών στατιστικών περί εθνικού εισοδήματος και που εμμέσως επηρεάζει τα δημοφιλή επιχειρήματα υπέρ της αύξησης της κατανάλωσης.
Για περισσότερα από 150 χρόνια οι υπερασπιστές των ελεύθερων αγορών θεωρούσαν την κατανάλωση ως καταστροφή του πλούτου, και την αποταμίευση και την παραγωγή ως τη δημιουργία του. Ποτέ δεν υποστήριξαν ότι «η τόνωση της κατανάλωσης» ήταν ο δρόμος προς την ευημερία. Επομένως, δεν μπορεί να τους χρεωθεί η δικαιολόγηση της «καταναλωτικής κουλτούρας». Και το ίδιο ισχύει για τους υπερασπιστές των ελεύθερων αγορών του εικοστού αιώνα, όπως ο Mises και ο Hayek.
Εάν οι αριστεροί επικριτές θέλουν να αποδοκιμάσουν την εστίαση της σύγχρονης οικονομίας στην κατανάλωση, θα πρέπει να στρέψουν το βλέμμα τους στους κεϋνσιανούς κρατικο-παρεμβατιστές.
[ Διαβάστε επίσης το μεταφρασμένο άρθρο του Foundation for Economic Research «Για τον καταναλωτισμό ευθύνεται το κράτος, όχι ο καπιταλισμός» ]
Ο Steven Horwitz ήταν επίτιμος καθηγητής Ελεύθερου Επιχειρείν στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Ball State, όπου ήταν επίσης διευθυντής του Ινστιτούτου για τη Μελέτη της Πολιτικής Οικονομίας. Είναι συγγραφέας του Austrian Economics: An Introduction .